ΕΛΛΑΔΑ / ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ

Αμηχανία αλλά και ικανοποίηση στην Τουρκία για την εκλογή Παπανδρέου.


Image3

Του δημοσιογράφου και συγγραφέα Αλέξανδρου Μασσαβέτα που ζει στην Κωνσταντινούπολη.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ: Ο εκλογικός θρίαμβος του ΠAΣΟΚ κάθε άλλο παρά εξέπληξε την Τουρκική κοινή γνώμη. Ήδη από την εποχή των επεισοδίων του περασμένου Δεκεμβρίου, τα Τουρκικά μέσα ενημέρωσης παρουσίαζαν την κυβέρνηση Καραμανλή να παραπαίει, δίνοντας την εικόνα της μιας αποτυχίας να ακολουθεί την άλλη. Στην Τουρκία, όπου κοινωνικές αναταραχές αξιόλογου μεγέθους έχουν να λάβουν χώρα από το 1979 και όπου ο κόσμος δεν παίρνει πια τους δρόμους για κοινωνικές διεκδικήσεις (μόνη εξαίρεση υπήρξαν οι τεράστιες διαδηλώσεις κατά της δολοφονίας του Χραντ Ντινκ), ο «Δεκέμβριος της φωτιάς» του 2008 φαίνεται πως είχε προεικάσει, για το μέσο Τούρκο, την κατάρρευση της κυβέρνησης Καραμανλή.

Ίσως προκαλεί εντύπωση ότι ακόμη και δημοσιογράφοι και αναλυτές, αναφερόμενοι στο εκλογικό αποτέλεσμα, ανατρέχουν στα γεγονότα της περασμένης χρονιάς και στις πυρκαγιές του καλοκαιριού. «Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στην Τουρκία ο τύπος παρακολουθεί τα εσωτερικά της Ελλάδας αποσπασματικά, και η κοινή γνώμη δεν έχει ούτε γνώση ούτε άποψη διαμορφωμένη για τις εσωτερικές πολιτικές δυναμικές της Ελλάδας», εξηγεί ο Χάρης Τζήμητρας, διευθυντής του μοναδικού στο είδος του Κέντρου Ελληνοτουρκικών Μελετών που λειτουργεί στο Πανεπιστήμιο Μπιλγκί της Πόλης. «Η Ελλάδα έχει πάψει εδώ και πολλά χρόνια να αποτελεί προτεραιότητα στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Η Τουρκία δεν αισθάνεται να απειλείται από την Ελλάδα, ούτε την τελευταία να υπονομεύει το διεθνή της ρόλο. Έχει επομένως στρέψει την προσοχή της αλλού, στη Μέση Ανατολή και τον Καύκασο».

Ο Τουρκικός τύπος μιλά για μία «ευχάριστη έκπληξη» μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών, ενώ ιδιαίτερα θετική εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ανατέθησαν υπουργικά καθήκοντα σε εννέα γυναίκες. «Στην Τουρκία έχουμε μόνο δύο γυναίκες υπουργούς και καμμία υφυπουργό. Μακάρι να φθάσουμε γρήγορα και εμείς αυτό το νούμερο. Σας συγχαίρω και σας ζηλεύω», λέει η Χιούλια Γκιούλμπαχαρ, πρόεδρος της οργάνωσης KADER, που αγωνίζεται να προωθήσει τη συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική ζωή σε κοινοβουλευτικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο αυτοδιοίκησης.

Τη γυναικεία συμμετοχή χαιρετίζει το μεγαλύτερο μέρος του Τουρκικού τύπου, καλώντας την κυβέρνηση Έρντογαν να εμπνευσθεί από το «ελληνικό παράδειγμα», διορίζοντας περισσότερες γυναίκες σε καίριες θέσεις του υπουργικού συμβουλίου. Ωστόσο, πολλοί προσθέτουν πως δεν πρέπει αυτοί οι διορισμοί να γίνουν με μόνο κριτήριο το φύλο, για λόγους κοσμητικούς και για το θεαθήναι. Πολλοί θυμούνται την Τανσού Τσιλλέρ με κάθε άλλο παρά θετικά αισθήματα. Αν η άνοδός της στην πρωθυπουργία χαιρετίσθηκε αρχικά ως θρίαμβος για τις γυναίκες, σήμερα γίνεται σχεδόν καθολικά δεκτή ως η χειρότερη πρωθυπουργός της Τουρκικής ιστορίας, διεφθαρμένη και όργανο του παρακράτους.

Ο τύπος αναφέρεται – αναπόφευκτα – στο αστείο για τους Τούρκους φαινόμενο της οικογενειοκρατίας στην Ελλάδα (που ελλείπει εντελώς στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας) και τονίζει πως ο νέος πρωθυπουργός είναι γιος και εγγονός πρωθυπουργών. Αναλυτής μάλιστα, σημειώνει ότι μόνο με τη φεουδαρχική οικογενειοκρατία του Λιβάνου μπορεί να συγκριθεί το Ελληνικό πολιτικό σύστημα, μιλώντας για «χώρα δυναστειών».

Ωστόσο, τονίζεται παράλληλα ότι ο Γιώργος Παπανδρέου τόλμησε να αγνοήσει τις κομματικές φατρίες και ισορροπίες και προτίμησε να δώσει χαρτοφυλάκια σε τεχνοκράτες, πολλοί από τους οποίους είναι εξωκοινοβουλευτικοί. Την αρχική έκπληξη για το γεγονός ότι ο Γιώργος Παπανδρέου κράτησε για τον εαυτό του και το Υπουργείο Εξωτερικών ακολουθεί μία ανακούφιση. Ο Παπανδρέου είναι γνωστός και συμπαθής στην Τουρκία από τη θητεία του ως Υπουργός Εξωτερικών, και θεωρείται – μαζί με τον εκλιπόντα τότε ομόλογό του Ισμαήλ Τζεμ – θεμελιωτής της Ελληνοτουρκικής προσέγγισης.

Υπάρχει γενικά μία αμηχανία στην Τουρκία με το γεγονός ότι τα περισσότερα πρόσωπα της νέας κυβέρνησης είναι εντελώς άγνωστα. «Με έχουν βομβαρδίσει στα τηλεφωνήματα για πληροφορίες», λέει ο Τζήμητρας, ενώ οι Έλληνες δημοσιογράφοι στην Πόλη έχουμε δεχθεί αντίστοιχο βομβαρδισμό. «Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό και στην Τουρκία δεν ήταν δυνατό να υπάρξει μία διαφορετική προσδοκία.

Οι Τούρκοι διπλωμάτες αναμένουν πως τα ελληνοτουρκικά θα επιστρέψουν στην ατζέντα της νέας κυβέρνησης. Ο Παπανδρέου έχει θέσεις εκπεφρασμένες και γνωστές από την εποχή της θητείας του στο Υπουργείο Εξωτερικών. Είναι γνωστός ως θιασώτης της προσέγγισης και υποστηρικτής της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Στους διπλωματικούς και κυβερνητικούς κύκλους η καλή του πίστη, την οποία εξεδήλωσε και με τη στάση του στο Ελσίνκι, δεν αμφισβητείται. Γίνεται λόγος στην Τουρκία γία μία διαφορετική αντίληψη του κόσμου και του διεθνούς συστήματος από τη νέα κυβέρνηση, αλλά  και του ρόλου της Τουρκίας ειδικότερα», εξηγεί ο Έλληνας πανεπιστημιακός. 

Για τον Τζήμητρα, έχουν αλλάξει οι συγκυρίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, όπου οι νέες κυβερνήσεις είναι «επί της αρχής ευκολότερο να προωθήσουν μία πολιτική λύση από το δίδυμο Καραμανλή – Παπαδόπουλου». Παράλληλα, πληθαίνουν και στις δύο χώρες οι φωνές που ζητούν οι διμερείς σχέσεις να προωθούνται αυτόνομα και χωρίς αναφορά στο Κυπριακό. «Οποιαδήποτε κίνηση της νέας κυβέρνησης στα ελληνοτουρκικά θα βρει ευήκοα ώτα, θα γίνει καλόδεκτη στην Τουρκία» εξηγεί. «Η ισχυρή κυβερνητική πλειοψηφία σημαίνει ότι ο Παπανδρέου θα μπορέσει να προωθήσει τις προτεραιότητές του στην εξωτερική του πολιτική χωρίς να χρειασθεί να διαπραγματευθεί με δυνάμεις πιο συντηρητικές».

Προειδοποιεί ωστόσο, πως η δυναμική των διμερών σχέσεων ενδεχομένως να επηρεασθεί αρνητικά από την όληη πορεία των ευρωπαϊκών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας. «Άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν είναι καθόλου θετικές στο ζήτημα της Τουρκικής ένταξης. Αυτό ίσως προκαλέσει γενικότερες εντάσεις και δεν ξέρουμε πώς θα κληθεί να αντιδράσει η Ελλάδα», σημειώνει.

Πολιτικός αναλυτής που βρίσκεται πολύ κοντά στις Τουρκικές ένοπλες δυνάμεις συμφωνεί πως «ισχυρή μονοκομματική κυβέρνηση είναι θετικό αποτέλεσμα για την πρόοδο των διμερών σχέσεων», ενώ προσθέτει πως ανακουφίσθηκαν οι ανησυχίες για ενδεχόμενη κυβέρνηση συνεργασίας. «Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα έδινε την ευκαιρία στις πολιτικές δυνάμεις να καταφύγουν εκ νέου στην αντι-τουρκική ρητορεία» λέει, επαναλαμβάνοντας την τουρκική θέση ότι στο Αιγαίο δεν υφίστανται παραβιάσεις, αλλά οι ελληνικές κυβερνήσεις κατασκευάζουν και χρησιμοποιούν τα σχετικά περιστατικά και τον «εξ Ανατολών κίνδυνο» για πολιτικά ωφέλη.

Στον Τουρκικό τύπο εντοπίζονται και κάποια σχόλια καλαοπροαίρετα και ενίοτε χαζοχαρούμενα, που θα προκαλούσαν όμως φοβία – ανησυχία – αναφυλαξία σε πολλούς Έλληνες αναγνώστες. Έτσι, το «Ελπίζω η κοινή μας θάλασσα το Αιγαίο, με όλα τα νησιά του, να γίνει μία ανοικτή θάλασσα. Από αυτό θα βγούν κερδισμένοι και οι δύο λαοί» του προοδευτικού Χαλούκ Σαχίν, δεν πείθει πολλούς στην Ελλάδα ότι γίνεται με αμιγώς καλές προθέσεις. Στις διμερείς σχέσεις, και περισσότερο στην ελληνική πλευρά, βαραίνει η έλλειψη εμπιστοσύνης λόγω των κακών αναμνήσεων του παρελθόντος. Από την εποχή Τσιλλέρ, εξάλλου, μας χωρίζει μόλις μια δεκαπενταετία.

Έτσι, πολλοί Έλληνες αναγνώστες θα παρέβλεπαν την προτροπή του ίδιου αρθρογράφου «ας μιμηθούμε τους Έλληνες με τους οποίους τόσα μας συνδέουν. Αν αυτοί μπορούν να καταφέρουν κάτι, μπορούμε κι εμείς αν προσπαθήσουμε» και τις αναφορές του στις ατέλειες του Τουρκικού πολιτικού συστήματος. Από αυτές αμέσως κατονομάζει το όριο του 10% στην επικράτεια που απαιτείται για την είσοδο κόμματος στην Εθνοσυνέλευση και την απουσία γυναικών. Επαινώντας την απόφαση του Καραμανλή μετά την ήττα να παραιτηθεί για το καλό της παράταξής του, καλεί τον Ντενίζ Μπαϊκάλ, που έχει ήδη υποστεί απανωτές πανωλεθρίες, να κάνει – επιτέλους! – το ίδιο. Καιρός να αποκτήσει και η Τουρκία κάποια σοβαρή αντιπολίτευση, επαναλαμβάνουν πολλοί αναλυτές.

ΠΗΓΗ

Σχολιάστε