
Σε μία χώρα σαν την Ελλάδα, που ιστορικά βρίσκεται σε μία γεωπολιτικά ρευστή περιοχή, η ανάγκη για «ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις» είναι κοινός τόπος, τόσο σαν ρητορική πολιτική επιδίωξη της πολιτικής ηγεσίας όσο και σαν ενστικτώδες πολιτικό αίτημα του ελληνικού λαού.
Το έμπρακτο αποτέλεσμα αυτών των διακηρύξεων και αιτημάτων είναι οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, αλλά και το ευρύτερο αμυντικό σύστημα της χώρας.
Ικανοποιεί το αμυντικό αυτό σύστημα τις βασικές απαιτήσεις που υπάρχουν από αυτό;
Η απάντηση είναι ένα κατηγορηματικό ΟΧΙ. Υπάχουν δύο βασικά κριτήρια που οδηγούν σε αυτή την απόφανση.
1. Οι Ένοπλες Δυνάμεις μίας χώρας, και γενικότερα η στρατιωτική της ισχύς είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό εργαλείο στα χέρια της ηγεσίας της, με αποστολή την εξυπηρέτηση της πολιτικής ασφαλείας και εξωτερικών της χώρας. Σε αντίθεση με μία διαδεδομένη απλοϊκή αντίληψη, οι Ένοπλες Δυνάμεις ούτε υπάρχουν απλώς για το απευκταίο ενδεχόμενο πολέμου, ούτε, γενικώς και αορίστως, «αποτρέπουν» ένα «ενδεχόμενο πολέμου» και «διασφαλίζουν την ειρήνη». Η ισχύς των Ενόπλων Δυνάμεων υπεισέρχεται καθημερινά, καταλυτικά, μαζί με 3-4 άλλους παράγοντες, στους υπολογισμούς όλων των χωρών, της δικής μας, των γειτονικών και των «Μεγάλων» Δυνάμεων για την χάραξη της πολιτικής τους. Καθημερινά, μας μετράν και τους μετράμε, κι αναλόγως πράττουν και πράττουμε – συνήθως διανθίζοντας τις πολιτικές μας πράξεις με φλύαρες ρητορείες ή ιδεολογικές εκλογικεύσεις.