πολιτισμός

Εντυπωσιακή η κατασκευή του μακεδονικού τείχους στη Βεργίνα.


ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. Την καλύτερα σωζόμενη οχύρωση της Μακεδονίας αποτελούν τα τμήματα του αρχαίου μακεδονικού τείχους που αποκάλυψε η πανεπιστημιακή ανασκαφή στις παρυφές της αρχαίας πόλης της Βεργίνας.

Η εντυπωσιακή οχυρωματική κατασκευή έχει συνολικό μήκος 3,5 χλμ. και πλάτος, σε ορισμένα σημεία, 2,80 μέτρα. Οπως μάλιστα χαρακτηριστικά αναφέρει στην ανακοίνωσή του ο επικεφαλής της πανεπιστημιακής ανασκαφής κ. Παναγιώτης Φάκλαρης, «όλα τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του τείχους, αλλά και τα ανασκαφικά στοιχεία, με στρωματογραφημένο το σύνολο του αποκαλυφθέντος τμήματος του περιβόλου, ομόφωνα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η κατασκευή του ανάγεται στα χρόνια της βασιλείας του Κασσάνδρου, και συγκεκριμένα μετά τις αρχές του 3ου αι. π.Χ., εποχή κατά την οποία η Μακεδονία γνωρίζει μια ταραχώδη περίοδοεμφύλιων συγκρούσεων και εξωγενών επεμβάσεων.

Η γεωγραφική θέση της πιερικής αυτής πόλης, πάνω στον αμαξιτό δρόμο που οδηγούσε από τα λιμάνια της Πύδνας και της Μεθώνης προς την Ανω Μακεδονία, καθιστούσε απαραίτητη την οχύρωσή της για την εξασφάλιση και τον έλεγχο της σημαντικής αυτής διάβασης».  

Ο καθηγητής κ. Φάκλαρης, ο οποίος είναι υπεύθυνος για το τμήμα της ανασκαφής που αφορά το τείχος της αρχαίας μακεδονικής πόλης (τα άλλα δύο τμήματα του ΑΠΘ, στα οποία ηγούνται οι καθηγήτριες κυρίες Χρυσούλα Παλιαδέλη και Στέλλα Δρούγου, αφορούν την αγορά της πόλης των Αιγών και το αρχαίο θέατρο στην περιοχή των ανακτόρων), ήταν ο πρώτος εκ των μαθητών του καθηγητή Μανόλη Ανδρόνικου που είχε δημοσίως αμφισβητήσει τη χρονολόγηση των εντυπωσιακών ευρημάτων του 1977 από τους τάφους του Φιλίππου και του Πρίγκιπα, τους οποίους και τοποθέτησε χρονολογικά σε μεταγενέστερη εποχή.

Ανάλογη είναι και η τελευταία τοποθέτηση του καθηγητή και της επιστημονικής ομάδας του ως προς το οχυρωματικό τείχος, ανακοίνωση την οποία έκανε μόλις χθες, παρ΄ ότι η ανασκαφή στην περιοχή ξεκίνησε το 1992. Οπως ανέφερε, σε ολόκληρο το τμήμα του τείχους που αποκαλύφθηκε (περί τα 2/3 σε συνολικό μήκος 3,5 χλμ.) διαπιστώθηκε η ενσωμάτωση στην κατασκευή του οικοδομικού υλικού σε δεύτερη χρήση, προερχόμενου από άγνωστα, κατεστραμμένα δημόσια κτίρια της πόλης.

Την αρχαιολογική ανακάλυψη του μνημειώδους τείχους συμπληρώνει πλήθος κινητών ευρημάτων, αλλά και απανθρακωμένων σπόρων από όσπρια και δημητριακά, δηλαδή τροφικά κατάλοιπα της εποχής τα οποία η επιστημονική ομάδα του κ. Φάκλαρη τοποθετεί χρονολογικά στον 2ο και 1ο αιώνα π.Χ.

πηγη

Σχολιάστε