Επανάπλους του υποβρυχίου ΔΕΛΦΙΝ στην Τουλώνα έπειτα από δοκιμαστικό πλου.
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΣΑΚΙΡΗ
Ακόμα δεν έχουν χαλαρώσει. Είναι η πρώτη τους συνέντευξη και το γραφείο του αρχηγού του Πολεμικού Ναυτικού δεν είναι και ό,τι βολικότερο για δύο νέους αξιωματικούς των υποβρυχίων. Κρατούν στα χέρια τους το λεύκωμα του Αλέξανδρου Μαδωνή και του Γεώργιου Μαστρογεωργίου. Εχει και αφιέρωση στον καθένα προσωπικά.
«Είναι η ιστορία μας. Χωρίς αυτή δεν θα υπήρχαμε». Από τότε, πολλά άλλαξαν στα υποβρύχια, όχι όμως και στη ζωή των ανθρώπων που υπηρετούν σε αυτά. Οι κραυγές των καλαμαριών που γονιμοποιούνται και τους ξαγρυπνούν για μέρες παραμένουν ίδιες, όπως και η μυρωδιά της κλεισούρας.
Η ζωή στο υποβρύχιο είναι διαφορετική, αδιανόητη για τους περισσότερους στεριανούς, τρομακτική ακόμα και για τους καπετάνιους της επιφάνειας, συναρπαστική όμως γι’ αυτούς. Μια ζωή που, όπως μας την περιγράφουν ο διοικητής των υποβρυχίων πλοίαρχος Θανάσης Καρατζάς και ο κυβερνήτης του υποβρύχιου «Πόντος» πλωτάρχης Νίκος Φίλιας, δεν την αλλάζουν με τίποτα.
«Για τα υποβρύχια ή κάνεις ή δεν κάνεις». Και αυτό φαίνεται αμέσως καθώς σε όλη τη συνέντευξη ο ένας κόβει και ο άλλος ράβει. «Είμαστε μια ομάδα. Μόνο δύο έχουν το προνόμιο να έχουν τα δικά τους κρεβάτια. Ο κυβερνήτης που εκτελεί χρέη Θεού και ο μάγειρας που είναι ο Θεός. Ολοι οι άλλοι κοιμούνται ο ένας στο κρεβάτι του άλλου.
Η εντολή για κατάδυση σημαίνει τη μεταφορά του πληρώματος σε έναν άλλο κόσμο. Η επικοινωνία χάνεται στο βάθος της θάλασσας. Ούτε κινητά ούτε τηλεόραση ούτε δορυφορικά τηλέφωνα ούτε SMS και Διαδίκτυο. Αν τύχει και συμβεί κάτι θα το μάθεις όταν το υποβρύχιο αναδυθεί».
Μοιράζονται τα πάντα, ακόμα και τον αέρα. Μια φορά, μας λένε, μετά πολλές μέρες κατάδυση, τα δύο τρίτα του πληρώματος τέθηκαν σε αναγκαστική κατάκλιση για να περισσέψει οξυγόνο για τους υπόλοιπους μέχρι να βρουν την ευκαιρία να ανεβούν κοντά στην επιφάνεια και να βγάλουν στην επιφάνεια τον αναπνευστήρα. Ζουν σαν μια οικογένεια, χωρίς γυναίκες. Μια ανδροπαρέα, σε εκδρομή. «Αν τύχει να περνάμε από κάποιο τουριστικό μέρος, ανεβαίνουμε σε βάθος περισκοπίου και ρουφάμε τη ζωή μέσα από αυτό. Αν μάλιστα υπάρχει και παραλία κοντά με κόσμο, τότε δημιουργούνται ουρές στο περισκόπιο για μια ματιά».
Ο φόβος για τα πληρώματα των υποβρυχίων είναι κάτι που το διαχειρίζονται. Αλλά αν κάποιος πέσει θύμα του, «τον βάζουν στην τουαλέτα, που είναι το μόνο μέρος που κλειδώνει, μέχρι να ηρεμήσει». Η λέξη βυθίζομαι δεν υπάρχει και ευτυχώς η τεχνολογία έχει φροντίσει γι’ αυτό. Οπως λένε οι ίδιοι, τα ατυχήματα σε υποβρύχια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν ξεπερνούν τα τέσσερα σε ολόκληρο τον κόσμο. Αρα είναι από τα πιο ασφαλή επαγγέλματα στον κόσμο.
Δεν είναι όμως και το πιο καθαρό. Σε όλα τα υποβρύχια η «μπόχα» διατηρεί τα πρωτεία. Είναι όμως και πλεονέκτημα. «Ξέρεις τι είναι να βρίσκεις θέση στον Ηλεκτρικό στις τρεις το μεσημέρι; Μπαίνεις τελευταίος στο βαγόνι και κυριολεκτικά αδειάζει». Το νερό είναι ελάχιστο και φτάνει – δεν φτάνει για ένα γρήγορο μπάνιο όταν τελειώσει η άσκηση.
Βρώμικοι ή καθαροί, τα πληρώματα των υποβρυχίων είναι περήφανα γι’ αυτό που κάνουν. «Είμαστε ένα αμιγώς επιθετικό όπλο. Εχουμε το πλεονέκτημα του αόρατου, πολύ καλά εκπαιδευμένου όπλου. Η αλήθεια είναι ότι αποτελεί πρόκληση να είσαι αόρατος, αυτάρκης και δυνατός. Αυτό σε συνδυασμό και με τα διπλά χρόνια υπηρεσίας κάνουν τη δουλειά αυτή δελεαστική».
Τα πλοία, τα πληρώματα και οι ιδιαιτερότητες του Οπλου.
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΙΟΥΣΗ
