Τα όποια αρχεία των αμερικανικών και βρετανικών υπηρεσιών υπάρχουν, δεν προσφέρουν κάτι το ουσιαστικό για την εξιχνίαση της υπόθεσης.

του Δημήτρη Αλευρομάγειρου
Για όσους ζήσανε χρονικά κοντά ή από κοντά και γιά όσους έχουν μελετήσει το θέμα, η δολοφονία του Τζωρτζ Πόλκ, Αμερικανού δημοσιογράφου, ανταποκριτου του CBS στην Ελλάδα και την Μέση Ανατολή, τον Μαΐου του 1948 στην Θεσσαλονίκη, μία εβδομάδα μετά την δολοφονία στην Αθήνα του Υπουργού Δικαιοσύνης της Κυβέρνησης Θ.Σοφούλη, Χρήστου Λαδά, ήταν ένα από τα πλέον δραματικά γεγονότα του εμφυλίου πολέμου.
Η δολοφονία ενός Αμερικανού δημοσιογράφου, που κατά τις υπάρχουσες τότε πληροφορίες επρόκειτο να μεταβεί στο αρχηγείο των ανταρτών για να λάβει συνέντευξη από τον Μάρκο Βαφειάδη, την εποχή που το σχέδιο Μαρσαλ ήταν ήδη σε εξέλιξη, ήταν ένα σοκ για τον Ελληνικό Λαό αλλά και ένα πολύ κρίσιμο θέμα για τα πολιτικά πράγματα με απρόβλεπτες-όπως απεδείχθη- συνέπειες.
Όπως είναι γνωστό η επικρατήσασα από την Κυβέρνηση εκδοχή,την οποίαν ασμένως απεδέχθη[ή και προκάλεσε] ο εξωτερικός-κυρίως- αμερικανικός παράγοντας, ότι συνεργός στην δολοφονία ήταν ο Γρηγόρης Στακτοπουλος, δημοσιογράφος και τοπικός βοηθός ανταποκριτή του Reuters στη Θεσσαλονίκη, με φυσικούς αυτουργούς τους Βαγγέλη Βασβανα και Αδάμ Μουζενίδη στελεχών του ΚΚΕ , αμφισβητήθηκε πλήρως από την κοινή γνώμη ενώ έδωσε «λύση» στο άγχος της τότε Κυβέρνησης…
Με την πάροδο του χρόνου έχουν ασχοληθεί πολλοί με την υπόθεση είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό και σήμερα 62 χρόνια μετά έρχεται το βιβλίο του Έντμουντ Κηλυ, να προστεθεί στην διερεύνηση της πολύκροτης υπόθεσης.
Το βιβλίο του Ε.Κήλυ , αναφέρεται σε όλες τις προηγηθείσες έρευνες αλλά και στα εν τω μεταξύ αναγνωσθέντα αρχεία των Αμερικανικών και Βρετανικών υπηρεσιών [‘οσα από αυτά έχουν δει το φως της δημοσιότητας.]
Για όσους ενδιαφέρονται τόσον για την υπόθεση , όσον και για τα δραματικά συμβάντα εκείνης της εποχής, το βιβλίο είναι συναρπαστικό και έχει γραφεί με μια απίστευτη υπευθυνότητα και αποτελεί υπόδειγμα έντιμης δημοσιογραφικής -και όχι μόνον- έρευνας.
Προκαλεί εντύπωση η σχολαστικότητα αναλύσεων όλων των πληροφοριών που έχουν δει το φώς της δημοσιότητας καθ’ οιονδήποτε τρόπον ο Ετμουν Κηλυ, αδελφός του προ ετών πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα και υιός παλαιού προξένου των ΗΠΑ [ προπολεμικά] στην Θεσσαλονίκη,έχει μιαν ιδιαίτερη αγάπη προς την Ελλάδα, νυμφευμένος με Ελληνίδα, έχει διδάξει Νεοελληνική Λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο Princeton και έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με την νεοελληνική ποίηση, ενώ έχει εκδοσει 13 τόμους μεταφράσεων ποιημάτων των Ελύτη, Καβάφη, Ρίτσου, Σεφέρη και Σικελιανού. Πρόσωπα τα οποία έχουν μελετήσει το έργο του θεωρούν ότι οι μεταφράσεις αυτές έπαιξαν θετικό ρόλο στην διάδοση της ελληνικής ποίησης στο εξωτερικό και στο γεγονός ότι η Σουηδική Ακαδημία επέστησε την προσοχή της στα ποιήματα του Σεφέρη και στην απονομή του βραβείου Νομπέλ σε αυτόν.
Ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια του βιβλίου, το 12ο Κεφάλαιο [«το πλαίσιο της αδικίας»] [σελ 539-553] αναλύει και συνοψίζει οχι μόνον την υπόθεση αλλά και το όλο πολιτικό κλίμα της εποχής και οδηγεί τον αναγνώστη στην ,όσον το δυνατόν, κατανόηση αυτής της τόσον δραματικής περιόδου της σύγχρονης πολιτικής Ιστορίας μας.
Στη σημερινή εποχή, όπου ο απόηχος εκείνης της περιόδου, έχει αφήσει έντονα τα σημάδια του και οι συνέπειες της τότε πολιτικής κατάστασης και της εξάρτησης των πολιτικών μας ελίτ από τον αμερικανικό και βρετανικό παράγοντα αναδεικνύονται καταφανέστατα, η μελέτη του βιβλίου του Ε.Κηλυ συνεισφέρει σημαντικά στην κατανόηση και ερμηνεία αλλά και αντιμετώπιση πολλών από τα προβλήματα του τόπου.
Στο βιβλίο του Κηλυ ενώ αποδεικνύεται , άπαξ έτι η τεράστια μεθόδευση της λύσης «Γρηγόρης Στακτόπουλος» και των «συνεργατών» του και η αδυναμία -ακόμη και σήμερα της ελληνικής δικαιοσύνης, στο υψηλότερο της επίπεδο- να επιλέξει την εντιμότητα από την [ανεξήγητη[;]] σιωπή της, αποφεύγεται ευφυώς η «αστυνομικού» μυθιστορηματικού τύπου πρόταση να «υποδειχθούν» οι δολοφόνοι του Τζορτζ Πολκ και αφήνεται ο αναγνώστης να εξάγει τα δικά του συμπεράσματα.
Είναι πλέον γεγονός ότι 62 χρόνια μετά από τη δολοφονία και ενώ τα [όποια ] αρχεία των αμερικανικών και βρετανικών υπηρεσιών ελάχιστα προσφέρουν προς την κατεύθυνση αυτή, ίσως δεν μάθουμε ποτέ τους πραγματικούς δολοφόνους.