"Greek National Pride" blog

ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΑΜΦΙΣΒΗΤΙΕΣ


ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΑΜΦΙΣΒΗΤΙΕΣ

Ο Ρήγας Φεραίος, «ο πιο ηρωικός εκπρόσωπος της παράδοσης του ελληνικού επαναστατικού Διαφωτισμού» και «ηγέτης ενός πρώιμου, άδηλου και ίσως παμβαλκανικού επαναστατικού κινήματος» (1) με συνεχή παρουσία από το 1790 («Σχολείον των Ντελικάτων Εραστών», «Φυσικής Απάνθισμα») έως τη θανάτωσή του στις 24 Ιουνίου του 1798, όχι μόνο στα εθνικά αλλά και στα πνευματικά δρώμενα της εποχής και με το σύνθημα «όποιος ελεύθερα συλλογάται συλλογάται καλά», εξέφρασε κατεξοχήν το «πνεύμα της ανταρσίας» έτσι ακριβώς όπως το αντιμετώπιζε και το πολεμούσε το Πατριαρχείο εκείνα τα χρόνια.

 

Σε αντίθεση με τον Αδαμάντιο Κοραή, «άνθρωπο του γραφείου» που στεκόταν μακριά από την κοινωνική δράση και τις λαϊκές μάζες και αντιμετώπιζε τις εξελίξεις ως δάσκαλος και όχι ως πολιτικό ον, ο Ρήγας, ιδρυτής της πρώτης μυστικής απελευθερωτικής εταιρείας, «στάθηκε πραγματικός αρχηγός» (2).

Ήταν φυσικό λοιπόν, με αυτή την πορεία και τις θέσεις που βρίσκονταν στον αντίποδα των εκκλησιαστικών αντιλήψεων για τη ζωή των πιστών, να χαρακτηρισθεί εχθρός της θρησκείας και οι ιδέες του να καταδικασθούν.

Την πατριαρχική καταδίκη επέσυρε η αποκάλυψη της ύπαρξης του επαναστατικού σχεδίου του Ρήγα και η κατάσχεση του εντύπου με το οποίο καλούσε να ξεσηκωθούν όλοι «όσοι στενάζουν υπό την δυσφορωτάτην τυραννίαν του οθωμανικού βδελυρωτάτου δεσποτισμού… όλοι χριστιανοί και τούρκοι, χωρίς κανένα ξεχωρισμόν θρησκείας».

Το έντυπο αυτό είχε τίτλο «Νέα Πολιτική Διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης, της Μικράς Ασίας, των Μεσογείων Νήσων και της Βλαχομπογδανίας». Στον υπέρτιτλο υπήρχαν οι λέξεις: Ελευθερία – Ισοτιμία – Αδελφότης.

Σ’ αυτό περιλαμβανόταν ένα εισαγωγικό κείμενο που εκ των υστέρων αποκλήθηκε «Επαναστατική Προκήρυξη», τα «Δίκαια του Ανθρώπου», ο χάρτης της Πολιτείας που θα προέκυπτε από την Επανάσταση και το «Σύνταγμα του Ρήγα» και τέλος ο «Θούριος».

Οι αναφορές για την Εκκλησία στον «Θούριο»

Από συγγραφείς που βρίσκονταν ή βρίσκονται κοντά στην ορθόδοξη Εκκλησία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο τονίζονται ιδιαίτερα οι αναφορές του Ρήγα στη θρησκεία όπως γίνεται στον «Θούριο» («Ελάτε μ’ ένα ζήλον σε τούτον τον καιρόν, να κάμωμεν τον όρκον επάνω στον Σταυρόν… Ω, Βασιλεύ του Κόσμου, ορκίζομαι σε Σε, στην γνώμην των Τυράννων, να μην ελθώ ποτέ!») (3).

Όμως αυτό που χαρακτηρίζει ιδιαίτερα τα κείμενα του Ρήγα είναι το κήρυγμα της ανεξιθρησκίας που παρουσιάζεται ως βασικός όρος του πολιτεύματος το οποίο θα προκύψει από τον ξεσηκωμό.

Στα «Δίκαια του Ανθρώπου» στο άρθρο 3 αναφέρονται τα εξής: «Όλοι οι άνθρωποι, Χριστιανοί και Τούρκοι κατά φυσικόν λόγον είναι ίσοι. Όταν πταίση τινάς, οποιασδήποτε καταστάσεως, ο νόμος είναι ο αυτός διά το πταίσμα και αμετάβλητος, ήγουν δεν παιδεύεται ο πλούσιος ολιγώτερον και ο πτωχός περισσότερον διά το αυτό σφάλμα, αλλ’ ίσια ίσια» (4).

To έντυπο του Ρήγα με τις επαναστατικές θέσεις τυπώθηκε τον Οκτώβριο του 1797 στη Βιέννη σε 3.000 αντίτυπα.

Τα περισσότερα απ’ αυτά κατασχέθηκαν στην Τεργέστη και στη Βιέννη κι ελάχιστα κυκλοφόρησαν. Εκτός του «Θούριου», που τύπωσε στην Κέρκυρα ο συνεργάτης του Ρήγα Χριστόφορος Περαιβός, τα γνωρίζουμε από λίγα χειρόγραφα αντίγραφα ή χειρόγραφες μεταφράσεις.

Το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς κατασχέθηκαν στην Τεργέστη τρία κιβώτια με το επαναστατικό υλικό που είχαν παραλήπτη τον έμπιστο του Ρήγα και μέλος της εταιρείας Αντώνιο Κορωνιό.

Το γράμμα με τις παραγγελίες του Ρήγα έπεσε στα χέρια του Δημήτρη Οικονόμου που ήταν συνεργάτης του Κορωνιού.

Ο Οικονόμου διάβασε το γράμμα, άνοιξε τα κιβώτια και όταν είδε το υλικό που περιείχαν, πήγε στην αστυνομία. Έτσι όταν ο Ρήγας ανύποπτος έφτασε στην Τεργέστη, συνελήφθη.

Ανακρίθηκε και στη συνέχεια με σίδερα στα χέρια και στα πόδια εστάλη στη Βιέννη.

Στο μεταξύ, η αυστριακή κυβέρνηση ειδοποίησε την τουρκική και έπειτα από ανταλλαγή εγγράφων ο Ρήγας και οι σύντροφοί του παραδόθηκαν στους Τούρκους και οδηγήθηκαν στο Βελιγράδι όπου θανατώθηκαν στις 24 Ιούνη του 1798 (5).

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΓρηγόριοΣ Ε’ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ

«Πλήρες υπάρχει σαθρότητος…»

Πέντε μήνες μετά το μαρτυρικό θάνατο του Ρήγα και των συντρόφων του ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ εξαπολύει εγκύκλιο προς τους μητροπολίτες του θρόνου και τους προειδοποιεί για την κυκλοφορία του επαναστατικού εντύπου του Ρήγα (6).

Στο αντίγραφο της εγκυκλίου που εστάλη στο Μητροπολίτη Σμύρνης Άνθιμο (και διάδοχό του στο μητροπολιτικό θρόνο της πρωτεύουσας της Ιωνίας), που φέρει ημερομηνία 1 Δεκεμβρίου 1798, ο Γρηγόριος τον ενημερώνει ότι «συνέπεσεν εις χείρας ημών εν σύνταγμα εις μίαν κόλλαν χαρτί ολόκληρον, μεγάλην, εις απλήν φράσιν ρωμαϊκήν, επιγραφόμενον “νέα πολιτική διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης, των μικρών εν τη μεσογείω νήσων και της Βλαχομπογδανίας” και ανεμνήθημεν του ποιμαντικού χρέους».

Γι’ αυτό και του ζητάει να επαγρυπνεί «με ακριβείς έρευνας και εξετάσεις» για να μην κυκλοφορήσει στην επαρχία του το επικίνδυνο φύλλο:

«Όθεν εντελλόμεθα σοι σφοδρώς να εγρηγορής όλαις δυνάμεσιν, εν πάσι τοις μέρεσι της επαρχίας σου, και κώμαις και χωρίοις παραλίοις και μεσογείοις, να μην παραμπέση τοιούτον σύνταγμα εις ανάγνωσιν τω χριστιανικώ εμπιστευθέντι σοι λαώ, όπερ να μην εμφανισθή πρώτον τη αρχιεροσύνη σου, ότι πλήρες υπάρχει σαθρότητος εκ των θολερών αυτού εννοιών, τοις δόγμασι της ορθοδόξου ημών πίστεως εναντιούμενον».

Τον Ρήγα και τα επαναστατικά του κηρύγματα καταδίκασε και ένας άλλος ανώτερος κληρικός, ο μητροπολίτης Ιωαννίνων Ιερόθεος.

Το 1801, απευθυνόμενος στους κατοίκους της Πάργας που βοηθούσαν τους Σουλιώτες οι οποίοι συγκρούονταν με τον Αλή Πασά, έγραφε: «…ακούετε και ακολουθάτε, ως μανθάνω, τας συμβουλάς του Περραιβού ο οποίος σας απατά, δεν ηξεύρετε ότι αυτός με κάποιον Ρήγαν Θεσσαλόν και άλλους μερικούς παρομοίους λογιωτάτους, συνεννοούμενοι με τους Φραντζέζους, εσκόπευον να κάμουν επανάστασιν κατά του κραταιωτάτου Σουλτάνου αλλ’ ο μεγαλοδύναμος Θεός τους επαίδευσε κατά τας πράξεις των με τον θάνατον όπου τους έπρεπε, μόνον δε ο Περραιβός εσώθη διά τας ιδικάς σας αμαρτίας…» (7).

Ο Φίλιππος Ηλιού σημειώνει για τη σημασία της εγκυκλίου του Γρηγορίου Ε’:

«Η πατριαρχική καταδίκη του έργου του Ρήγα εντάσσεται, ομαλά, στη μακρά σειρά των ενεργειών και των επίσημων πράξεων με τις οποίες η συντεταγμένη ορθόδοξη εκκλησία επεχείρησε, από την έβδομη δεκαετία του 18ου αιώνα, να αναχαιτίσει τα νεωτερικά ρεύματα όσα, μέσα από μια ποικιλία εκδηλώσεων, που μορφοποιήθηκαν στα ρεύματα του νεοελληνικού Διαφωτισμού, προσανατόλιζαν τη νεοελληνική σκέψη και τις κοινωνικές πρακτικές προς την αποδέσμευση από τη δογματική αυθεντία του θρησκευτικού λόγου και τις εξ αποκαλύψεως αλήθειες…

Οι κατασταλτικές παρεμβάσεις του Πατριαρχείου εντείνονται, καθώς, τώρα πια, δεν απειλούνται πλέον μόνο τα θεμέλια της ορθόδοξης πίστης αλλά, μαζί μ’ αυτά, και οι εδραιωμένες κοινωνικές εξουσίες και ιεραρχίες, οι οποίες θεωρούνται, και αυτές, συμπεριλαμβανομένης και της οθωμανικής εξουσίας, “εκ θεού δεδομένες” και, κατά συνέπεια, ιερές και μη επιδεκτικές αμφισβήτησης» (8).

Η καταδίκη των ιδεών του Ρήγα δεν εκφράστηκε μόνο από τις κορυφές της εκκλησιαστικής ιεραρχίας αλλά και από τη «βάση».

Ο μοναχός Κύριλλος Λαυριώτης στο χειρόγραφο σύγγραμμά του «Ερμηνεία στην Αποκάλυψη» φθάνει στο σημείο να γράψει ότι ο Ρήγας «άνθρωπος ην, ανθρώπου μορφήν ενδεικνύμενος» (9).

Oι επτά σύντροφοι του Ρήγα που στραγγαλίστηκαν μαζί του

1. Ευστράτιος Αργέντης, έμπορος από τη Χίο, 31 ετών.

2. Δημήτριος Νικολίδης, γιατρός από τα Γιάννενα, 32 ετών.

3. Αντώνιος Κορωνιός, λόγιος και έμπορος από τη Χίο, 27 ετών.

4. Ιωάννης Καρατζάς, Κύπριος λόγιος από τη Λευκωσία, 31 ετών.

5. Θεοχάρης Γεωργίου Τουρούντζιας, έμπορος από τη Σιάτιστα, 22 ετών.

6. Ιωάννης Εμμανουήλ, από την Καστοριά, φοιτητής της Ιατρικής, 24 ετών.

7. Παναγιώτης Εμμανουήλ, αδελφός του Ιωάννη, υπάλληλος του Αργέντη, 22 ετών.

Ποιος παρέδωσε τον Ρήγα στους Αυστριακούς;

Για τον Γιάνη Κορδάτο ο Γρηγόριος Ε’ ήταν ο ηθικός αυτουργός του εγκλήματος της παράδοσης του Ρήγα στην αυστριακή αστυνομία από τον Δημήτρη Οικονόμου: «Φαίνεται πως ο Οικονόμου ήταν μυημένος στην Εταιρεία. Όμως δεν ήταν πατριώτης. Ήταν όργανο του Πατριαρχείου και γι’ αυτό παρακολουθούσε την αλληλογραφία του Κορωνιού με τον Ρήγα και με άλλους φίλους του Έλληνες από τη Βιέννη και αλλού. Έχοντας υποψίες, άνοιξε το γράμμα του Ρήγα, το διάβασε και είδε πως ετοιμαζόταν επαναστατικό κίνημα. Σύμφωνα με τις εντολές που είχε από την Πόλη, χωρίς να χάσει καιρό άνοιξε τα κιβώτια και είδε το επαναστατικό «εμπόρευμα».

Αμέσως τράβηξε για την αστυνομία… Έγινε δηλαδή προδότης. Πολλοί τον χαρακτηρίζουν σατανικό και με μαύρη ψυχή. Άλλοι δειλό και ανθρωπάκο. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί μπορεί να είναι σωστοί, μα στο έγκλημα προδοσίας ηθικός αυτουργός ήταν ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ και οι Φαναριώτες» (10).

Ο Κορδάτος επιμένει πως ο Οικονόμου δεν ήταν ο μόνος που πρόδωσε το Ρήγα. Γράφει ότι «προδότης έγινε και ο Μητροπολίτης Βελιγραδιου Μεθόδιος». Και προσθέτει:

«Κι αυτός ήταν μυημένος και τα ήξερε όλα, γιατί, κατέχοντας μεγάλη θέση στη Σερβία, μια που καμώθηκε τον επαναστάτη και πατριώτη, μπήκε –κατ’ εντολή βέβαια του Πατριαρχείου- στην οργάνωση και καθιστούσε ενήμερο τον Πατριάρχη για τις κινήσεις του Ρήγα…

Aυτοί οι δύο ήταν κατάσκοποι μέσα στην Εταιρία του Ρήγα και τονε πρόδωσαν. Εξάλλου και η αυστριακή ανάκριση το δηλώνει καθαρά, πως κατόπιν “εμπιστευτικών καταγγελιών” έπιασε το Ρήγα και τους συντρόφους του» (11).

Σε αντίθεση με τον Κορδάτο, ο ιστορικός Απόστολος Δασκαλάκης, στηριζόμενος σε έκθεση του Αυστριακού πρεσβευτή στην Οθωμανική Αυλή βαρόνου Χέρμερτ Ράθκηλ για την πρόταση να μεταφερθούν ο Ρήγας και οι σύντροφοί του στην Κωνσταντινούπολη και να παραδοθούν στον Πατριάρχη «αρχηγόν όντα του έθνους, ιεράρχην συνετόν, πολέμιον των γαλλικών αρχών και είπερ τινά ενδιαφερόμενον υπέρ της συντηρήσεως της τάξεως και του χωρισμού του πλήθους των αθώων από του μικρού αριθμού των ενόχων», καταλήγει στο συμπέρασμα:

«Είναι αναμφίβολον ότι ο Πατριάρχης ενδιεφέρθη διά την τύχην του Ρήγα και των επτά συντρόφων του, ότι μετέσχεν εις τας μυστικάς διαπραγματεύσεις μεταξύ Δραγουμάνου (σ.σ. του πρίγκηπα Υψηλάντη) και Αυστριακού πρεσβευτού και ότι κατέβαλε προσπαθείας να αναλάβη την φύλαξίν των προς σωτηρίαν των»).

Άλλοι ιστορικοί επιμένουν πάντως ότι το παραπάνω συμπέρασμα είναι αυθαίρετο με δεδομένη, όπως λένε, τη στάση του Γρηγορίου Ε’ απέναντι σε καθετί το επαναστατικό και απελευθερωτικό.

Υποστηρίζουν ακόμη ότι ο Γρηγόριος ήταν αυτός που βρισκόταν πίσω από την (κατά του Κοραή) «Πατρική Διδασκαλία», ενώ λίγους μήνες μετά απέστειλε τη γνωστή εγκύκλιο με την καταδίκη των ιδεών του Ρήγα.

Πώς λοιπόν, λένε, αυτός ο άνθρωπος θα ανελάμβανε να σώσει τον Ρήγα και τους συντρόφους του; Ακόμη και αυτά που περιγράφει ο Ράθκηλ και ειδικότερα η αναφορά στο χωρισμό «του πλήθους των αθώων από του μικρού αριθμού των ενόχων» κάθε άλλο παρά το ενδιαφέρον του Πατριάρχη για την τύχη του Ρήγα αποδεικνύουν (12 ).

Όπως και να έχει, πρόκειται για ένα ζήτημα που ακόμη και σήμερα προκαλεί έντονες συζητήσεις διχάζοντας τους ιστορικούς.

Ο Ρήγας και η Εκκλησία σήμερα

Μια απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και η θέση του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου

Παρά το ότι έχουν περάσει περισσότερα από διακόσια χρόνια από το θάνατο του Ρήγα, η καχυποψία και η αντίθεση στις ιδέες του στους κυρίαρχους κύκλους της επίσημης Εκκλησίας παραμένουν.

Στις 22 Ιουνίου 1998 η «Επιστημονική Εταιρεία Μελέτης Φερών-Βελεστίνου-Ρήγα» με επιστολή της στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, αφού θύμιζε την εγκύκλιο του Γρηγορίου Ε’ και το περιεχόμενό της, ζητούσε να εξεταστεί η δυνατότητα άρσης της.

Το θέμα συζητήθηκε σε συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου και το αίτημα απορρίφθηκε γιατί η εγκύκλιος κατά τους μητροπολίτες-μέλη της Συνόδου δεν ήταν μια καταδικαστική απόφαση αλλά ένα απλό γράμμα «ποιμαντικής σκοπιμότητος και καιρικού χαρακτήρος».

Το σκεπτικό της αποφάσεως το εξέθετε ο τότε αρχιγραμματέας του Πατριαρχείου, Μητροπολίτης Φιλαδελφείας Μελίτων, στην απάντησή του στην εταιρεία με ημερομηνία 5 Αυγούστου 1998:

«Τυγχάνει δήλον ότι δεν πρόκειται περί καταδικαστικής αποφάσεως, αλλά περί εγκυκλίου γράμματος, ποιμαντικής σκοπιμότητος και καιρικού χαρακτήρος, ευρίσκοντος την δικαιολογίαν αυτού εις την μέριμναν του ποιμένος όπως διαφυλάξη τους υπό την προστασίαν αυτού τελούντας χριστιανούς από διώξεων και δυσμενών συνεπειών, των οποίων την σκληρότητα μαρτυρεί η ιστορία.

Διότι είναι γνωστόν ότι τα μη συνταγματικά καθεστώτα της Ευρώπης και του λοιπού κόσμου της εποχής εκείνης διέκειντο εχθρικώς προς την ιδέαν της δεσμεύσεως αυτών διά συνταγμάτων και σκληρώς κατεδίωκον τους υποστηρίζοντας σχετικάς ιδέας, ως έπραξαν και προκειμένου περί του Ρήγα Βελεστινλή, του οποίου την διακοσιοστήν επέτειον της διά πολιτικούς λόγους θανατώσεως άγομεν κατά το τρέχον έτος.

Από τοιούτων κινδύνων ώφειλεν, ως φιλόστοργος Πατήρ, να διαφυλάξη το ευπαθές ποίμνιον αυτού ο αοίδιμος Πατριάρχης ανεξαρτήτως της προσωπικής αυτού αντιλήψεως περί της ορθότητος ή μη του “συντάγματος” του Ρήγα Βελεστινλή, του οποίου την περισυλλογήν συνιστά αναμιμνησκόμενος του “ποιμαντικού χρέους” ως χαρακτηριστικώς γράφει… Όθεν, εν συμπεράσματι, καταφανούς όντος του καιρικού χαρακτήρος της εν λόγω εγκυκλίου, σαφέστατον είναι ότι των συνθηκών εκείνων διαδραμουσών εξέλιπεν αυτοθρόως και η ισχύς αυτής και δεν υφίσταται σήμερον αντικείμενον προς άρσιν…» (13 ).

Ενδεικτικά της καχυποψίας και της αρνητικής στάσης της επίσημης Εκκλησίας της Ελλάδας απέναντι στον Ρήγα είναι και αυτά που γράφει ένας προκαθήμενός της, ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος στο βιβλίο του «Γρηγόριος Ε’ ο εθνάρχης της οδύνης»: «Ενεφανίσθη λοιπόν ένας οραματιστής, με πρόγραμμα επαναστατικό αλλά με βάση τις αρχές της Γαλλικής Επαναστάσεως, που δεν άγγιζαν το μέγα πρόβλημα της υπόδουλης χώρας.

Απεναντίας έσπερναν αναρχία και θεωρητική εξέγερση. Κρινόμενος ο Ρήγας με τα μέτρα της εποχής του, ήταν ένας επικίνδυνος ονειροπόλος.

Η υπό στυγνή δουλεία Ελλάς είχε ανάγκη πολιτικής και όχι κοινωνικής επαναστάσεως.

Η όλη υπόθεσις του Ρήγα μέχρι το μαρτύριο αφήκε εποχή στη ζωή της χώρας αναμφισβητήτως, αλλά ηθική και θεωρητική ήταν η ωφέλεια και κατεφάνη αργότερα.

Δεν αναγνωρίζεται ως μάρτυς, εθνομάρτυς, αναγνωρίζεται ως πρωτομάρτυς.

Ο Πατριάρχης έπρεπε να έχη λόγο και είχε τόσον από το ύψος της αποστολής του, όσον και από τις ασφαλείς εντολές των κρατούντων. Και ενήργησε αναλόγως. Κατηγορίες ευτελείς εις βάρος του είναι ξεπερασμένες πλέον» (14 ).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης «Νεοελληνικός Διαφωτισμός» σ. 366, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης και Ε.J. Hobsbawm, «Η εποχή των Επαναστάσεων, 1789-1848» σ. 204, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2002.

2. Γιάνης Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμος ΙΧ, σ. 320, εκδόσεις «Εικοστός Αιώνας», Γιάννης Ζέβγος «Σύντομη Μελέτη της Νεοελληνικής Ιστορίας» σ. 33 και 34, εκδόσεις «Διόνυσος».

3. Περιοδικό «Τόλμη» της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, Μάρτιος 2001, σ. 14, 15

4. «Ρήγα Βελεστινλή-Κείμενα» με πρόλογο-σημειώσεις του Λουκά Αξελού σ. 77, εκδόσεις «Στοχαστής», Αθήνα 1969.

5. Αναλυτικά για το μαρτυρικό τέλος του Ρήγα και των συντρόφων του: Γιάνης Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμος ΙΧ, σ. 338-368, εκδόσεις «Εικοστός Αιώνας» και Λουκάς Αξελός «Ρήγας Βελεστινλής – Σταθμοί και όρια στην διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα» σ. 567-590, εκδόσεις «Στοχαστής», Αθήνα 2004.

6. Από τον Ιούλιο του 1797 η Υψηλή Πύλη είχε στείλει «φιρμανική προσταγή» προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο για να ελέγξει τους χριστιανικούς πληθυσμούς και θύμιζε στον Γρηγόριο Ε’:

«…πρέπει να συνάζεις μέσα περιποιητικά της ευταξίας του μιλλετιού σου και ο ίδιος να μη λείπης με συμβουλάς και παραινέσεις του διδάσκειν στους βασιλικούς ραγιάδες τα της υπακοής των χρέη». (Δημήτρης Γ. Αποστολόπουλος «Η Γαλλική Επανάσταση στην Τουρκοκρατούμενη Ελληνική Κοινωνία» σ. 27, Αθήνα 1989. Βασίλειος Στυλ. Καραγεώργος «Η Πατριαρχική Εγκύκλιος του Γρηγορίου Ε’ προς τους Επτανησίους, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Γαλλική Επανάσταση» σ. 21, Αθήνα 2000. Αριστείδης Πανώτης «Το Συνοδικόν της εν Ελλάδι Εκκλησίας» σ. 422 (Αθήνα 2008).

7. Χριστόφορος Περραιβός «Ιστορία του Σουλίου και της Πάργας» σ. 94-96.

8. Φίλιππος Ηλιού «Η πατριαρχική καταδίκη του Ρήγα (ΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ HISTORICA τόμος 14ος, τεύχος 27-Δεκέμβριος 1997, σ. 297-302).

9. Λουκάς Αξελός «Ρήγας Βελεστινλής – Σταθμοί και όρια στη διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα», σ. 528-529, εκδόσεις «Στοχαστής», Αθήνα 2004.

10. Γιάνης Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμος ΙΧ, σ. 356, 357, εκδόσεις Εικοστός Αιώνας.

Ο Κορδάτος παραπέμπει και στο Λεγκράν Αιμιλίου (Εmile Legrand): Ανέκδοτα έγγραφα περί Ρήγα Βελεστινλή, δημοσιευόμενα μετά μεταφράσεως ελληνικής και σημειώσεων υπό Σπ. Π. Λάμπρου στο «Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος» τόμος Γ’, σ. 585-774, Αθήναι 1891.

11. Ο Κορδάτος παραπέμπει στην επιθεώρηση Neue Berlinische Monatsschrift (Μάιος 1803, σ.382) όπου «σημειώνεται μαζί με άλλα πως ο επίσκοπος Βελιγραδίου Μεθόδιος “μετείχε της συνωμοσίας” αλλά από φόβο πρόδωσε τον Ρήγα». Ο Κορδάτος λέει ότι αυτή η πληροφορία δεν είναι σωστή και προσθέτει:

«Ο Μεθόδιος ήταν πράχτορας του Οικουμενικού Πατριαρχείου κι ότι έκανε το έκανε συνειδητά, εκτελώντας διαταγές του Πατριάρχη της Πόλης» (Γιάνης Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμος ΙΧ, σ. 357, εκδόσεις «Εικοστός Αιώνας»).

12. Λουκάς Αξελός «Ρήγας Βελεστινλής – Σταθμοί και όρια στη διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα» σ. 572, 573 εκδόσεις «Στοχαστής», Αθήνα 2004. Απόστολος Δασκαλάκης «Ρήγα Βελεστινλή. Επαναστατικά σχέδια και μαρτυρικόν τέλος», σ. 156, εκδόσεις «Ε.Γ. Βαγιονάκη», Αθήνα 1979.

13. Ολόκληρη η αλληλογραφία της «Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Φερών-Βελεστίνου-Ρήγα» και του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο «Ρήγας και Ορθόδοξη Πίστη» του Δημήτρη Καραμπερόπουλου (έκδοση της Εταιρείας, Αθήνα 2008).

14. Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος «Γρηγόριος Ε’, ο εθνάρχης της οδύνης», έκδοση της Αποστολικής Διακονίας, σ. 261, Αθήνα 2004.

«Θούριος», το εμβατήριο όλων των υπόδουλων λαών

Βούλγαροι κι Αρβανίτες,

Αρμένιοι και Ρωμιοί,

αράπηδες και άσπροι,

με μια κοινή ορμή,

για την Ελευθερίαν

να ζώσωμεν το σπαθί

«Ρήγας» Βελεστινλής

O «Θούριος» είναι το γνωστότερο από τα ποιήματα του Ρήγα Φεραίου. Τυπώθηκε στη Βιέννη στο τυπογραφείο των συνεργατών του αδελφών Πούλιου που κατάγονταν από τη Σιάτιστα. Το ποίημα αυτό αποτελεί ένα κάλεσμα στους λαούς που στέναζαν κάτω από τον τουρκικό ζυγό να ξεσηκωθούν. Ο ρόλος που έπαιξε στην αφύπνιση των συνειδήσεων των υπόδουλων ήταν τεράστιος. Τη σημασία αυτή εξήραν στα έργα τους σημαντικοί ιστορικοί. Ο Γ. Κορδάτος έγραψε πως ο «Θούριος» ήταν «πανβαλκανικό εμβατήριο».

Ο Γάλλος περιηγητής και ιστορικός Pouqeville έγραψε πως «οι Έλληνες πολεμούσαν έχοντας στα χείλη τους τις τρομερές στροφές του Ρήγα». Ο ιστορικός συγγραφέας Δημήτρης Φωτιάδης στην αναφορά στη θυσία των Ιερολοχιτών στο Δραγατσάνι αναφέρει:

«Όσοι από τους Ιερολοχίτες στο Δραγατσάνι δεν βρήκαν το θάνατο στη μάχη παρά πέσανε στα χέρια των τυράννων, τραγουδάγανε τον «Θούριο» όταν τους οδηγούσαν να τους σφάξουν».

Και ο Γεώργιος Τερτσέτης, ο αγωνιστής του 1821, ο δικαστής που αρνήθηκε μαζί με τον Πολυζωίδη να δικάσει τον Κολοκοτρώνη, χαρακτήρισε τον Θούριο “το ιερότερο άσμα της φυλής μας”».

Ως πότε, παλληκάρια, να ζούμεν στα στενά,

μονάχοι, σαν λιοντάρια, στες ράχες, στα βουνά;

σπηλιές να κατοικούμεν, να βλέπωμεν κλαδιά,

να φεύγωμ’ απ’ τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;

να χάνωμεν αδέλφια, Πατρίδα και γονείς,

τους φίλους, τα παιδιά μας κι όλους τους συγγενείς;

Κάλλιο ‘ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή,

παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά και φυλακή!

Τι σ’ ωφελεί αν ζήσης και είσαι στη σκλαβιά;

Στοχάσου πως σε ψένουν καθ’ ώραν στη φωτιά.

Βεζύρης, Δραγουμάνος, Αφέντης κι αν σταθής,

ο Τύραννος αδίκως σε κάμει να χαθής·

δουλεύεις όλ’ ημέρα σε ό,τι κι αν σοι πη,

κι αυτός πασχίζει πάλιν το αίμα σου να πιή.

Ο Σούτζος κι ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής,

Γκίκας και Μαυρογένης, καθρέπτης είν’ να ιδής.

Ανδρείοι καπετάνιοι, παπάδες, λαϊκοί,

σκοτώθηκαν, κι αγάδες, με άδικον σπαθί·

κι αμέτρητ’ άλλοι τόσοι, και Τούρκοι και Ρωμιοί,

ζωήν και πλούτον χάνουν, χωρίς καμμιά ‘φορμή.

Ελάτε μ’ έναν ζήλον σε τούτον τον καιρόν,

να κάμωμεν τον όρκον επάνω στον Σταυρόν·

συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμόν,

να βάλωμεν, εις όλα να δίδουν ορισμόν·

οι Νόμοι νάν’ ο πρώτος και μόνος οδηγός,

και της Πατρίδος ένας να γένη αρχηγός·

γιατί κ’ η αναρχία ομοιάζει την σκλαβιά·

να ζούμε σα θηρία, είν’ πλιο σκληρή φωτιά.

Και τότε, με τα χέρια ψηλά στον ουρανόν,

ας πούμ’ απ’ την καρδιά μας ετούτα στον Θεόν:

(Εδώ σηκώνονται οι Πατριώται ορθοί, και, υψώνοντες τας χείρας προς τον ουρανόν, κάμνουν τον Όρκον:)

«Ω Βασιλεύ του Κόσμου, ορκίζομαι σε Σε,

στην γνώμην των Τυράννων να μην ελθώ ποτέ!

Μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ

εις τα ταξίματά τους, για να παραδοθώ.

Εν όσω ζω στον κόσμον, ο μόνος μου σκοπός,

για να τους αφανίσω, θε να ‘ναι σταθερός.

Πιστός εις την Πατρίδα, συντρίβω τον ζυγόν,

αχώριστος για να ‘μα υπό τον στρατηγόν.

Κι αν παραβώ τον όρκον, ν’ αστράψ’ ο Ουρανός

και να με κατακάψη, να γένω σαν καπνός!».

Σ’ Ανατολή και Δύσι και Νότον και Βοριά

για την Πατρίδα όλοι να ‘χωμεν μια καρδιά·

στην πίστη του καθένας ελεύθερος να ζη,

στην δόξα του πολέμου να τρέξωμεν μαζί.

Βουλγάροι κι Αρβανίτες, Αρμένοι και Ρωμιοί,

αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή,

για την Ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί,

πως είμασθ’ αντρειωμένοι, παντού να ξακουσθή.

Όσ’ απ’ την Τυραννίαν πήγαν στην ξενιτειά,

στον τόπον του καθένας ας έλθη τώρα πια·

και όσοι του πολέμου την τέχνην αγροικούν,

εδώ ας τρέξουν όλοι, Τυράννους να νικούν·

η Ρούμελη τους κράζει μ’ αγκάλες ανοιχτές,

τους δίδει βιο και τόπον, αξίες και τιμές.

Ως πότ’ οφφικιάλος σε ξένους βασιλείς;

Έλα να γίνης στύλος δικής σου της φυλής.

Κάλλιο για την Πατρίδα κανένας να χαθή,

ή να κρεμάση φούντα για ξένον στο σπαθί.

Και όσοι προσκυνήσουν, δεν είναι πλιο εχθροί·

αδέλφια μας θα γένουν, ας είναι κι’ εθνικοί.

Μα όσοι θα τολμήσουν αντίκρυ να σταθούν,

εκείνοι, και δικοί μας αν είναι, ας χαθούν.

Σουλιώτες και Μανιάτες, λιοντάρια ξακουστά,

ως πότε στες σπηλιές σας κοιμάσθε σφαλιστά;

Μαυροβουνιού καπλάνια, Ολύμπου σταυραετοί

κι Αγράφων τα ξεφτέρια, γενήτε μια ψυχή.

Ανδρείοι Μακεδόνες, ορμήσατε για μια

και αίμα των Τυράννων ρουφήστε σα θεριά.

Του Σάβα του Δουνάβου αδέλφια χριστιανοί,

με τ’ άρματα στο χέρι καθένας ας φανή·

το αίμα σας ας βράση με δίκαιον θυμόν·

μικροί, μεγάλ’ ομώστε Τυράννου τον χαμόν.

Λεβέντες αντρειωμένοι Μαυροθαλασσινοί,

ο βάρβαρος ως πότε θε να σας τυραννή;

Μη καρτερήτε πλέον ανίκητοι Λαζοί,

χωθήτε στο Μπογάζι μ’ εμάς και σεις μαζί.

Δελφίνια της θαλάσσης, αζδέρια των νησιών,

σαν αστραπή χυθήτε, κτυπάτε τον εχθρόν.

Της Κρήτης και της Νύδρας θαλασσινά πουλιά,

καιρός είν’ της Πατρίδος ν’ ακούστε τη λαλιά.

Κι όσ’ είστε στην αρμάδα, σαν άξια παιδιά,

οι Νόμοι σας προστάζουν να βάλετε φωτιά.

Μ’ εμάς κ’ εσείς, Μαλτέζοι, γενήτ’ ένα κορμί·

κατά της Τυραννίας ριχθήτε με ορμή.

Σας κράζει η Ελλάδα, σας θέλει, σας πονεί,

ζητά την συνδρομήν σας με μητρικήν φωνήν.

Τι στέκεις, Πασβαντζόγλου, τόσον εκστατικός;

Τινάξου στο Μπαλκάνι, φώλιασε σαν αϊτός·

τους μπούφους και κοράκους καθόλου μην ψηφάς·

με τον ραγιά ενώσου, αν θέλης να νικάς.

Σιλίστρα και Μπραΐλα, Σμαήλι και Κιλί,

Μπενδέρι και Χοτίνι εσένα προσκαλεί·

στρατεύματά σου στείλε κ’ εκείνα προσκυνούν,

γιατί στην Τυραννίαν να ζήσουν δεν μπορούν.

Γκιουρτζή, πλια μη κοιμάσαι, σηκώσου με ορμήν·

τον Μπρούσια να μοιάσης έχεις την αφορμήν.

Και συ, που στο Χαλέπι ελεύθερα φρονείς,

πασιά, καιρόν μη χάνης, στον κάμπον να φανής·

με τα στρατεύματά σου ευθύς να σηκωθής,

στης Πόλης τα φερμάνια ποτέ να μη δοθής.

Του Μισιριού ασλάνια, για πρώτη σας δουλειά,

δικόν σας έναν μπέη κάμετε βασιλιά·

χαράτζι της Αιγύπτου στην Πόλ’ ας μη φανή,

για να ψοφήσ’ ο λύκος, όπου σας τυραννεί.

Με μια καρδίαν όλοι, μια γνώμην, μια ψυχή,

κτυπάτε του Τυράννου την ρίζαν, να χαθή!

Ν’ ανάψωμεν μια φλόγα σε όλην την Τουρκιά,

να τρέξ’ από την Μπόσνα και ως την Αραπιά!

Ψηλά στα μπαϊράκια σηκώστε τον Σταυρόν

και σαν αστροπελέκια κτυπάτε τον εχθρόν!

Ποτέ μη στοχασθήτε πως είναι δυνατός·

καρδιοχτυπά και τρέμει σαν τον λαγό κι αυτός.

Τρακόσιοι Γκιρζιαλήδες τον έκαμαν να διη

πως δεν μπορεί με τόπια, μπροστά τους να εβγή.

Λοιπόν, γιατί αργείτε; Τι στέκεσθε νεκροί;

Ξυπνήσατε, μην είσθε ενάντιοι κ’ εχθροί.

Πώς οι προπάτορές μας ωρμούσαν σαν θεριά,

για την Ελευθερίαν πηδούσαν στη φωτιά,

έτζι κ’ ημείς, αδέλφια, ν’ αρπάξωμεν για μια

τ’ άρματα, και να βγούμεν απ’ την πικρή σκλαβιά!

Να σφάξωμεν τους λύκους, που τον ζυγόν βαστούν

και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν·

στεριάς και του πελάγου να λάμψη ο Σταυρός,

κ’ εις την Δικαιοσύνην να σκύψη ο εχθρός

ο κόσμος να γλυτώση απ’ αύτην την πληγή

κ’ ελεύθεροι να ζώμεν, αδέλφια, εις την Γη!

paraskevi13

One thought on “ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΑΜΦΙΣΒΗΤΙΕΣ

Σχολιάστε