Του Μανώλη Κωστίδη
ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ
«Παραδίδωμι δὲὑμῖν τὴνἐκλαμπροτάτην καὶ περίφημον ταύτην πόλιν καὶ πατρίδα ἡμῶν καὶ βασιλεύουσαν τῶν πόλεων.
Καλῶς οὖν οἴδατε, ἀδελφοί, ὅτι διὰ τέσσαρά τιναὀφειλέται κοινῶς ἐσμὲν πάντες ἵνα προτιμήσωμεν ἀποθανεῖν μᾶλλονἢ ζῆν,πρῶτον μὲνὑπὲρ τῆς πίστεωςἡμῶν καὶ εὐσεβείας, δεύτερον δὲ ὑπὲρ τῆς πατρίδος, τρίτον δὲ ὑπὲρ τοῦ βασιλέωςὡς χριστοῦ κυρίου, καὶ τέταρτον ὑπὲρ συγγενῶν καὶ φίλων.
Λοιπόν, ἀδελφοί, ἐὰν χρεῶσταί ἐσμεν ὑπὲρ ἑνὸς ἐκ τῶν τεσσάρωνἀγωνίζεσθαι ἕως θανάτου, πολλώ μᾶλλον ὑπὲρ πάντων τούτων ἡμεῖς, ὡς βλέπετε προφανῶς, καὶ ἐκ πάντωνμέλλομεν ζημιωθῆναι.
Ἐὰν διὰ τὰἐμὰ πλημμελήματα παραχωρήσῃὁ θεὸς τὴννίκην τοῖςἀσεβέσιν, ὑπὲρ τῆς πίστεωςἡμῶν τῆςἁγίας, ἢν Χριστὸςἐν τω οἰκείῳαἵματιἡμῖνἐδωρήσατο, κινδυνεύομεν· ὅἐστι κεφάλαιον πάντων.
Καὶἐὰν τὸνκόσμονὅλον κερδήσῃ τις καὶ τὴν ψυχὴν ζημιωθῇ, τί τὸὄφελος; Δεύτερονπατρίδα περίφημον τοιούτωςὑστερούμεθα καὶ τὴνἐλευθερίανἡμῶν. Σρίτονβασιλείαν τὴν ποτὲ μὲν περιφανῆ, νῦν δὲ τεταπεινωμένην καὶὠνειδισμένηνκαὶἐξουθενωμένηνἀπωλέσαμεν, καὶὑπὸ τοῦ τυράννου καὶἀσεβοῦςἄρχεται. Σέταρτον δὲ καὶ φιλτάτων τέκνων καὶ συμβίων καὶ συγγενῶνὑστερούμεθα.
«Σας παραδίδω την εκλαμπρότατη και φημισμένη αυτή πόλη, πατρίδα σας και βασίλισσα των πόλεων.
Ξέρετε καλά, αδέρφια, ότι για τέσσερις λόγους οφείλουμε όλοι να προτιμήσουμε το θάνατο παρά τη ζωή: πρώτον, για την πίστη και την ευσέβειά μας· δεύτερον, για την πατρίδα· τρίτον, για το βασιλέα και το Χριστό· και τέταρτον, για τους συγγενείς και φίλους. Λοιπόν αδέρφια, αν οφείλουμε να αγωνιστούμε μέχρι θανάτου για έναν και μόνο από τους τέσσερις αυτούς λόγους, πολύ περισσότερο για όλους μαζί, όπως προφανώς κατανοείτε.
Αν για τις αμαρτίες μας παραχωρήσει ο Θεός τη νίκη στους ασεβείς, θα διακινδυνεύσουμε υπέρ της πίστεως της αγίας που μας παραχώρησε ο Χριστός με το αίμα του.
Αυτό είναι το σπουδαιότερο απ’ όλα.
Τι θα ωφεληθεί κανείς αν κερδίσει τον κόσμο όλο και χάσει την ψυχή του; Δεύτερον, χάνουμε έτσι μια περίφημη πατρίδα και, ακόμη, την ελευθερία μας.
Τρίτον, χάνουμε την άλλοτε περιφανή και σήμερα ντροπιασμένη, ταπεινωμένη και εξουθενωμένη βασιλεία, η οποία γίνεται έρμαιο του ασεβούς τυράννου. Τέταρτον, στερούμεθα τις προσφιλείς γυναίκες και τα παιδιά μας και τους συγγενείς μας.»
Αυτά είναι ένα απόσπασμα από την τελευταία συγκινητική ομιλία που έκανε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στην Αγία Σοφία, προς τους στρατηγούς του μια ημέρα πριν την Άλωση.
Δείχνει το θάρρος του Αυτοκράτορα και είναι ένας λόγος , που ακόμη και σήμερα πρέπει να διδαχθεί σε όλους για ποιο λόγο πρέπει να υπερασπιζόμαστε και να πολεμάμε μέχρι τέλους για να υπερασπιστούμε τα εδάφη μας.
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ ο Παλαιολόγος ( 9 Φεβρουαρίου 1404- 29 Μαϊου 1453) Όταν ήταν ακόμη νεαρός, ο πατέρας του Μανουήλ του είχε αναθέσει τη διοίκηση πόλεων του Ευξείνου Πόντου .
Αργότερα με τους αδελφούς του Θεόδωρο και Θωμά ανέλαβαν τη διοίκηση του Δεσποτάτου του Μυστρά και ολοκλήρωσαν την ανάκτηση των φραγκοκρατούμενων περιοχών.
Η παραμονή και των τριών αδελφών στην Πελοπόννησο δημιουργούσε οπωσδήποτε προβλήματα, οπότε ο Κωνσταντίνος πήγε στην Κωνσταντινούπολη , όπου παρέμεινε από τον Σεπτέμβριο τού 1435 ως τον Ιούνιο τού 1436, για να συζητήσει σχετικά θέματα με τον αυτοκράτορα.
Στο διάστημα 1435-1441 μετέβη στην Ιταλία, όπου μετείχε στις επιτροπές των Βυζαντινών, που προσπαθούσαν να πετύχουν την ένωση των Εκκλησιών.
Η ρήξη με τον αδελφό του Θεόδωρο προσέλαβε επικίνδυνες διαστάσεις και χρειάστηκαν σύντονες προσπάθειες για να επιτευχθεί συμβιβαστική συμφωνία και συνδιαλλαγή.
Η διοίκηση του δεσποτάτου αναλήφθηκε από τον Θεόδωρο και τον Θωμά, ο δε Κωνσταντίνος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη για να συμπαρασταθεί στις προσπάθειες τού Ιωάννη Η’.
Αντικατέστησε τον αυτοκράτορα κατά την περίοδο τής μετάβασης του στη Δύση για τη συμμετοχή στη Σύνοδο Φεράρας- Φλωρεντίας (27 Νοεμβρίου 1439 – 1 Φεβρουαρίου 1440), ενώ μετά την άφιξη τού αυτοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη ο Κωνσταντίνος επίστρεψε και πάλι στην Πελοπόννησο..




Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΑΝΑΠΑΥΣΕΙ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΥ ΣΦΑΓΙΑΤΗΚΑΝ ΚΑΙ ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΟΓΓΟΛΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ.