"Greek National Pride" blog / ΕΘΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ / ΕΛΛΑΔΑ / Εξοπλισμοί

Αναβάθμιση των P-3B Orion: δεδομένα, επιλογές και προτάσεις


???????????????????????????????

Προ λίγων μηνών ο Α/ΓΕΝ Αντιναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης είχε δηλώσει χαρακτηριστικά πως“[…] σε συνεργασία με την πολιτική ηγεσία του Yπουργείου Εθνικής Αμύνης και με την ηγεσία του ΓΕΕΘΑ, καθημερινά κάνουμε πράξη την υποστήριξη και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων μονάδων.

Πέρα από αυτό, με πλάνο και στοχευμένες κινήσεις, προβαίνουμε στις κατάλληλες ενέργειες για τις απαραίτητες προσθήκες στον Στόλο μας.”

Μια από τις πλέον επείγουσες περιπτώσεις που πιθανότατα εννοούσε ο κ. Α/ΓΕΝ ήταν και αυτή των Αεροσκαφών Ναυτικής Συνεργασίας (ΑΦΝΣ).

Όπως ήδη έχουμε αναφέρει, η χώρα μας πρόσφατα υπέβαλε προς τις ΗΠΑ Επιστολή Αιτήματος (LoR) για την επανενεργοποίηση δύο εκ των υπαρχόντων ΑΦΝΣ Ρ-3Β Orion του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και τον εκσυγχρονισμό τεσσάρων (+1 option) ώστε να τερματιστεί η  -εδώ και μερικά χρόνια- υφιστάμενη κατάσταση με την απαράδεκτη έλλειψη αντίστοιχων μέσων.

Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές πιθανόν να έχει παραληφθεί και η απαντητική Επιστολή Αποδοχής (LOA) από την αμερικανική πλευρά, ώστε το πρόγραμμα να μπει σε πορεία υλοποίησης όπως ελπίζεται. Πριν εισέλθουμε σε λεπτομέρειες οφείλουμε να επισημάνουμε τις εξής παραδοχές/παρατηρήσεις:

  • Η εν λόγω λύση (αναβάθμιση των ήδη διαθέσιμων P-3 Orion) ήταν η λογικότερη, δεδομένου ότι έχει επιλεγεί σχεδόν απ’ όλους τους άλλους χρήστες του συγκεκριμένου αεροσκάφους. Έρχεται όμως πολύ καθυστερημένη.

  • Ανεξαρτήτως του αν η εν λόγω επιλογή είναι η καλύτερη, ομολογουμένως φαντάζει ως η ρεαλιστικότερη και, μάλλον, η οικονομικότερη καθώς θα αξιοποιηθούν πολλές από τις ήδη υπάρχουσες υποδομές υποστήριξης των αεροσκαφών. Αυτό φυσικά είναι καθοριστικό για το εφικτό και μόνο ενός τέτοιου προγράμματος σε μια περίοδο όπως αυτή που διανύουμε.

  • Πέραν όμως από την εκτέλεση αυτού καθ’ αυτού του προγράμματος αναβάθμισης, είναι ιδιαίτερα κρίσιμη η διασφάλιση της απρόσκοπτης υποστήριξης των αεροσκαφών και των συστημάτων τους στο μέλλον. Κατά την ταπεινή μας άποψη, κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί κάτι τέτοιο πιο καλύτερα από τον ίδιο τον κατασκευαστή. Υπό αυτό το πρίσμα η δεδομένη πρόθεση του Π.Ν. για συνεργασία συγκεκριμένα με την LockheedMartin  είναι απολύτως κατανοητή.

  • Η σημερινή οικονομική στενότητα επιβάλλει την αφιέρωση των όποιων διαθέσιμων οικονομικών πόρων σε μέσα-«πολλαπλασιαστές ισχύος». Σε αυτό το πλαίσιο και η ικανότητα ενός συστήματος να εκτελεί πολλαπλούς ρόλος είναι άκρως θεμιτή.

  • Είναι δεδομένο ότι σε περίοδο πραγματικών επιχειρήσεων η χρησιμότητα και, κυρίως, η επιβιωσιμότητα των ΑΦΝΣ (ειδικά αυτών της κατηγορίας του P-3) σε ένα περιβάλλον κορεσμένο από απειλές όπως αυτό του Αιγαίου, θα είναι περιορισμένη. Γι’ αυτό είναι ευκταία η εκμετάλλευση των δυνατοτήτων τους στο 100% ήδη από την περίοδο της ειρήνης ούτως ώστε να μπορούν να προσφέρουν επιχειρησιακά ότι περισσότερο μπορούν όσο δεν απειλούνται.

  • Τέλος, ανεξαρτήτως αν εμείς προσωπικά θεωρούμε αυτή την επιλογή ιδανική ή όχι, θα πρέπει να κατανοήσουμε πως «αυτά έχουμε, με αυτά θα πορευτούμε» και συνεπώς να κοιτάξουμε πως θα βελτιστοποιήσουμε τη δεδομένη κατάσταση.

Η στροφή στα υπάρχοντα αεροσκάφη

Εδώ και 15 μήνες περίπου η ηγεσία του Π.Ν. άρχισε να επανεξετάζει σοβαρά και εξαρχής το ζήτημα των ΑΦΝΣ.

Η αδυναμία πρόσκτησης νέων ΑΦΝΣ ήταν δεδομένη και έτσι οι κατά καιρούς παρουσιάσεις των διαφόρων εταιρειών όπως η Airbus Military για το C-295 σε ρόλο ναυτικής επιτήρησης, είχαν τυπική και μόνο αξία.

Επίσης απορρίφθηκε και το ενδεχόμενο μίσθωσης ΑΦΝΣ Atlantique-2 από τα γαλλικά πλεονάσματα (για τους περιορισμούς και τις πιεστικές προϋποθέσεις που θα ενείχε μια τέτοια επιλογή, δείτε εδώ).

Κάπως έτσι το ενδιαφέρον περιορίστηκε στα P-3, με την εξέταση είτε της απόκτησης «νέων» P-3C από τα αμερικανικά πλεονάσματα, είτε της αναβάθμισης των υπαρχόντων P-3B (η οποία, σημειωτέον, στο παρελθόν είχε απορριφθεί). Έτσι, στις 23 και 24 Ιανουαρίου 2013, εκπρόσωποι του U.S. Navy και εταιρείας της εταιρείας L-3 παρουσίασαν σε επιτελείς της ΓΔΑΕΕ και του ΓΕΝ τις διάφορες δυνατότητες και επιλογές ενός ενδεχομένου μελλοντικού προγράμματος πρόσκτησης, αναβάθμισης/εκσυγχρονισμού και συντήρησης ΑΦΝΣ τύπου P-3. Στις 13 Σεπτεμβρίου 2013, ο αντιπρόεδρος της εταιρείας Lockheed Martin συναντήθηκε με επιτελείς του ΓΕΝ με σκοπό την ενημέρωση επί των δυνατοτήτων της εταιρείας σε θέματα υποστηρίξεως/αναβαθμίσεως των εν λόγω αεροσκαφών. Τότε πιθανότατα τέθηκε επί τάπητος και μια επικαιροποιημένη πρόταση της εταιρείας στη βάση μιας παλαιότερης που προέβλεπε την επαναφορά σε χρήση δύο εκ των υπαρχόντων αεροσκαφών, μέχρι να πραγματοποιηθούν εργασίες αναβάθμισης σε 4 P-3C που θα αποκτώντο  δωρεάν από τα αμερικανικά πλεονάσματα. Το τελευταίο αυτό σκέλος όμως δεν ήταν τελικώς εφικτό είτε διότι τα όποια διαθέσιμα αεροσκάφη του τύπου δεν βρισκόταν σε καλή κατάσταση ή/και δεν διατίθεντο δωρεάν, είτε απλούστατα διότι δεν υπήρχαν πλεονασματικά. Σύμφωνα με πληροφορίες, το θέμα της διαθεσιμότητας (δωρεάν ή έναντι χαμηλού αντιτίμου) μεταχειρισμένων P-3C ξανασυζητήθηκε και πρόσφατα κατά την επίσημη επίσκεψη του Έλληνα Α/ΓΕΝ στις ΗΠΑ το διάστημα από 12 έως 17 Ιανουαρίου 2014. Κάπως έτσι επελέγη οριστικά η λύση της (επαν)αξιοποίησης των υπαρχόντων αεροσκαφών P-3B.

Δύο από τα έξι P-3B επελέγησαν για άμεση επαναφορά σε πτήσιμη κατάσταση (με τον εξοπλισμό τους να παραμένει ως έχει). Τα αεροσκάφη αυτά βρίσκονται ήδη στην Τανάγρα καθώς οι σχετικές εργασίες θα λάβουν χώρα στην ΕΑΒ. Εκεί επιθεωρήθηκαν τον περασμένο μήνα και από Αμερικάνους τεχνικούς. Αυτά θα αποτελέσουν την ενδιάμεση λύση μέχρι να ολοκληρωθούν οι εργασίες αναβάθμισης στα άλλα τέσσερα αεροσκάφη του τύπου (με δικαίωμα προαίρεσης και για ένα πέμπτο που προφανώς θα είναι ένα εκ των δύο ενδιάμεσης λύσης). Οι εργασίες θα περιλαμβάνουν επιθεώρηση και συντήρηση εργοστασιακού επιπέδου καθώς και επέκταση του ορίου ζωής στις 15.000 ώρες πτήσης. Αυτό θα απαιτήσει και την αντικατάσταση των επιφανειών του εσωτερικού και του συνόλου του εξωτερικού τμήματος της πτέρυγας όπως επίσης και των ουραίων οριζόντιων πτερυγίων, από νέα. Τέλος, θα τοποθετηθεί νέος εξοπλισμός αποστολής που θα αντικαταστήσει στο σύνολό του τον ήδη υπάρχοντα που είναι απηρχαιωμένος (θα διατηρηθεί ως έχει ίσως μόνο το τερματικό του συστήματος AIS). Και αυτές οι εργασίες αναμένεται να πραγματοποιηθούν στην ΕΑΒ και όχι στις ΗΠΑ όπως προέβλεπε η αρχική πρόταση, με τον πρόεδρο της ελληνικής εταιρείας κ. Π. Μανούσο να δηλώνει πως το κόστος της ανακατασκευής και των δομικών εργασιών που απαιτούνται θα φτάσει τα 60 εκατ. ευρώ και να προβλέπει την υπογραφή της σχετικής συμφωνίας εντός του 2014. Το σύνολο του κόστους του όλου προγράμματος (που θα έχει ορίζοντα υλοποίησης πενταετίας) προβλέπεται να καλυφτεί μέσω κονδυλίων FMS.

Το πρόγραμμα περιλαμβάνει την επανεκπαίδευση 8 χειριστών, 4 ιπτάμενων μηχανικών και πρόσθετου προσωπικού συντήρησης, καθώς οι σχετικές δεξιότητες έχουν απωλεσθεί μετά την πολυετή αναστολή επιχειρησιακής λειτουργίας της 353 ΜΝΑΣ. Σε δεύτερη φάση προβλέπεται παροχή πρόσθετης εκπαίδευσης στα πληρώματα αποστολής και στο τεχνικό προσωπικό για τα νέα συστήματα αποστολής που θα τοποθετηθούν στα αναβαθμισμένα αεροσκάφη και για τα οποία θα μιλήσουμε παρακάτω.

Το σύστημα αποστολής

«Καρδιά» και «μυαλό» του νέου εξοπλισμού που θα εγκατασταθεί στα 4 αεροσκάφη προβλέπεται να είναι το, εγχώριας ανάπτυξης, σύστημα αποστολής Mission Integration & Management System (MIMS) της εταιρείας ISIHellas, το οποίο καλύπτει τις προδιαγραφές MIL-STD-810 και MIL-STD-461E. . Το σύστημα αυτό διασυνδέει και ολοκληρώνει το σύνολο των αισθητήρων, των ζεύξεων, των οπλικών συστημάτων και των διαφόρων λοιπών υποσυστημάτων του ΑΦΝΣ προσφέροντας στον επικεφαλής του πληρώματος αποστολής μια ενιαία και ολοκληρωμένη εικόνα της τακτικής κατάστασης μέσω σταθμού εργασίας πολλαπλών λειτουργιών που θα είναι κοινός και με εκείνους του υπόλοιπου πληρώματος.  Η ίδια εταιρεία θα παράσχει και το Επίγειο Σύστημα Υποστήριξης (GSS) για την σχεδίαση αποστολής, την επιχειρησιακή εκπαίδευση και την απενημέρωση. Υπενθυμίζεται πως τα συστήματα της ISIHellasβρίσκονται ήδη σε υπηρεσία με (τουλάχιστον) έναν επιβεβαιωμένο χρήστη στο εξωτερικό. Πρόκειται για πέντε ΑΦΝΣ τύπου Fokker-50MPA Enforcer Mk.2 της Αεροπορίας της Σιγκαπούρης που είναι εξοπλισμένα με το MIMS. Το σύστημα λειτουργεί άψογα εδώ και αρκετά χρόνια, ενώ ο εν λόγω χρήστης είχε αναλάβει εξολοκλήρου και το αρχικό -μη επαναλαμβανόμενο- κόστος ανάπτυξης και ενσωμάτωσης (συνεπώς η ελληνική πλευρά δεν θα επιβαρυνθεί με κάτι τέτοιο).

Η ISIHellas, στις 7 Νοεμβρίου 2013, είχε προβεί σε παρουσίαση σε επιτελείς του ΓΕΝ των δυνατοτήτων ενσωμάτωσης τακτικού συστήματος διοίκησης και ελέγχου σε αεροσκάφη τύπου P-3, για να ακολουθήσει έξι ημέρες αργότερα (13/11/2013) και νέα παρουσίαση από κοινού με την Lockheed Martin η ενημέρωση επί των δυνατοτήτων των εταιρειών στην υποστήριξη των εν λόγω αεροσκαφών μέσω της ΕΑΒ. Στις 10 Δεκεμβρίου 2013 η εταιρεία L-3 πραγματοποίησε εκ νέου παρουσίαση των δικών της αντίστοιχων προτάσεων, αλλά τελικά προτιμήθηκε η λύση Lockheed Martin/ISI Hellas/EΑΒ που εκτός των άλλων θα επιφέρει και υψηλότερο ποσοστό Εγχώριας Προστιθέμενης Αξίας (ΕΠΑ).

Αισθητήρες, δυνατότητες και επιπλέον προτάσεις

Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, το Π.Ν. προσανατολίζεται στην απόκτηση δυνατοτήτων για όλο σχεδόν το φάσμα αποστολών ναυτικής συνεργασίας στα αναβαθμισμένα αεροσκάφη. Οι αποστολές αυτές είναι οι εξής:

  • Ναυτική Περιπολία (MP)

  • Ανθυποβρυχιακός Πόλεμος (ASW)

  • Πόλεμος κατά Στόχων Επιφανείας (ASuW)

  • Αποστολές συλλογής Πληροφοριών, Επιτήρησης και Αναγνώρισης (ISR)

Για αποστολές ΜP και ISR προφανείς κινήσεις θα είναι η τοποθέτηση νέου ραντάρ έρευνας στη θέση του υπάρχοντος απηρχαιωμένου APS-80, αλλά και η προσθήκη πυργίσκου αισθητήρων EO/IR. Και για τις δύο περιπτώσεις υπάρχει πληθώρα προτάσεων και επιλογών στη διεθνή αγορά.

Πολύ ενδιαφέρουσα θα ήταν μια λύση όπως αυτή του Γερμανικού Ναυτικού για την αναβάθμιση των δικών του (πρώην ολλανδικών)  P-3C, στα οποία έχει εγκατασταθεί ραντάρ συνθετικού/αντίστροφου συνθετικού διαφράγματος APS-137(V)5 και σύστημα EO/IR MX-20HD (αν και στη δική μας περίπτωση θα ήταν προτιμότερη μια έκδοση που θα ενσωματώνει και καταδείκτη λέιζερ, όπως η MX-20D-HD).

Όπως είπαμε και πιο πάνω, στα ελληνικά αναβαθμισμένα αεροσκάφη το σύστημα AIS προφανώς και θα διατηρηθεί ως έχει.

Σύμφωνα όμως με αυτά που είπαμε και στον πρόλογό μας, το ευκταίο θα ήταν η αξιοποίηση των αεροσκαφών να επεκταθεί και σε άλλους ρόλους, χρήσιμους ήδη από την περίοδο της ειρήνης. Μια τέτοια αποστολή είναι η ηλεκτρονική αναγνώριση (ELINT).

Η σχετική επιλογή καλό θα ήταν να προσανατολιστεί σε ένα σύστημα που είναι ήδη γνωστό, όπως μια έκδοση του συστήματος ESM/ELINT ALR-733(V)5 με ενισχυμένες δυνατότητες ELINT (το εν λόγω σύστημα χρησιμοποιείται στα ΑΣΕΠΕ ΕΜΒ-145H Erieye της Π.Α., αποτελώντας έκδοση του DR-3000 που φέρεται από πολλά σκάφη του Π.Ν.).

Ένα τέτοιο σύστημα μπορεί να υποκαταστήσει και το RWR ως μέρος ενός συστήματος αυτοπροστασίας που θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον και εκτοξευτές αναλωσίμων (οι οποίοι θα μπορούσαν να είναι ALE-47 από απoσυρόμενα A-7E). Χρήσιμη θα ήταν και η εγκατάσταση εξοπλισμού COMINT.

Επίσης εφικτή θα ήταν και η ανάληψη αποστολών τακτικής αναγνώρισης αναγνώρισης, καθώς η Π.Α. είναι πιθανόν να μη μπορεί να διαθέσει πάντοτε εξειδικευμένα φωτοαναγνωριστικά αεροσκάφη για αποστολές που για το Π.Ν. μπορεί να είναι κρίσιμες αλλά στον ευρύτερο σχεδιασμό να έχουν χαμηλή προτεραιότητα.

Προτείνεται έτσι η δημιουργία υποδομής για την εγκατάσταση φωτομηχανών στα αεροσκάφη, οι οποίες θα μπορούσαν να προέλθουν από αεροσκάφη RF-4E που αποσύρονται για λόγους περιορισμού του κόστους.

Το μέγεθος των P-3 θα καθιστούσε μια τέτοια μετατροπή εύκολη υπόθεση.

Υπενθυμίζεται ότι τα ιρανικά P-3F αλλά και τα απόρρητα κατασκοπευτικά P-3 Iron Clad του U.S. Navy διαθέτουν αντίστοιχη υποδομή στο ρύγχος, ενώ τα P-3C II.5 σε ολλανδική υπηρεσία έφεραν επίσης φωτομηχανές στο κάτω μέρος της ατράκτου.

Ακόμη πιο περίπλοκο εξοπλισμό φέρουν τα εξειδικευμένα OP-3C του Ιαπωνικού Ναυτικού.

Από την άλλη δεδομένη την εκτέλεση πολύωρων αποστολών ναυτικής περιπολίας/επιτήρησης κοντά κατά μήκος της θαλάσσιας συνοριογραμμής, τα αναβαθμισμένα P-3 θα μπορούσαν να αναλάβουν και αποστολές στρατηγικής αναγνώρισης ταυτόχρονα και ανεξάρτητα από την βασική τους αποστολή.

Συγκεκριμένα, με την τοποθέτηση των κατάλληλων φωτομηχανών τα αεροσκάφη θα είχαν την δυνατότητα να τραβούν σειρές φωτογραφιών του εχθρικού εδάφους σε μεγάλο βάθος.

Οι δύο ψηφιακές KS-127 που η Π.Α. αρνήθηκε να παραλάβει για τα RF-4E της, πιθανότατα βρίσκονται ακόμη ξεχασμένες και αναξιοποίητες σε κάποια αποθήκη και θα μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν σε μια τέτοια αποστολή.

Και πάλι το μεγάλο μέγεθος του P-3 θα μπορούσε να δώσει λύσεις στο πρόβλημα της εξεύρεσης επαρκούς χώρου για την εγκατάστασή τους. Εννοείται ότι τα προϊόντα από τις προαναφερθείσες αυτές αποστολές θα έχουν και υψηλή διακλαδική χρησιμότητα.

Για τις επιστολές ASW προφανώς θα αντικατασταθεί ο μουσειακός ακουστικός επεξεργαστής που υπάρχει σήμερα στα αεροσκάφη, ενώ το ίδιο θα γίνει και με τον ανιχνευτή μαγνητικών ανωμαλιών (MAD). Σε κάθε περίπτωση βασικό ανθυποβρυχιακό όπλο θα συνεχίσει να αποτελεί η τορπίλη Mk.46 mod.5.

Τα διαθέσιμα όπλα όμως θα είναι κρίσιμος παράγοντας και για τις αποστολές ASuW. Σε αυτό το πλαίσιο, το Π.Ν. ενδιαφέρεται για την ενσωμάτωση δυνατότητας βολής βλημάτων αέρος-επιφανείας AGM-84 Harpoon στα αναβαθμισμένα αεροσκάφη.

Ως πλέον συμφέρουσα λύση προωθείται εκείνη της μετατροπής βλημάτων της έκδοσης RGM-84 από τα υφιστάμενα αποθέματα του Π.Ν.

Οι σχετικές εργασίες θα αναληφθούν πιθανότατα από το αρμόδιο συνεργείο της ΔΝΟ/ΝΣ, το οποίο στο παρελθόν έχει πραγματοποιήσει με επιτυχία μετατροπές βλημάτων RGM-84 σε UGM-84, αλλά και αλλαγές διαμόρφωσης εκτόξευσης μεταξύ διαφόρων διαμορφώσεων του βλήματος RGM-84.

Υπενθυμίζεται ότι η δυνατότητα βολής AGM-84 υπήρχε εξαρχής σε όλα τα P-3C του U.S. Navy αλλά μόνο σε ορισμένα εκ των P-3B (μετά την υποβολή τους στο πρόγραμμα TACNAVMOD) όπως αυτά που παρέλαβε η χώρα μας.

Συγκεκριμένα λέγεται πως μόνο σε ένα από τα έξι ελληνικά αεροσκάφη υπάρχουν οι σχετικές καλωδιώσεις αλλά είναι άγνωστο το κατά πόσον αυτές έχουν συντηρηθεί.

Σε κάθε περίπτωση η αναβάθμιση θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει την εγκατάστασή τους και στα υπόλοιπα αεροσκάφη του προγράμματος όπως επίσης και την εγκατάσταση του Συστήματος Ελέγχου και Εκτόξευσης Harpoon (HCLS) AWG-19.

Και εδώ όμως υπάρχουν διάφορες εναλλακτικές επιλογές. Μια εξ αυτών είναι και η πιστοποίηση της χρήσης του βλήματος AM-39 Exocet στα P-3B της Αργεντινής, τα οποία υποβάλλονται σε ένα πολύ ενδιαφέρον εγχώριο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού χαμηλού κόστους*.

Συγκεκριμένα δύο Exocet θα μπορούν να μεταφέρονται σε ισάριθμους κεντρικούς πυλώνες, ενώ τα αεροσκάφη θα μπορούν να λάβουν δεδομένα στοχοποίησης και μέσω της -εγχώριας ανάπτυξης- ζεύξης δεδομένων Link ARA.

Επιπλέον όμως των βλημάτων της κατηγορίας Harpoon/Exocet θεωρούμε καλό να υπάρχει και ένα άλλο μικρότερο βλήμα για προσβολή στόχων μικρότερης αξίας. Μια φθηνή λύση θα ήταν η αίτηση δωρεάν ή έναντι χαμηλού αντιτίμου παραχώρησης ενός αριθμού (μικρού, σε κάθε περίπτωση) βλημάτων Maverick της ειδικής έκδοσης AGM-65F/F2 από τα αποθέματα του U.S. Navy.

Τα βλήματα αυτά είναι πιστοποιημένα στα P-3C και κάλλιστα θα μπορούσαν να πιστοποιηθούν και στα αναβαθμιζόμενα ελληνικά P-3B από κοινού με κάποιο από τα προαναφερθέντα μεγαλύτερα βλήματα ναυτικής κρούσης.

Η υιοθέτηση χρήσης και βομβών ή και ρουκετών (π.χ. ρουκέτες των 70mm ή και Zuni των 127mm από τα αποθέματα της Π.Α. η οποία έχει πάψει πλέον να τις χρησιμοποιεί στα μαχητικά της) θα ήταν μία ακόμη χρήσιμη προσθήκη για αποστολές κρούσης εναντίον δευτερευόντων στόχων επιφανείας με χαμηλές δυνατότητες αυτοάμυνας.

Μια άλλη -παραμελειμένη ίσως- επιχειρησιακή δυνατότητα που θεωρούμε ότι είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ελληνική περίπτωση, είναι η ικανότητα αεροναρκοθέτησης που προσφέρει εξαρχής το P-3 στο οπλοστάσιο του Π.Ν. διαπιστωμένα περιλαμβάνονται οι από αέρος ποντιζόμενες νάρκες των τύπων Mk.25 Mod.1, Mk.36 Mod.1 και τέλος οι νεότερες Mk.55 οι οποίες παρελήφθησαν το 1994 από τα αποθέματα του Γερμανικού Ναυτικού μέσω ΗΠΑ).

Εδώ δεν υπάρχουν και πολλά που μπορούν να γίνουν στο αεροσκάφος αλλά θα μπορούσαν κάλλιστα να αποκτηθούν επιπλέον νάρκες νεότερων τύπων. Για παράδειγμα θα μπορούσαν να αποκτηθούν δωρεάν από το U.S. Navy νάρκες Mk.56 (που αποσύρονται από το οπλοστάσιό του και συνεπώς υπάρχουν σε πλεόνασμα) ή/και εκείνες της σειράς Quickstrike (Μk.62/63/65).

Απαραίτητη είναι και η ενσωμάτωση ζεύξεως δεδομένων με την Link-16 να αποτελεί την βέλτιστη επιλογή καθώς παρέχει την δυνατότητα διασύνδεσης με τα ΑΣΕΠΕ EMB-145H Erieye και όχι μόνο.

Σε αυτόν τον τομέα η τεχνολογία επιτρέπει πλέον την διάθεση στην αγορά τερματικών πολύ φθηνότερων από το κλασικό MIDS-LVT, όπως για παράδειγμα το TACR-16DL της Rockwell Collins που επιπλέον έχει και πολύ μικρότερες απαιτήσεις παροχής ενέργειας (90 αντί 300 watt).

Εδώ να θυμίσουμε και το παράδειγμα της “εκ των έσω” ανάπτυξης της Link-ARA από αργεντίνικες εταιρείες, καθώς κάτι αντίστοιχο θα ήταν σίγουρα εντός των δυνατοτήτων και μιας ελληνικής εταιρείας όπως η ISI Hellas.

Άλλες φθηνές αλλά χρησιμότατες προσθήκες θα ήταν η μετατροπή του φωτισμού του πιλοτηρίου για συμβατότητα με NVG’s (ήδη η Π.Α. έχει ολοκληρώσει μελέτη για αντίστοιχη μετατροπή στα πιλοτήρια των παλαιότερων μαχητικών της με ελάχιστο κόστος), η εγκατάσταση ενός συστήματος GPS/INS και η αντικατάσταση των συστημάτων επικοινωνίας και των αεροναυτιλιακών βοηθημάτων με νέα.

Και εδώ η επιλογή απαρτιών που ήδη βρίσκονται σε χρήση με άλλους τύπους αεροσκαφών σε ελληνική υπηρεσία, θα ήταν η ιδανική περίπτωση από εφοδιαστικής/υποστηρικτικής αλλά και οικονομικής άποψης.

Τέλος, αναλόγως και των διαθέσιμων κονδυλίων, το πρόγραμμα αναβάθμισης των ελληνικών P-3B θα μπορούσε να επεκταθεί και στην τοποθέτηση οθονών αντί των συμβατικών αναλογικών οργάνων πτήσεως στο πιλοτήριο (π.χ. οθόνες LCD της Miltech).

Επίλογος

Τα παραπάνω είναι μερικές μόνο σκέψεις και προτάσεις για χρήσιμες, δοκιμασμένες και φθηνές προσθήκες σε ένα πρόγραμμα εκσυγχρονισμού/αναβάθμισης των ελληνικών P-3B Orion, τουλάχιστον με τα δεδομένα που έχουν γίνει γνωστά μέχρι σήμερα γι’ αυτό.

Το μόνο που χρειάζεται είναι ανοιχτό μυαλό και διευρυμένη νοοτροπία για τις αποστολές που θα μπορούσαν να αναλάβουν τα αεροσκάφη αυτά.

Χωρίς να σχολιάζουμε το αν η επιλογή της αναβάθμισης των υπαρχόντων P-3 είναι η ιδανική επιλογή, οφείλουμε να τονίσουμε ότι είναι σίγουρα η απλούστερη και  ευκολότερη όλων, γι’ αυτό και ελπίζουμε να υλοποιηθεί το ταχύτερο δυνατόν ώστε να καλυφθεί επιτέλους το σοβαρό επιχειρησιακό κενό που υφίσταται σήμερα.

Σε κάθε περίπτωση, αναλόγως και των εξελίξεων στο δρομολογηθέν πρόγραμμα, επιφυλασσόμαστε να επανέλθουμε στο θέμα με περισσότερες πληροφορίες και σχόλια αλλά και εναλλακτικές λύσεις αν αυτό κριθεί σκόπιμο.

*Tο πρόγραμμα αυτό, πέραν της ζεύξεως «Link ARA» και των AM-39 Exocet, περιλαμβάνει και την τοποθέτηση του εγχώριας ανάπτυξης πυργίσκου FLIR τύπου Plates 440-A, νέου συστήματος ESM, συστήματος AIS, νέων συστημάτων επικοινωνιών και αεροναυτιλιακών βοηθημάτων (του TACAN συμπεριλαμβανομένου), τριών νέων ακουστικών επεξεργαστών με δύο οθόνες έκαστος και ένος επίσης εγχώριας ανάπτυξης συστήματος τηλεχειρισμού ηχοσημαντήρων.

Επίσης τοποθετήθηκε και ένα εγχώριο λογισμικό για την μετατροπή του τρόπου συλλογής δεδομένων του ραντάρ APS-80 από αναλογικό σε ψηφιακό. Παλαιότερα είχε τοποθετηθεί στα αεροσκάφη αυτά και ένα απλό και φθηνό αυτοσχέδιο σύστημα μετάδοσης εικόνας σε πραγματικό χρόνο, αποτελούμενο από μια κοινή ψηφιακή φωτομηχανή και μια βιντεοκάμερα διασυνδεδεμένα με δέκτη GPS εντός του πιλοτηρίου.

Σε επόμενη φάση προβλέπεται η διασύνδεση του υπάρχοντος ραντάρ με το νεοτοποθετηθέν FLIR (και πάλι μέσω ενός υποσυστήματος εγχώριας ανάπτυξης) η τοποθέτηση ενός νέου ψηφιακού MAD και, τέλος, η αντικατάσταση του κεντρικού τμήματος των πτερύγων.

Αναφερθήκαμε κάπως αναλυτικότερα στο εν λόγω πρόγραμμα της Αργεντινής για να δείξουμε πως μια χώρα με περιορισμένους οικονομικούς πόρους αλλά και ανελαστικές επιχειρησιακές ανάγκες καταφέρνει μέσω έξυπνων και στοχευμένων κινήσεων να βελτιώσει σημαντικά τις δυνατότητες ενός ήδη υπάρχοντος μέσου χωρίς ιδιαίτερα υψηλό κόστος (χάρη και στην μέγιστη δυνατή αξιοποίηση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας).

πηγη

Σχολιάστε