ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΥΤΙΜΩΝ ΣΥΝΟΡΩΝ ΜΕ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΚΡΑΤΗ
του Δρ. Κωνσταντίνου Γρίβα
Εδώ και αρκετά χρόνια, η Άγκυρα «πουλάει» στη Δύση τη γεωγραφική της γειτνίαση με προβληματικές χώρες.
Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου ήταν η ίδια η Σοβιετική Ένωση.
Εκείνον τον καιρό, η Τουρκία ήταν η μόνη χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ που είχε σύνορα απευθείας με τη Σοβιετική Ένωση, με εξαίρεση, φυσικά, τα περιορισμένης έκτασης και σχετικά μικρής γεωστρατηγικής αξίας σύνορα της Νορβηγίας με τη Ρωσία στον απώτατο ευρωπαϊκό Bορρά.
Με άλλα λόγια, η Τουρκία τότε εμφανιζόταν ως η πρώτη γραμμή άμυνας της Δύσης έναντι της Σοβιετικής Ένωσης.
Με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και τη γέννηση της Αρμενίας, της Γεωργίας και του Αζερμπαϊτζάν στη θέση των περιοχών που συνόρευαν με την Τουρκία, πολλοί είπαν ότι ο ρόλος της Άγκυρας στη Δυτική γεωστρατηγική μειώθηκε μέχρι εξαλείψεως. Ίσως να γινόταν έτσι, αν δεν συνέβαιναν δύο γεγονότα.
Το πρώτο ήταν η πτώση του καθεστώτος του Σάχη στο Ιράν στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και η δημιουργία μιας επικίνδυνης αντιαμερικανικής θεοκρατικής χώρας, εκεί που μέχρι πρότινος βρισκόταν ένα από τα σημαντικότερα προπύργια της αμερικανικής γεωστρατηγικής.
Το δεύτερο ήταν ο πόλεμος του Κόλπου το 1991, με το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν να μετατρέπεται και αυτό σε μια απειλή για τη Δύση.
Έτσι, η Τουρκία συνέχισε να εμφανίζει τον εαυτό της ως το άμεσο σύνορο της Δύσης με τρεις «χώρες παρίες» (rogue states) – και συγκεκριμένα με το Ιράκ, τη Συρία και το Ιράν.
Όμως τα χρόνια πέρασαν, και σήμερα βρισκόμαστε σε μια εντελώς νέα πραγματικότητα στη Μέση Ανατολή. Το Ιράκ και η Συρία έχουν αποδομηθεί, και στο κέντρο των δύο χωρών τείνει να δημιουργηθεί ένα ανεξέλεγκτο ισλαμιστικό μόρφωμα.
Ταυτοχρόνως, το Ιράν, δειλά δειλά, αρχίζει να εμφανίζεται ως ένας υποψήφιος σταθεροποιητικός παράγοντας που μπορεί να βγάλει το φίδι από την τρύπα για τους Αμερικανούς, αντιμετωπίζοντας αποφασιστικά τους ισλαμιστές του ISIL στο Ιράκ και τους φονταμενταλιστές στη Συρία, με τη βοήθεια της επίσης σηιτικής και φιλοϊρανικής Χεζμπολάχ.
