Πλεόνασμα στο 3,57% (6.671 εκατ. ευρώ) προβλέπει για το 2018 ο νέος προϋπολογισμός του οποίου το προσχέδιο κατέθεσε σήμερα το υπουργείο Οικονομικών προς συζήτηση στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής.
Παραδίδοντας το προσχέδιο στον Νίκο Βούτση ο Γιώργος Χουλιαράκης υποστήριξε ότι αυτός θα «είναι ο τελευταίος προϋπολογισμός των προγραμμάτων» και «εντός στόχων. Ο προϋπολογισμός του 2017 έχει μία αρκετά σημαντική υπέρβαση στα έσοδα που θα αξιοποιήσουμε» ανέφερε.
«Ελπίζουμε μέχρι να γίνει σχέδιο προϋπολογισμού και μέχρι να περάσει ο επόμενος καιρός για να το εγκρίνουμε, τον Δεκέμβριο, να υπάρχουν οι καλύτερες δυνατές προβλέψεις και καλύτερες δυνατές πρόνοιες» τόνισε ο πρόεδρος της Βουλής
Κεντρικό στοίχημα θα είναι η ανάπτυξη, με τον πήχη για τον ρυθμό μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας να τοποθετείται στο 2,4% του ΑΕΠ για το 2018. Το ΑΕΠ σε απόλυτα νούμερα προβλέπεται να φτάνει στα 187,8 δισ. ευρώ το 2018 από 181,2 δισ. ευρώ φέτος που αντιστοιχεί σε ανάπτυξη 1,8% του ΑΕΠ.
Οι στόχοι για τα βασικά μεγέθη του προσχεδίου του προϋπολογισμού είναι εναρμονισμένοι με αυτούς του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής και η επίτευξή τους αναμένεται να οδηγήσει στην ολοκλήρωση του υφιστάμενου προγράμματος οικονομικής πολιτικής τον Αύγουστο του 2018.
Στο προσχέδιο αποτυπώνεται η υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2017, το οποίο αναμένεται διαμορφωθεί στα επίπεδα του 2,21% του ΑΕΠ έναντι 1,75% που είναι ο στόχος του προγράμματος οικονομικής πολιτικής.
«Η υπέρβαση αυτή επιτρέπει εφάπαξ δαπάνη με τη μορφή κοινωνικού μερίσματος και επιδίωξη τη στοχευμένη στήριξη οικονομικά ευάλωτων νοικοκυριών. Το ακριβές ύψος του ποσού και τα μέτρα στήριξης θα εξειδικευθούν με βάση τα στοιχεία της εκτέλεσης του προϋπολογισμού το Νοέμβριο του τρέχοντος έτους», σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών.
Το προσχέδιο προβλέπει επίσης η μείωση της ανεργίας το 2018 σε επίπεδα κάτω του 20%, και συγκεκριμένα στο 19%, στην οποία εκτιμάται ότι θα συμβάλει η αύξηση της
απασχόλησης κατά 1,7%.
Μεταξύ άλλων το προσχέδιο προβλέπει τα εξής:
-
Αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,4%
-
Μείωση της δημόσιας κατανάλωσης κατά 0,2%
-
Αύξηση του συνόλου των ιδιωτικών και δημοσίων επενδύσεων (ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου) κατά 12,6%
-
Αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 4,7%
-
Αύξηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 4,4%