Μάρκος Τρούλης
Όσοι θεωρούν ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική διεξάγεται με όρους «εσωτερικής κατανάλωσης», απλά δεν αντιλαμβάνονται τις τεράστιες αλλαγές οι οποίες έχουν συντελεστεί στη γείτονα τις τελευταίες δεκαετίες.
Έχουν προσκολληθεί σε παλαιάς κοπής αναλύσεις, αναμασώντας την ίδια καραμέλα, με την οποία δεκάδες διαμορφωτές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής «γαλουχήθηκαν» και «διέπρεψαν».
Θέτουν σε πρώτο πλάνο την εσωτερική μικροπολιτική, τις δημοτικές εκλογές και τη στρατηγική των κομμάτων για να προωθήσουν τους υποψηφίους τους, τα αδιέξοδα σε επίπεδο καθημερινότητας του Τούρκου πολίτη κ.ο.κ..
Πιθανόν αναλύουν την Τουρκία με αυτόν τον τρόπο, επειδή έχουν γνώση από τους δικούς μας πολιτικούς ταγούς, οι οποίοι στο «πνεύμα Κωλέττη» ασκούν εξωτερική πολιτική του θυμικού και της ψηφοθηρίας.
Σημειώνω προκαταβολικά ότι δεν ακυρώνω συνολικά τη διάσταση των εσωτερικών συσχετισμών, όταν αναλύουμε την τουρκική πραγματικότητα.
Αντιθέτως, σε μια χώρα με υψηλά επίπεδα ακραίας εθνικιστικής παράνοιας, η ανθελληνική ρητορική και η στρατηγική συντήρησης της έντασης βρίσκουν πάντοτε ευήκοα ώτα και προσφέρουν περιθώρια μικροπολιτικών ελιγμών.
Ωστόσο, αυτό δεν είναι το μείζον, όσο και αν μας βολεύει να το αναμασούμε ως επιχείρημα.
Πρώτον, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει κερδίσει το παιχνίδι της άλωσης του κράτους, έχοντας απομονώσει τους πολιτικούς αντιπάλους του. Δεν πρόκειται για μια μάχη με ορίζοντα τετραετίας ή ακόμη και οκταετίας, αλλά αναφερόμαστε στην ολιστική μετάλλαξη της τουρκικής γραφειοκρατίας.
Μια μετάλλαξη που είνα απόρροια μιας διαδικασίας που πάντα υπέβοσκε μετά το 1980 και έγινε ακόμα πιο έντονη ειδικά μετά το 2002 που η τουρκο-ισλαμική σύνθεση απέκτησε θεσμικά χαρακτηριστικά.
Ήταν η χρονιά που το «Κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης» νίκησε στις εκλογές και ξεκίνησε η δυναμικότερη υλοποίησή της εν λόγω μετάλλαξης ενώ μετά το 2016 και την απόπειρα πραξικοπήματος κρίνεται οριστικά μέρα με τη μέρα υπέρ των Ισλαμιστών. Πρόκειται, δηλαδή, για μια εξελικτική πορεία μακρόπνοη, πέραν εφήμερων ελιγμών στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής, οι οποίοι πάντοτε «υπάρχουν» αλλά δεν «εξηγούν» καθοριστικά.
Δεύτερον, η Τουρκία έχει υιοθετήσει μια στρατηγική συμπεριφορά δυνητικού περιφερειακού ηγεμόνα. Αυτό συμβαίνει γιατί:
-
Η περιφερειακή ισορροπία ισχύος έχει ανατραπεί υπέρ της τα τελευταία χρόνια με τη διάλυση του Ιράκ και της Συρίας και τον οικονομικό στραγγαλισμό της Ελλάδας.
-
Έχει διακηρυγμένες επιθετικές προθέσεις στο πνεύμα του νεοθωμανισμού εις βάρος των κρατών της περιφέρειάς της, οι οποίες διατρανώνονται από την ίδια την πραγματικότητα του συσχετισμού ισχύος.
-
Έχει εντοπίσει ως βασικό εμπόδιο ανέλιξής της στην κλίμακα ισχύος την απομόνωσή της και τον -θαλάσσιο- εξοβελισμό της από το Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, ενώ για να αντιστραφεί η εν λόγω κατάσταση γνωρίζει ότι χρειάζεται ένα αρκούντως νομιμοποιημένο πλήγμα εις βάρος της χώρας μας.
