Πολύ συχνά οι Αρματολοί του 1821 έπαιζαν μεταξύ τους ένα επικίνδυνο παιχνίδι, που στοίχισε πολλές φορές τη ζωή παλικαριών.
Έπαιρναν μια κουμπούρα γιομάτη, σήκωναν τη σκανδάλη της, την ακουμπούσαν ορθή πάνω σε μια πέτρα ίσια κι ένας απ’όλους- με μια σειρά ορισμένη- τη στριφογυρνούσε με το δεξί του χέρι, όσο πιο γρήγορα μπορούσε.
Ενόσω η κουμπούρα αυτή περιστρεφόταν, τα κλεφτόπουλα, καθισμένα ολόγυρα, τραγουδούσαν.
Τέλος η κουμπούρα έπεφτε πάνω στην πέτρα κι έπαιρνε φωτιά…
Όταν δεν έπιανε φωτιά, την έπαιρνε ο διπλανός κι άρχιζε με τη σειρά του να τη στριφογυρίζει μέχρι αποτελέσματος.
Η σφαίρα συνήθως έπαιρνε κάποιον απ’όλους.
Όταν όμως δεν χτυπούσε κανέναν, έλεγαν ότι αυτό ήταν το θέλημα της μοίρας.
Το κλέφτικο αυτό παιχνίδι το απαγόρευσε ο Κολοκοτρώνης με αυστηρές διαταγές.
«Δεν με νοιάζει για τα τομάρια σας» τους έλεγε, «αλλά για το μπαρούτι που χάνεται άδικα!»
