Στα παιδικά μας χρόνια, πολλοί, μάθαμε τον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά. Έχουν περάσει 566 χρόνια από τότε που η Πόλη είχε υποταχθεί στον πλέον βάρβαρο λαό που έχει γνωρίσει η οικουμένη. Ως παιδί, ο γράφων άκουσε τον θρύλο από τους παππούδες του, οι οποίοι αμφότεροι, είχαν ενστερνισθεί το ίδιο όραμα, το οποίο παραλίγο να το πραγματοποιήσουν, φτάνοντας έως έξω από το Κάλε Γκρότο, μερικά μόλις χιλιόμετρα πριν την Άγκυρα.
Είχαν πολεμήσει επιχειρώντας να διώξουν τους Τούρκους πέρα, ως την «Κόκκινη Μηλιά». Δεν το κατόρθωσαν διότι ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς δεν τους οδηγούσε. Αντί αυτού, όπως και τότε, το 1453, βασίλευε ο διχασμός. Δεν είχε έρθει η ώρα να ξαναδώσει ο άγγελος το σπαθί στον Μαρμαρωμένο ήρωα.
Και πράγματι ο θρύλος δεν πέθανε, πως θα μπορούσε άλλωστε να πεθάνει, ο θρύλος, η ίδια η θύμηση του Παλαιολόγου, που καβάλα στo αραβικό του άτι μάχεται μόνος με χιλιάδες εχθρούς, αν και γνωρίζει ότι τελικώς οι βάρβαροι θα διαβούν;
Μήπως την ίδια αλήθεια δεν γνώριζε και ένας άλλος βασιλιάς, 2000 χρόνια πριν από αυτόν, όταν έπεσε «του νόμους τους κοινούς τηρώντας», κραυγάζοντας Μολών Λαβέ, μήπως ο Παλαιολόγος δεν ήταν που αναστήθηκε και με τη μορφή του Διάκου και πολέμησε με τα ελάχιστα παλικάρια τους 6.000 του Ομέρ Βρυώνη, μήπως δεν του ξανάδωσε ο άγγελος το σπαθί και δεν τον έστειλε στην Πίνδο και στ’ Αργυρόκαστρο, ο Παλαιολόγος δεν ήταν στο 731 της Τρεμπεσίνας, δεν ήταν στο πολυβολείο Π8, με τη μορφή του λοχία Δημήτρη Ίτσιος και στο Ιστίμπεη ως λοχαγός Ζακυνθινός, ή μήπως προσφάτως δεν μετενσαρκώθηκε και δεν πολέμησε στην πολύπαθη Κύπρο, προδομένος, επιχειρώντας ακόμα, ως άλλος Ισαάκ και Σολομός, έστω και χωρίς σπαθί, να κατεβάσει το μιαρό σύμβολο των βαρβάρων που μόλευε τα ιερά της πατρίδας χώματα;


πηγη