"Greek National Pride" blog

LANTIRN: Ένας… “παρατημένος” πολλαπλασιαστής ισχύος για την ελληνική άμυνα


Η εικοσαετής προϊστορία του συστήματος LANTIRN στην Πολεμική Αεροπορία και απαραίτητες διευκρινήσεις… Η Ελλάδα απέκτησε συστήματα LANTIRN (Low Altitude Navigation Targeting Infrared for Night), σχεδόν μαζί με τα πρώτα F-16 Block 50 που παρέλαβε από το καλοκαίρι του 1997. Ήταν το πρώτο ουσιαστικό βήμα αναβάθμισης των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της Πολεμικής Αεροπορίας στο πλαίσιο αποστολών κρούσης μεγάλης ακρίβειας, καθ’ όλη τη διάρκεια του 24ώρου και ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών, μετά από την παραλαβή και την ένταξη σε υπηρεσία των καθαρόαιμων βομβαρδιστικών (Attack – επιθετικών κατά τους Αμερικανούς…), Α-7Η Corsair II.

Ας δούμε όμως τι είναι αυτό το σύστημα LANTIRN που έκανε τη διαφορά στις αποστολές κρούσης/βομβαρδισμού και η Τουρκική Αεροπορία είχε αποκτήσει λίγα χρόνια νωρίτερα από την δική μας Πολεμική Αεροπορία. Επέτρεπε (και επιτρέπει…) στο μαχητικό φορέα να πετά πολύ χαμηλά με ασφάλεια και να διεισδύει έτσι ανεντόπιστο από τα ραντάρ της εχθρικής αεράμυνας σε εχθρικές περιοχές, ημέρα και νύχτα και ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών. Παράλληλα επιτρέπει τον εγκλωβισμό και την προσβολή στόχων στο έδαφος με βόμβες και πυραύλους καθοδήγησης λέιζερ, με μεγάλη ακρίβεια.

Πώς τα κάνει όλα αυτά; Μέσω δύο ατρακτιδίων. Το πρώτο που φέρει την κωδική ονομασία ΑΝ/AAQ-13 περιλαμβάνει ραντάρ παρακολούθησης της διαμόρφωσης του εδάφους (Terrain Following Radar – TFR), ραδιοϋψόμετρο, υπολογιστή, μονάδα παροχής ισχύος (ηλεκτρικής τροφοδοσίας, μονάδα ψύξης καθώς και μία κάμερα υπερύθρων (FLIR). Η τελευταία παρέχει εικόνα στο πλήρωμα του τι βρίσκεται μπροστά από το μαχητικό – φορέα.

Το ραντάρ που”βλέπει” μπροστά και το ραδιοϋψόμετρο που διαβάζει απόλυτο ύψος από το έδαφος κάθε στιγμή, δίνουν εντολές μέσω του υπολογιστή στο σύστημα ελέγχου πτήσης του μαχητικού – φορέα, για τη διατήρησή του σε ένα συγκεκριμένο ύψος πάνω από το έδαφος. Ανεξάρτητα από τη διαμόρφωσή του…

Το πόσο ψηλά ή χαμηλά θα γίνει η πτήση TFR καθορίζεται από το πλήρωμα. Κατά τα άλλα τη διακυβέρνηση αναλαμβάνει αυτόματα το ατρακτίδιο που “επεμβαίνει” όπως είπαμε στο σύστημα ελέγχου πτήσης του μαχητικού – φορέα μέσω του λογισμικού του (OFP – Operational Flight Program).

Το A-7H/E Corsair II δεν μπορούσε να το κάνει αυτό. Το ραντάρ AN/APQ-126-128 που έφερε, είχε λειτουργική διαμόρφωση Terrain Avoidance. Παρουσίαζε μία οριζόντια γραμμή στο HUD, “επάνω” στην οποία ο ιπτάμενος έπρεπε να διατηρεί το αεροπλάνο, πετώντας το πάντα στο χέρι…

Ή με άλλα λόγια έπρεπε να διατηρεί τη γραμμή αυτή πάνω στον ορίζοντα. Διαδικασία πολύ κουραστική την ημέρα, η οποία θεωρητικά μπορούσε να γίνει και τη νύχτα! Κάτι εξαιρετικά επικίνδυνο όμως για πολλούς λόγους. Κόπωση, υπερβολικός φόρτος εργασίας, παραισθήσεις, καθυστερημένη απόκριση, ήταν πολύ εύκολο να οδηγήσουν σε συντριβή.

Το δεύτερο ατρακτίδιο του συστήματος LANTIRN είναι για στοχοποίηση, με την κωδική ονομασία ΑΝ/AAQ-14 περιλάμβανε FLIR και καταδείκτη και αποστασιομετρητή λείζερ, για την καθοδήγηση όπλων.

Αυτό ήταν το δεύτερο πράγμα που δεν μπορούσε να κάνει αυτόνομα το βομβαρδιστικό A-7. Να καταδείξει δηλαδή με ακτινοβολία λέιζερ στα όπλα του (βόμβες LGB ή πυραύλους), στόχους στο έδαφος ή την επιφάνεια της θάλασσας.

Το σύστημα LANTIRN αναπτύχθηκε στη δεκαετία του ‘80 με σκοπό να αποδοθεί ακόμη και σε μικρά τακτικά μαχητικά η ικανότητα προσβολών ακριβείας με κατευθυνόμενα όπλα, υπό οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες και συνθήκες φωτός, στόχων στο έδαφος και την επιφάνεια της θάλασσας. Μέχρι τότε αυτού του είδους επιχειρήσεις μπορούσαν να εκτελέσουν ελάχιστα, απόλυτα εξειδικευμένα και πανάκριβα βομβαρδιστικά αεροπλάνα, όπως το θηριώδες F-111 Aardvark.

Eντάχθηκε σε υπηρεσία (το LANTIRN) στην USAF στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 και εντός του πρώτου μισού της δεκαετίας του ‘90, ακολούθησαν και άλλες αεροπορικές δυνάμεις. Η Πολεμική Αεροπορία μαζί με την ισραηλινή ήταν οι τελευταίες που εξακολούθησαν να εκπαιδεύουν πληρώματα συστηματικά σε αποστολές κρούσης μικρού ύψους ακόμη και μετά το 2010. Εποχή κατά την οποία τα δεδομένα είχαν αλλάξει…

Υιοθετώντας εν μέρει την επιχειρησιακή φιλοσοφία της Γαλλικής Αεροπορίας (AdlA) και της βρετανικής RAF, απευθύνθηκε σε μεγαλύτερο βαθμό στα όπλα μακρού πλήγματος, ενώ παράλληλα πιστοποίησε σε τακτικά μαχητικά και επιθετικά αλλά και στρατηγικά βομβαρδιστικά αεροπλάνα (Β-1 και B-52!) ακόμη πιο προηγμένα ατρακτίδια στοχοποίησης μόνο, όπως το AN/AAQ-33 Sniper και Litening III & IV που θα αναφερθούμε σε άλλο αφιέρωμα.

Τα νέα αυτά ατρακτίδια στοχοποίησης μπορούν να εντοπίσουν στόχους από πολύ μεγαλύτερα ύψη σε σχέση με το AN/AAQ-14 του LANTIRN και να τους εγκλωβίσουν με ασφάλεια, διαθέτοντας FLIR πολύ υψηλότερης ανάλυσης και κάμερες ημέρας πολύ μεγάλης ευκρίνειας.

Τέλος δεν θα πρέπει να ξεχνά κανείς ότι η Αεροπορία των ΗΠΑ, όπως και το Ναυτικό, διεξάγουν αεροπορικές επιχειρήσεις υπό την προϋπόθεση της πλήρους αεροπορικής υπεροχής και κυριαρχίας.

Το ίδιο ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για άλλες αεροπορικές δυνάμεις όπως η Γαλλική και η Ρωσική Αεροπορία οι οποίες μέσω ηλεκτρονικών παρεμβολών αδρανοποιούν την αεράμυνα του αντιπάλου, έχουν επαρκή αριθμό ιπτάμενων τάνκερ για να πετάξουν μακρυά και να παραμείνουν πάνω από ή κοντά στην περιοχή των επιχειρήσεων για μεγάλα χρονικά διαστήματα, επαρκή αριθμό μαχητικών για να παράσχουν από αέρος κάλυψη, μη επανδρωμένα αεροσκάφη για “κορεσμό” της εχθρικής αεράμυνας, παραπλάνηση και αναγνώριση/εκτίμηση ζημιών από προσβολές καθώς και stand off όπλα.

Όλοι οι παραπάνω λόγοι συνηγορούν στην επιμονή μας στην αξία των stand off όπλων για την Ελλάδα. Που επειδή υπό προϋποθέσεις μπορεί να διασφαλίσει αεροπορική υπεροχή αλλά όχι αεροπορική κυριαρχία έναντι της Τουρκίας, πρέπει επιτέλους να έχει υψηλή διαθεσιμότητα των όπλων μακρού πλήγματος που διαθέτουν οι ένοπλες δυνάμεις της, με παράλληλη αναβάθμισή τους ή προμήθεια νέων!

Που βρισκόμαστε σήμερα…

Ασφαλώς οι προσβολές ακριβείας με διείσδυση από μικρό ύψος δεν θα πρέπει να θεωρούνται παρελθόν για την Πολεμική Αεροπορία. Βασικό συστατικό αυτής της δυνατότητας είναι όπως προαναφέραμε το ατρακτίδιο ναυτιλίας AAQ-13 του LANTIRN το οποίο η Lockheed Martin, εξ όσων είδαμε στον επίσημο ιστοχώρο της, εξακολουθεί να προσφέρει ως LANTIRN ER.

Ακόμη και χωρίς το ατρακτίδιο αυτό όμως, μελλοντικά τα εκσυγχρονισμένα ελληνικά F-16V θα έχουν τη δυνατότητα αυτόματου – αυτόνομου TFR μέσω του ραντάρ AESA AN/APG-83 SABR.

Προς το παρόν στον ευρωπαϊκό χώρο τουλάχιστον, αυτόματο TFR μπορούν να πετάξουν μόνο τα Rafale C της Γαλλικής Αεροπορίας και Rafale M του Γαλλικού Ναυτικού. Ως λειτουργική διαμόρφωση του ραντάρ, ήταν διαθέσιμο από την περίοδο της αρχικής επιχειρησιακής αξιοποίησης του μαχητικού, όταν ακόμα έφερε το παθητικής ηλεκτρονικής σάρωσης ραντάρ (PESA) τύπου RBE 2.

Δεν γνωρίζουμε αν δυνατότητα TFR έχουν και τα F-35A και F-35B που έχουν ήδη παραδοθεί σε αεροπορικές δυνάμεις στην Ευρώπη (Νορβηγία, Ολλανδία και RAF αντίστοιχα), δεδομένου ότι το μαχητικό θα έχει πλήρεις επιχειρησιακές ικανότητες (FOC) στα αεροσκάφη διαμόρφωσης Block 4 από το 2025 και μετά.

Τι θέλουμε να πούμε με όλα αυτά; Η αρχική παραγγελία συστημάτων LANTIRN από την πλευρά της Ελλάδας περιλάμβανε 24 ατρακτίδια ναυτιλίας (AAQ-13) και 16 στοχοποίησης (AAQ-14). Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 παραλήφθηκαν άλλα 8 ατρακτίδια στοχοποίησης μέσω συμπληρωματικής παραγγελίας.

Ο αριθμός των διαθέσιμων ζευγών ατρακτιδίων μοιράστηκε σταδιακά σε τρεις Μοίρες F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας. Την 347 (F-16C/D Block 50), την 340 (F-16C/D Block 52+) και τέλος την 335 (F-16C/D Block 52+ Advanced).

Πέρα από το γεγονός ότι ο αριθμός των συστημάτων LANTIRN μοιράστηκε σε τρεις Μοίρες, η Πολεμική Αεροπορία αντιμετώπισε και προβλήματα διαθεσιμότητας λόγω έλλειψης ανταλλακτικών και υποστήριξης τα τελευταία δέκα χρόνια στο LANTIRN.

Σε πρώτη φάση προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και μη έχοντας άλλη εναλλακτική στη διάθεσή της, προέβη εντός του 2018 στην προμήθεια 20 ατρακτιδίων στοχοποίησης (AAQ-14) από τα αποθέματα της USAF.

Από τα συστήματα αυτά, για τα οποία οι δικές μας πληροφορίες λένε ότι ΔΕΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΘΗΚΑΝ δωρεάν, αλλά καταβλήθηκε ποσό 20 εκατομμυρίων δολαρίων για την αγορά και τη μεταφορά τους στην Ελλάδα, ελάχιστα έχουν επανενεργοποιηθεί και αξιοποιούνται επιχειρησιακά. Η κατάσταση στην οποία είχαν αγοραστεί ήταν “as it is, where it is” σύμφωνα με την αμερικανική ορολογία.

Η πρόσφατη υπογραφή της σύμβασης στην οποία αναφερθήκαμε στις αρχές του άρθρου, δεν διευκρινίζει σχεδόν τίποτα σχετικά με την ελληνική εμπλοκή σε αυτή. Δεν γνωρίζουμε δηλαδή – με βάση πάντα την ανακοίνωση – αν η κατασκευάστρια εταιρεία απλά θα επαναφέρει σε λειτουργική κατάσταση μέρος ή του συνόλου των ατρακτιδίων του συστήματος LANTIRN που διαθέτει η Πολεμική Αεροπορία, ή αν θα αναβαθμίσει κάποια ή όλα στο επίπεδο LANTIRN ER.

Ενδεικτικά σημειώνουμε εδώ ότι η Αεροπορία της Δανίας υπέγραψε στο τέλος του 2016 σύμβαση ύψους 20 εκατομμυρίων δολαρίων για την αναβάθμιση 13 ατρακτιδίων στοχοποίησης του συστήματος LANTIRN στο επίπεδο ER και προμήθεια τριών καινούριων πρόσθετων ατρακτιδίων του ίδιου τύπου.

Η αναβάθμιση του AAQ-14 στο επίπεδο -ER περιλαμβάνει αισθητήρα FLIR τρίτης γενιάς, καταδείκτη υπερύθρων (infrared pointer), μονάδα IMU (Inertial Measurement Unit) για τον ακριβή καθορισμό της θέσης των στόχων εδάφους και αναβαθμισμένο λογισμικό. Επιπλέον οι μονάδες που περιλαμβάνει το ατρακτίδιο στοχοποίησης του LANTIRN είναι λιγότερες, οπότε και τα κόστη υποστήριξης και συντήρησης είναι χαμηλότερα.

Παλαιότερα η Αεροπορία της Δανίας είχε υλοποιήσει άλλο ένα πρόγραμμα αναβάθμισης των ατρακτιδίων AAQ-14 που διέθετε, τοποθετώντας κάμερες ημέρας υψηλής ευκρίνειας (CCD TV), νέο καταδείκτη λέιζερ που έχει τη δυνατότητα καθοδήγησης όπλων από ύψη μέχρι και τα 40.000 πόδια, καθώς και laser spot tracker.

Πηγή

Σχολιάστε