To αδιέξοδο στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας είναι κάτι παραπάνω από δεδομένο και όπως όλα δείχνουν η ελληνική πλευρά δεν έχει αρκετά περιθώρια και επιλογές ελιγμών. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα όχι μόνο προς την Τουρκία, αλλά και προς το ΝΑΤΟ, την Ε.Ε. και τους μεγάλους παίκτες της διεθνούς σκακιέρας.
Σε διαδικτυακή συζήτηση που είχε με τον πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα, Νίκολας Μπερνς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να κάνει διάλογο υπό καθεστώς απειλών.
«… η συπεριφορά της Τουρκίας είναι, κατά την άποψή μου, αποσταθεροποιητική και αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα μόνο για την Ελλάδα. Αποτελεί πρόβλημα για την Ευρώπη και νομίζω ότι αποτελεί πρόβλημα και για τις ΗΠΑ από την άποψη ότι ενδιαφερόταν πάντα για την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Κατέστησα πολύ σαφές στον Πρόεδρο Ερντογάν ότι είμαι πάντα πρόθυμος να συζητήσω το ένα εκκρεμές ζήτημα που θεωρούμε ότι έχουμε με την Τουρκία, δηλαδή την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών μας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Από την εποχή που ήσασταν Πρέσβης, πραγματοποιούνταν διερευνητικές συνομιλίες, οι οποίες συνεχίστηκαν επί μακρόν και σημειώθηκε πρόοδος, ωσότου η Τουρκία τις διέκοψε το 2016. Δηλώσαμε, λοιπόν, ότι είμαστε πρόθυμοι να ξαναρχίσουμε τις συνομιλίες, αλλά δεν μπορούμε να το πράξουμε υπό το καθεστώς απειλών ούτε θα προσέλθουμε εκβιαζόμενοι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, επειδή απειλείτε ότι θα παραβιάσετε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Αυτό απορρίπτεται», τόνισε χαρακτηριστικά ο Έλληνας πρωθυπουργός.
«Υπήρξα πολύ ειλικρινής απέναντι στην Τουρκία και την παγκόσμια κοινότητα, λέγοντας ότι εάν δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε συμφωνία, ας πάμε στο Δικαστήριο της Χάγης. Να συμφωνήσουμε ότι αυτή είναι η μόνη διαφορά μας, να θέσουμε τις παραμέτρους, να συμφωνήσουμε σε όσα συμφωνούμε και σε όσα διαφωνούμε και να σεβαστούμε την απόφαση του Δικαστηρίου. Να σεβαστούμε το διεθνές δίκαιο. Πιστεύω ότι αυτή είναι μία δίκαιη προσέγγιση στον βαθμό που δεν μπορούμε –εάν δεν μπορούμε– να λύσουμε τη διαφορά μας απευθείας μεταξύ μας» τόνισε χαρακτηριστικά σε διαδικτυακή συζήτηση που είχε με τον πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα κ. Νίκολας Μπερνς, στο πλαίσιο ειδικού «φόρουμ».
Πρακτικά, το καθεστώς Ερντογάν επιχειρεί να σύρει την Ελλάδα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων σαν να πρόκειται για μια χώρα που έχει βγει ηττημένη από κάποια πολεμική σύρραξη και τούτο βεβαίως δεν έχει καμία απολύτως ορθολογική βάση.
Όπως έχουμε επισημάνει αρκετές φορές σε σχετική αρθρογραφία, η Ελλάδα είναι απολύτως μόνη της σε αυτό το ιδιότυπο bras de fer.
Οι «Μεγάλες Δυνάμεις» δεν υποστηρίζουν την Ελλάδα ούτε καν στο δίκαιο αίτημα της επέκτασης των χωρικών υδάτων από τα 6 στα 12 μίλια. Αυτό δεν το θέλουν ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Ρωσία για πολλούς και διαφόρους λόγους.
Κανένας ξένος παράγοντας δεν υποστηρίζει με θέρμη ότι τα ελληνικά νησιά έχουν 100% επήρεια σε ΑΟΖ. Ακόμα και οι ανακοινώσεις του State Department επ’ αυτού του θέματος είναι τόσο προσεκτικά διατυπωμένες ώστε να δημιουργούν μια τεχνική ασάφεια για την επήρεια των ελληνικών νησιών.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο αμερικανικός παράγοντας δεν μπαίνει ποτέ στην ουσία του θέματος, αλλά αφήνει να εννοηθεί ότι όλα είναι διαπραγματεύσιμα…
Προφανέστατα οι Τούρκοι επιθυμούν «ανατολίτικο παζάρι» σε όλα τα ζητήματα των διαφορών που οι ίδιοι θέτουν και σε αυτό το παζάρι οι ξένες δυνάμεις είτε σφυρίζουν αδιάφορα, είτε κάνουν πολλές φορές ότι δεν άκουσαν και δεν είδαν καλά.
Όταν οι Τούρκοι ομιλούν για πολιτικό διάλογο εννοούν «παζάρι» μεταξύ του Έλληνα πρωθυπουργού και του Ερντογάν.
Κάτι τέτοιο δεν είναι διατεθειμένος να το κάνει ούτε ο Μητσοτάκης, ούτε κανένας άλλος Έλληνας πρωθυπουργός.
Αν και δεν επιθυμώ να γίνω μάντης κακών, είναι κάτι παραπάνω από οφθαλμοφανές ότι οι Τούρκοι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα μπουν στην συνεκμετάλλευση των υδρογονανθράκων, με την ανοχή των ΗΠΑ, της Ρωσίας αλλά και της Γερμανίας.
Αυτό που δεν έχει διευκρινιστεί από κανέναν είναι τι ακριβώς θέλουν οι Τούρκοι.
Θέλουν μόνο να μπουν στο παιχνίδι των υδρογονανθράκων ή διεκδικούν εθνική κυριαρχία επί ελληνικών εδαφών;
Και ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι ακόμα και αν τελικά επιτευχθεί μια συμφωνία επί των υδρογονανθράκων, θα σταματήσει η τουρκική επιθετικότητα;
Η Ιστορία έχει αποδείξει ότι δεν είναι μόνο θέμα φυσικών πλούτων.