
Του Ηλία Μαγκίνη
Το 1974, ο κ. Κωνσταντίνος Βασιλάκης ταχυδρόμησε στην Αμερική ένα από τα στρατιωτικά του μετάλλια, το Air Medal που του είχαν απονείμει οι Αμερικανοί στον πόλεμο της Κορέας. Ο Ελληνας αεροπόρος τούς επέστρεφε το μετάλλιο, διαμαρτυρόμενος για τη στάση της αμερικανικής κυβέρνησης κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Εχει ξανασυμβεί: ένας βετεράνος να αποποιείται το μετάλλιό του – τη μοναδική ουσιαστικά αμοιβή του, το πειστήριο της πολεμικής του δράσης. Πώς όμως αξιολογείται ένας πόλεμος; Το «έπος του 1940-41» είναι ίσως ο μοναδικός πόλεμος για τον οποίο οι Ελληνες συζητούν άνετα: οι νικηφόροι Βαλκανικοί επισκιάστηκαν από τη Μικρασιατική Εκστρατεία που κατέληξε σε Καταστροφή, η Κύπρος ήταν ένα όνειδος, όσο για τον Εμφύλιο – ποιος θέλει να μνημονεύει έναν εμφύλιο; Κανένας μάλλον: στο Πολεμικό Μουσείο, από την απελευθέρωση της Αθήνας το 1944 περνάμε στο (αποσιωπημένο) Εκστρατευτικό Σώμα Κορέας το 1950. Τα Δεκεμβριανά, ο Γράμμος, το Βίτσι δεν συνέβησαν. Μόνο στην ταινία «Ψυχή βαθιά» του Παντελή Βούλγαρη.
Στο Μοναστηράκι βρήκα ένα βιβλιαράκι του 1949, «έκδοσις του Συλλόγου Υπαλλήλων Ηλεκτρικής Εταιρείας Α. Π.». Τίτλος του: «Εαρινή Ιταλική Επίθεσις», θέμα του οι σφοδρές μάχες στο ύψωμα 731 και συγγραφέας ο βετεράνος Γεώργιος Α. Κίτσος. Περιπλανιέμαι στο Μουσείο και το βλέμμα μου πέφτει στο κλασικό ελληνικό κράνος του 1940, το Μ1938. Σκέφτομαι τη «φρικώδη μάζα» που είχαν γίνει Ελληνες και Ιταλοί πάνω στο φονικό 731. Εξω βρέχει, ο κόσμος στο Μουσείο λιγοστός. Γονείς και μπόμπιρες – αγοράκια μόνον. «Κοίτα τα όπλα», λέει ένας παππούς στον εγγονό. Ξιφολόγχη Fairbairn-Sykes των Βρετανών κομάντος που χρησιμοποιούσε ο ελληνικός Ιερός Λόχος, γερμανικό πιστόλι Μάουζερ Μ1934 που ανήκε στον Γερμανό διοικητή της Μήλου ταγματάρχη Κνάουερ, που παραδόθηκε στις 9 Μαΐου του 1945, η χλαίνη του Ζέρβα μαζί με το ξίφος και το δίκοχο του Σαράφη, η σελίδα της «Καθημερινής» με την ανοιχτή επιστολή του Γ.Α. Βλάχου στον Αδόλφο, στρατιωτικά μετάλλια, παράσημα. Αναρωτιέμαι: έχει τιμή η ανδραγαθία;