Το εξοπλιστικό πρόγραμμα που ξεκίνησε ουσιαστικά το 1997 μετά την τραγική εμπειρία της κρίσης των Ιμίων είχε αρχίσει να αποδίδει καρπούς στα τέλη της δεκαετίας και στο ξεκίνημα του νέου αιώνα. Από αυτό το μεγάλο κυλιόμενο εξοπλιστικό πρόγραμμα η ελληνική πολεμική βιομηχανία ευελπιστούσε να αποκομίσει σημαντικές παραγγελίες κατασκευής νέου υλικού τεχνογνωσία και φυσικά την δυνατότητα να μπορεί να αναπτύσσει τα δικά της προϊόντα για την εγχώρια και διεθνή αγορά.
Όμως το όλο σχέδιο δεν εξελίχτηκε όπως οι περισσότεροι ανέμεναν. Δυστυχώς η εμπλοκή της ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας στο ΕΜΠΑΕ είχε κυρίως το ρόλο του υποκατασκευαστού, του συνεργάτη μέσα από συναρμολογήσεις, είτε τελικών προϊόντων, είτε υποσυστημάτων, με περιορισμένα δείγματα εγχώριας ανάπτυξης νέων συστημάτων, τα οποία αρκετές φορές δεν επιλέχτηκαν τελικά από τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΕΔ). Από την αρχή του προγράμματος δεν υπήρξε μία διαχρονική μελέτη της εξέλιξης της πορείας της ανάπτυξης της ελληνικής βιομηχανίας μέσα από την πλειάδα των προγραμμάτων που εκείνη την περίοδο ξεκίναγαν. Δεν υπήρξε ένας αληθινό συντονισμένο πρόγραμμα με στόχους, χρονοδιαγράμματα, στάδια απόκτησης των επιμέρους βιομηχανικών ικανοτήτων. Δεν υπήρξε μία ουσιαστική και διαχρονική συνεργασία των ερευνητικών ιδρυμάτων των Ενόπλων Δυνάμεων, ούτε των ακαδημαϊκών ερευνητικών ιδρυμάτων Σκοπός ήταν η υλοποίηση του προγράμματος για την άμεση όσο το δυνατό κάλυψη των εξοπλιστικών αναγκών των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και όχι η δημιουργία μίας ισχυρής εγχώριας πολεμικής βιομηχανίας η οποία θα μπορούσε να έχει μέλλον με νέα προϊόντα και με εξαγωγικό προσανατολισμό. Παρόλα αυτά οι ελληνικές εταιρείας κατάφεραν να ολοκληρώσουν σειρά προγραμμάτων σε συνεργασία με ξένες εταιρείες, αλλά και να αναπτύξουν τα δικά τους προϊόντα τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν ανταγωνιστικά έναντι των ξένων και σε χαμηλότερη τιμή απόκτησης αποδεικνύοντας ότι ο χώρος είχε μέλλον.
Πυρομαχικά και οπλισμός
Η νέα χιλιετηρίδα θα βρει την ΕΒΟ να ατενίζει την νέα εποχή που ξεκινούσε με μία σειρά νέων και παλαιών προϊόντων, τα οποία κάλυπταν σχεδόν το σύνολο των αναγκών των ΕΕΔ. Πιο αναλυτικά τον Οκτώβριο του 2000 στην έκθεση στρατιωτικού υλικού Defendory 2000 η εταιρεία παρουσίασε το γνωστό γερμανικό επιθετικό τυφέκιο G-36 των 5,56 χλστ το οποίο κατόπιν συμφωνίας με την κατασκευάστρια εταιρεία H&K η ελληνική εταιρία θα το κατασκεύαζε στο εργοστάσιο της στο Αίγιο με Εγχώρια Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) 100%. Τελικά ο διαγωνισμός διευρύνθηκε ώστε να περιλαμβάνει και άλλα τυφέκια αλλά ελλείψη χρηματοδότησης και δεύτερων σκέψεων για το διαμέτρημα που θα υιοθετείτο (7,62 χλστ αντί για 5,56 χλστ) τελικά ακυρώθηκε. Παράλληλα με το G-36 η ΕΒΟ παρουσίασε στην έκθεση το γνωστό ελαφρύ πολυβόλο MINIMI των 5,56 χλστ της βελγικής εταιρείας FN για το οποίο είχε επίσης συμφωνήσει με την FN να το κατασκευάζει στην Ελλάδα το πολυβόλο με ΕΠΑ 50%. Τελικά η εταιρεία έλαβε μία παραγγελία για 750 πολυβόλα το 2003 και άλλη μία για 2.320 πολυβόλα το 2005. Ένα ακόμα προϊόν για το οποίο η ελληνική εταιρεία είχε λάβει το δικαίωμα της παραγωγής ήταν το αυτόματο βομβιδοβόλο GMG των 40 χλστ. Την περίοδο εκείνη η ΕΒΟ ανέμενε την παραγγελία του ΕΣ για 622 μονάδες του νέου βομβιδοβόλου η οποία τελικά δόθηκε με τις πρώτες παραδόσεις να ξεκινούν το φθινόπωρο του 2004.
Ένα ακόμα πρόγραμμα ήταν η κατασκευή 150 όλμων για τις ελληνικές ειδικές δυνάμεις του ελληνικού Στρατού (ΕΣ) τύπου Commando των 60 χλστ της εταιρείας Hirtenberger. Για το συγκεκριμένο όλμο η ΕΒΟ είχε λάβει από την αυστριακή εταιρεία την τεχνογνωσία ώστε να μπορέσει να τον κατασκευάσει στα εργοστάσια της με ΕΠΑ 100%. Τελικά η παραγγελία δόθηκε το 1999 με τους πρώτους όλμους να παραδόθηκαν το 2002 και την παραγγελία να ολοκληρώνεται το 2006. Σε παραγωγή βρισκόταν την περίοδο εκείνη (το 2000) και ο ελληνικής σχεδίασης όλμος των 81 χλστ Ε-44 Ε, αφού ο ΕΣ είχε δώσει νωρίτερα την πολυαναμενόμενη μαζική παραγγελία για την κατασκευή 475 όλμων η οποία επεκτάθηκε αργότερα (Μάιος του 2005) για 220 ακόμα όλμους ενώ 280 ακόμα όλμοι κατασκευάστηκαν για την Εθνοφρουρά.
Τα προγράμματα όμως της εταιρείας τα οποία πραγματικά συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον των επισκεπτών ήταν οι τρείς προτάσεις εκσυγχρονισμού πυροβόλων που κατέθεσε η ΕΒΟ σε συνεργασία με την ολλανδική εταιρεία RDM Technology BV. Το πρώτο πρόγραμμα αφορούσε ένα πακέτο εκσυγχρονισμού των αυτοκινούμενων πυροβόλων Μ109 των 155 χλστ του ΕΣ και το δεύτερο τον εκσυγχρονισμό των ρυμουλκούμενων πυροβόλων Μ101 των 105 χλστ. Το πακέτο εκσυγχρονισμού του Μ109 το οποίο είχε κωδικοποιηθεί ως M109L52, περιελάμβανε την εγκατάσταση του πυροβόλο 155 χλστ των 52 διαμετρημάτων της γερμανικής των German Rheinmetall Weapons & Munitions ίδιο με αυτό που εξοπλίζει το αυτοκινούμενο πυροβόλο PzH 2000. Επιπλέον το πακέτο περιελάμβανε ενίσχυση του πήγματος και του πύργου, νέα υδραυλικά συστήματα, νέο κύλινδρο ανύψωσης και εξισορρόπησης, νέο βραχίονα οροφής, την εγκατάσταση ενός αυτόματου συστήματος τροφοδοσίας πυρομαχικών (με 24 βλήματα έτοιμα προς βολή και 10 ακόμα σε υποδοχές στο πάτωμα), εγκατάσταση συλλογής διαχείρισης πυρομαχικών AHK, βίντσι για τα βλήματα και ηλεκτρικά ενεργοποιούμενος εμβολιστής. Τέλος η πρόταση περιελάμβανε νέο κινητήρα, αναβάθμιση των ηλεκτρονικών του πυροβόλου ώστε αυτό να φτάσει στο επίπεδο της έκδοσης Μ109Α5+. Το νέο ουσιαστικά πυροβόλο μπορούσε να επιτύχει βεληνεκές 40 χλμ με βλήματα ERFB-BB. Η δεύτερη πρόταση της RDM Technology BV αφορούσε τον εκσυγχρονισμό του πυροβόλο Μ101 των 105 χλστ με κάνη 33 διαμετρημάτων και η τρίτη του Μ114 με κάνη των 39 διαμετρημάτων. Και οι δύο προτάσεις τελικά δεν προχώρησαν.
Στο τομέα των ναυτικών οπλικών συστημάτων η ΕΒΟ ανέλαβε να κατασκευάσει τον πύργο Otobreda 30 ο οποίος είναι εξοπλισμένος με το πυροβόλο Mauser Mk30 F των 30 χλστ. Οι πυργίσκοι αυτοί εξοπλίζουν τις πυραυλακάτους Super Vita (δύο σε κάθε πλοίο) που είχαν παραγγελθεί από το Πολεμικό Ναυτικό (ΠΝ) καθώς και τα τρία περιπολικά κλάσης Saar 4 του Λιμενικού Σώματος (ΛΣ).
Από την πλευρά της ΠΥΡΚΑΛ εκτός από τα πυρομαχικά που η εταιρεία είχε παρουσιάσει στο παρελθόν το 2000 στην ελληνική έκθεση η εταιρεία φιλοξένησε στο περίπτερο της την αγκυροβολημένη αντι-αποβατική βουλγαρική νάρκη PDM-2M. Επιπλέον η εταιρεία την περίοδο εκείνη ανέλαβε σημαντικό κατασκευαστικό έργο για την πολεμική κεφαλή του πυραύλου Stinger Block 1, ενώ παράλληλα με αυτό το πρόγραμμα η ΠΥΡΚΑΛ ενεπλάκη και στην κατασκευή της πολεμικής κεφαλής του πυραύλου αέρος-αέρος IRIS-T. Τέλος η εταιρεία το 2000 έλαβε την πλήρη τεχνογνωσία από την εταιρεία Singapore Technology για την κατασκευή βομβίδων υψηλής ταχύτητας των 40 χλστ και βλήμα όλμου των 120 χλστ για τον ελληνικό όλμο Ε-56 ο οποίος όμως τελικά δεν μπήκε σε παραγωγή από την ΕΒΟ. Δύο χρόνια αργότερα το 2002 στην έκθεση Defendory η ΠΥΡΚΑΛ παρουσίασε το βομβιδοφόρο βλήμα όλμου των 120 χλστ GRM-25 και το αντιαρματικό πυρομαχικό που χρησιμοποιεί τον φορέα GRM-49 CBB των 155 χλστ (πυροβόλα των 39 και 52 διαμετρημάτων) για την μεταφορά και την διασπορά σε μεγάλες αποστάσεις αντιαρματικών ναρκών. Την ίδια χρονιά η εταιρεία έλαβε την άδεια παραγωγής από την ισραηλινή εταιρεία ΙΜΙ για την κατασκευή 11.611 διατρητικών πυρομαχικών (APFSDS-T) Μ 426Α1 των 105 χλστ, με ΕΠΑ 36%.
Τρία χρόνια αργότερα το 2005 τα ΕΑΣ (η εταιρεία που προέκυψε από την συγχώνευση της ΕΒΟ με την ΠΥΡΚΑΛ στις αρχές του 2004) έλαβαν και δεύτερη παραγγελία για την κατασκευή μίας νέας ποσότητας του εν λόγω πυρομαχικού αποκτώντας αξιόλογη εμπειρία στην κατασκευή αυτής της κατηγορίας των πυρομαχικών. Μία ακόμη σημαντική παραγγελία που έλαβαν τα ΕΑΣ στα μέσα του 2005 ήταν η κατασκευή των βλημάτων M551 HEAT για αντιαρματικούς εκτοξευτές των 84 χλστ Carl Gustaf. Την ίδια περίοδο η εταιρεία λαμβάνει την εντολή για την υλοποίηση του προγράμματος του αντιαρματικού πυραύλου Milan II για τον ΕΣ. Το πρόγραμμα περιελάμβανε την κατασκευή από την ελληνική εταιρεία του σωλήνα εκτόξευσης, το σύστημα πυροδότησης του βλήματος το οποίο βρίσκεται μέσα στον σωλήνα, την συναρμολόγηση του βλήματος, την τοποθέτηση του μέσα στον σωλήνα τον έλεγχο του συστήματος και την παράδοση του στον ΕΣ.
Το 2004 μετά από προσπάθειες πολλών ετών παρουσιάστηκε και επίσημα από τα ΕΑΣ η βομβίδα των 40 χλστ για τα αυτόματα βομβιδοβόλα GMG της εταιρείας Η&Κ που κατασκεύαζε η εταιρεία κατόπιν άδειας. Η ανάπτυξη της νέας ελληνικής σχεδίασης βομβίδας υψηλής και χαμηλής ταχύτητας ξεκίνησε από την ΕΒΟ το 1996. Το νέο πυρομαχικό παράγεται σε δύο εκδόσεις στην εκπαιδευτική (TP) και την μάχης (HEDP). Ακολούθησε μία μακρά περίοδος πιστοποιήσεων του νέου πυρομαχικού με την πιστοποίηση της βομβίδας TP/LV το 2000, την πιστοποίηση της βομβίδας HEDP-T/HV από την γερμανική υπηρεσία BWB το 2006 και την πιστοποίηση της HEDP-T/HEDP από το ΥΠΕΘΑ το 2007. Αναγνωρίζοντας την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα του ελληνικού πυρομαχικού, η γερμανική εταιρία Η&Κ κατόπιν συμφωνίας με την ελληνική εταιρεία ανέλαβε να προωθήσει εμπορικά το ελληνικό προϊόν στους πελάτες διαμορφώνοντας το κατάλληλο εμπορικό περιβάλλον για την πώληση του σε ολόκληρο τον κόσμο.
Οι παραγγελίες δεν άργησαν να έρθουν με το γερμανικό Στρατό να παραγγέλνει 5.500 βομβίδες, το γαλλικό υπουργείο Άμυνας να παραγγέλνει 17.894 βομβίδες HEDP/HV και 1.984 βομβίδων TP-Τ, ενώ ακολούθησε μία νέα γαλλική παραγγελία για την Αεροπορία της χώρας για 25.000 βομβίδες καθώς και 2.496 βομβίδες HEDP και 960 βομβίδων TP-Τ από την Η&Κ Γαλλίας. Το επόμενο βήμα της εταιρείας ήταν η ανάπτυξη μίας νέας έκδοσης HV του πυρομαχικού που θα το ενέτασσε στην κατηγορία των Αδρανών Πυρομαχικών (Insensitive Munitions, IM). Τα πυρομαχικά αυτά είναι ανθεκτικά σε εγγύς εκρήξεις ώστε να μην προκαλείται έκρηξη εντός του κυτίου που μεταφέρονται. Το νέο προϊόν είναι πρωτοποριακό αφού στην διεθνή αγορά δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο. Η επιβεβαίωση της προσπάθειας της ελληνικής εταιρείας από τον ΕΣ ήρθε με την παραγγελία τον Απρίλιο του 2011, συνολικά 161.000 βομβίδων HV, 69.000 βομβίδων HEDP-T/HV-SD, και 35.000 βομβίδων TP-T/HV.
Αντιαεροπορικά συστήματα
Στην Defendory 1998 όπως και στην Defendory 2000 η ΕΒΟ είχε παρουσιάσει το σύστημα Artemis-30 AHEAD το οποίο αποτελούσε την πλέον αναβαθμισμένη πρόταση της εταιρείας για την μονάδα πυρός. Η εταιρεία κατάφερε να Αποκτήσει τα δικαιώματα συμπαραγωγής του πυρομαχικού PDM 62 με το ποσοστό συμμετοχής της να αυξάνεται ανάλογα με την ποσότητα που θα παρήγγειλε η Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ). Οι επιτυχημένες δοκιμές του νέου συστήματος που είχαν προηγηθεί, σε συνδυασμό με την χρήση του ΚΔΒ του συστήματος Βέλος της ΠΑ αποτελούσαν μία πολλά υποσχόμενη πρόταση η οποία όμως τελικά δεν έγινε αποδεχτεί από την ΠΑ.
Στην ίδια έκθεση Defendory 2000 καθώς και στην επόμενη το 2002 η ΕΒΟ παρουσίασε ένα πρόπλασμα του αντιαεροπορικού συστήματος V-SHORADS ASRAD 54 εκ των οποίων είχε παραγγείλει ο ΕΣ. Το πρόγραμμα περιελάμβανε την κατασκευή του έστορα των βλημάτων Stinger, την εγκατάσταση του συγκροτήματος στο όχημα φορέα και την εγκατάσταση της κονσόλας και των τελικών δοκιμών. Το πρώτο σύστημα παραδόθηκε στον ΕΣ από τα ΕΑΣ το 2004 ενώ το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε το ….
Την ίδια περίοδο η ΕΒΟ και μετέπειτα τα ΕΑΣ ανέλαβαν ως υπεργολάβος την υλοποίηση του προγράμματος του εκσυγχρονισμού του αντιαεροπορικού συστήματος ΒΕΛΟΣ. Το πρόγραμμα υλοποιήθηκε σε δύο φάσεις με την πρώτη σύμβαση να υπογράφεται το από το ελληνικό Δημόσιο με την εταιρεία Oerlikon Contraves το 2002 και την δεύτερη το 2004.
Τεθωρακισμένα και τροχοφόρα οχήματα