Έτσι το αποκάλεσαν οι διατελέσαντες υπουργοί εξωτερικών (όλων των κομμάτων) όταν το είχαν παρουσιάσει στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ πριν περίπου δεκαπέντε χρόνια.
Χωρίς όμως να διαψεύσουν τίποτα από τα αναγραφόμενα αντιθέτως τα επιβεβαίωσαν.
Θέμα του, όλες οι αποκαλύψεις του δημοσιογράφου Πέτρου Κασιμάτη, για την υπ’ αριθμό ένα Εθνική υπόθεση, τους επιζώντες αγνοούμενους (αιχμαλώτους) του Αττίλα.
Για μια πολύκροτη υπόθεση που κρατήθηκε επί χρόνια επτασφράγιστο μυστικό!!!
Τα «13 Περιστέρια» ήταν ο μυστικός κωδικός για τη μεγαλύτερη επιχείρηση απελευθέρωσης Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων αγνοουμένων της Κυπριακής τραγωδίας οι οποίοι κρατούντο σε στρατιωτικές φυλακές της Τουρκίας.
Στο βιβλίο περιέχονται και όλα εκείνα τα αποδεικτικά στοιχεία για το σχεδιασμό της απελευθέρωσης τριών από τους Ελλαδίτες κι Ελληνοκύπριους….!!
Από τις φυλακές θα τους μετέφεραν σε νοσοκομείο κι από κει με πλαστά χαρτιά στα μικρασιατικά παράλια όπου θα τους παραλάμβαναν Έλληνες κομάντος.
Στο βιβλίο τονίζονται όλες οι επιχειρήσεις σωτηρίας, αποκαλύπτονται συγκλονιστικά έγγραφα και εξηγείται πως και γιατί μπλοκαρίστηκαν οι αποστολές σωτηρίας.
Για να μην διαταραχθούν οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις !!!
Για τον εντοπισμό των αγνοούμενων της Κυπριακής τραγωδίας οργανώθηκαν πολλές αποστολές από τα γεράκια της ΕΥΠ.
Μία από τις πιο χαρακτηριστικές επιχειρήσεις σωτηρίας είναι αυτή στο στρατόπεδο Μπολού.
Εκεί εντοπίστηκαν 6 από τa «περιστέρια» ενώ τα άλλα 7 εντοπίστηκαν στο Ντενισλί.
Το κωδικό όνομα για τους αγνοούμενους ήταν: «Τα περιστέρια βρίσκονται μέσα στο περιστερώνα. Θα αφήσουμε να πετάξουν τα 3».
Αλλά υπήρχε και δεύτερος κωδικός: «Ο θησαυρός είναι μέσα στο θησαυροφυλάκιο. Βρήκαμε άθικτο το θησαυρό».
Η επιχείρηση σχεδιάζεται με τη συνεργασία της Μοσσάντ αλλά ματαιώνεται την τελευταία στιγμή για να μην ανέβει το θερμόμετρο της έντασης στο Αιγαίο.
Μία άλλη αποστολή έλαβε χώρα στο Τσιακιρλί της επαρχίας Νεβσεχίρ.
Κάτι άγριοι ΚΥΠατζήδες με το κάλυμμα του ιχθυεμπόρου, σπάνιοι Κένταυροι μισοί καθάρματα και μισοί άγγελοι – κατάφεραν να βρουν Έλληνες αιχμαλώτους ,εκεί στην κορυφή του λόφου ….στο μυστικό στρατόπεδο.
Πληροφοριοδότες τους ήταν και Τούρκοι δεσμοφύλακες που είχαν ανοίξει το στόμα τους… «για έναν Νίκο αιχμάλωτο απ’ την εισβολή που έφερε τατουάζ στο ένα χέρι με τη λέξη ΕΟΚΑ κι έναν άλλο Έλληνα αιχμάλωτο που ήταν τυφλός από το ένα μάτι….»!!!
Όταν ….»πλησίασαν» περισσότερο, τα «γεράκια» της Άγκυρας άνοιξαν πυρ.
Ένας από τους Έλληνες πράκτορες σκοτώθηκε στην ανταλλαγή πυρών!!! ( γεια σου φίλε ….σε όποιον κόσμο και να βρίσκεσαι τώρα)
Η συγκλονιστική υπόθεση καλύφθηκε με απόλυτη μυστικότητα.
Σε μια άλλη συναρπαστική αποστολή στη Τουρκία κοντά στα Άδανα ο αντισυνταγματάρχης Λ. Δερμετζόγλου της ΕΥΠ εντοπίζει έναν ομαδικό τάφο με αγνοούμενους του ’74 που οι Τούρκοι αρκετά χρόνια μετά την εισβολή τους δολοφόνησαν.
Ο αποτελεσματικός αξιωματικός έβαλε μέσα στον διπλωματικό σάκο οστά και νεκροκεφαλές προκειμένου να ταξιδέψουν στην Αθήνα κι από κει σε εργαστήριο της Αυστρίας προκειμένου να διαπιστωθεί με ραδιενεργό άνθρακα 14 ο ακριβής χρόνος των δολοφονιών.
Τα άκρως απόρρητα έγγραφα κυκλοφορούσαν μόνο σε ελάχιστα αντίγραφα πριν καταστραφούν με μια θλιμμένη και αινιγματική παράγραφο: «Αν και τα αποτελέσματα της επιχείρησης δεν ήταν τα αναμενόμενα λόγω απροβλέπτων δυσχερειών κατά την εκτέλεση της αυτά σας αποστέλλονται συνημμένα για σκοπούς ενημέρωσης….».
Ήταν μια από τις τελευταίες επιχειρήσεις της ΕΥΠ σε ξένο έδαφος, της υπηρεσίας με τους ομιχλώδεις αρχηγούς, τις μυστικές αποστολές, τις υποκλοπές, τις παρακολουθήσεις, το σκοτάδι αλλά και τις εξαιρετικές πράξεις προς την πατρίδα.
Σε έναν κόσμο που οι πράκτορες διεξάγουν άγνωστες μάχες για τον περισσότερο κόσμο.
Σε έναν μυστικό πόλεμο με υπερόπλο την ανωνυμία , την κάλυψη και το παρασκήνιο και με τίμημα την …ζωή τους!
πηγη
ΔEKATPIA ΠEPIΣTEPIA
Oι τελευταίοι επιζώντες αγνοούμενοι της Kύπρου.
Oι μυστικές αποστολές σωτηρίας τους
ΠETPOΣ KAΣIMATHΣ
Πρώτο Βραβείο Δημοσιογραφίας
Ιδρύματος Μπότση
EKΔOTIKOΣ OPΓANIΣMOΣ ΛIBANH
AΘHNA
Σειρά: IΣTOPIA – NTOKOYMENTO
Tίτλος: ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΙ – ΑΚΡΩΣ ΑΠΟΡΡΗΤΟ
Συγγραφέας: ΠETPOΣ KAΣIMATHΣ
Copyright © Πέτρος Kασιμάτης
Copyright © 2009:
EKΔOTIKOΣ OPΓANIΣMOΣ ΛIBANH ABE
Σόλωνος 98 – 106 80 Aθήνα. Tηλ.: 210 3661200, Fax: 210 3617791
http://www.livanis.gr
Παραγωγή: Eκδοτικός Oργανισμός Λιβάνη

Στο ακαταμάχητο εκείνων που φώτισαν
την πιο άγρια υπόθεση του αιώνα.
Tους επιζώντες –σήμερα– αιχμαλώτους
του «Aττίλα».
Στις στρατιές των δημοσιογράφων που
έγραψαν για τις αγωνίες μιας πληροφορίας, μα κυρίως αφιερώνεται σε εκείνους
που χάθηκαν από τα τουρκικά πυρά κατά
τις μυστικές αποστολές σωτηρίας
των αγνοουμένων.
ΠEPIEXOMENA
Εισαγωγή στην 4η έκδοση…………………………………….. 11
Πρόλογος………………………………………………………….. 45
«O θησαυρός είναι μέσα στο θησαυροφυλάκιο»…….. 49
«Έχουμε βρει ζωντανούς»…………………………………… 61
O νόμος της σιωπής για… το «άλλο»……………………….. 75
Tο «άλλο» αρχίζει να παίρνει μορφή: έξι
ζωντανοί στο Mπολού, εφτά στο Nτενιζλί… ……………. 85
Aποστολές στην τουρκική απόγνωση……………………. 97
Tα «περιστέρια» δραπετεύουν… ………………………….. 115
Oι επιχειρήσεις σωτηρίας…………………………………… 133
H στάση της πολιτικής ηγεσίας……………………………. 155
H συνάντηση με τον Πρόεδρο της Eλληνικής
Δημοκρατίας Kωστή Στεφανόπουλο…………………… 165
Tα δημοσιεύματα………………………………………………. 169
Στα διεθνή ύδατα……………………………………………… 189
Παράρτημα εγγράφων………………………………………. 193
Παράρτημα φωτογραφιών………………………………… 227
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΣΤΗΝ 4η ΕΚΔΟΣΗ
Τον έβλεπα στη φωτογραφία να σηκώνει τα χέρια μπροστά στην κάννη του Τούρκου κομάντο. Και ύστερα από τόσα χρόνια τον είχα μπροστά μου: μέσα σε έγγραφα, αναφορές, ειδικές πληροφορίες.
Τότε, στην ασπρόμαυρη φωτογραφία του ’74, είχε έναν κύκλο γύρω από το κεφάλι –εντοπισμένος αιχμάλωτος– με ονοματεπώνυμο, στοιχεία και λεπτομέρειες. Το κεφάλι του είχε αυτό τον κύκλο – ένα φωτοστέφανο-μάρτυρα για όσα πέρασε, για όσα ακολούθησαν τα χρόνια της θύελλας.
Τα επόμενα χρόνια βρέθηκε νεταρισμένος απ’ την κάμερα των Βρετανών συναδέλφων του Τσάνελ-4, ταλαιπωρημένος σε στρατιωτικές φυλακές υψίστης ασφαλείας. Γυμνός, αλλά, Θεέ μου, ζωντανός στην κόλαση των Αδάνων.
Τα χρόνια κύλησαν σαν αστραπή και παρά τις πληροφορίες, τις φήμες, τα έγγραφα, τις αποστολές για την επιστροφή του και τα πολλαπλά γραμμάτια πίκρας εκείνος ζούσε τη δική του Αργοναυτική εκστρατεία.
Είναι ένας αγνοούμενος του «Αττίλα» –απ’ τους λίγους εναπομείναντες– που δε σήκωσε άσπρη σημαία στη ζωή. Παρά το αρχικό, εύλογο ρίγος –δεν είναι λίγο να κατεβαίνεις, νοερά έστω, τα σκαλιά της Κόλασης– ξέρω πως για πάντα αυτός ο άγνωστος ανώνυμος ήρωας έχει πλεγμένο στο κεφάλι ένα στεφάνι αθωότητας.
Είναι ένα ολοκάθαρο κοίτασμα από άγνωστο ορυκτό. Μη λησμονείτε ότι αυτός ο άνθρωπος έχει ήδη εκδώσει το αγγελτήριο θανάτου του από το 1974, αλλά έχει ακόμα γραμμάτια ζωής… Πίνει αργά την πιο βασανιστική βροχή. Ένα κώνειο για ένα θάνατο που έρχεται κάθε μέρα, αλλά, μόλις τον αντικρίζει, αλλάζει δρόμο! Βλέπετε, η ζωή εξυφαίνει σχέδια που η φαντασία δε δύναται να συλλάβει…
Μέχρι που οι φήμες γι’ αυτόν και για ελάχιστους άλλους επιβεβαιώθηκαν, οι πληροφορίες έγιναν στοιχεία-σοκ κι οι αδιάσειστες μαρτυρίες γεγονότα, που τα αποκάλυψα και σήμερα δεν επιδέχονται την παραμικρή αμφισβήτηση.
Σήμερα, τριάντα πέντε χρόνια μετά την εισβολή του «Αττίλα», η πολύχρονη δημοσιογραφική έρευνα για τους ελάχιστους επιζώντες αιχμαλώτους της κυπριακής τραγωδίας επιβεβαιώνεται με τον πλέον επίσημο τρόπο.
Οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών –σύμφωνα και με όσα δήλωσε ο αξιωματούχος Gregory Copley– ανασύρουν απ’ τους φακέλους τους ό,τι στοιχεία διαθέτουν για την τουρκική θηριωδία. Η αποκάλυψη των νέων σημαντικών αυτών στοιχείων συνδέεται με τις ανησυχίες των Αμερικανών ότι η Τουρκία κατασκευάζει μυστικά βιοχημικά όπλα.
Κι αν δεν «αυθαδίαζε» η Άγκυρα απέναντι στα νέα αμερικανικά σχέδια για δημιουργία στο Βόρειο Ιράκ ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, ακόμα θα περιμέναμε την επιβεβαίωση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών. Αυτή τη φορά η ειδική πληροφόρηση ήρθε από το Αμερικανικό Πεντάγωνο και τις ειδικές πηγές πληροφόρησης που διαθέτει μέσα από εκμυστηρεύσεις Τούρκων αξιωματούχων που χειρίστηκαν την κρίσιμη υπόθεση.
Αυτός ο τρομακτικός ισχυρισμός επιβεβαίωσε όσα υποστήριζα τόσα χρόνια. Και απέδειξε ακόμα και στους πιο δύσπιστους ότι η πολύχρονη, μεθοδική και σύνθετη δημοσιογραφική έρευνα μπορεί να καρποφορήσει, να έχει αποτελεσματικό έργο, να δώσει την ελπίδα στους ανθρώπους και να διακόψει τον ύπνο εκείνων που συστηματικά υπονόμευαν την αλήθεια.
Η ανατριχιαστική πληροφορία ήρθε στο φως μέσα από μια έκθεση της Defense and Foreign Affairs Strategic Policy, ότι οι Τούρκοι χρησιμοποίησαν Έλληνες και Ελληνοκύπριους αγνοουμένους από την εισβολή του «Αττίλα» ως πειραματόζωα στα χημικά εργοστάσια που διαθέτουν σε περιοχή έξω απ’ την Άγκυρα.
Τα συγκεκριμένα μυστικά βιοχημικά εργοστάσια ελέγχονται απόλυτα από την ηγεσία των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και υπάγονται στην GMMA (Gulhane Military Medical Academy). Στις προηγούμενες εκδόσεις του βιβλίου μου –Δεκατρία Περιστέρια – Οι τελευταίοι επιζώντες αγνοούμενοι της Κύπρου.
Οι μυστικές αποστολές σωτηρίας τους– είχα παραθέσει σειρά απόρρητων εγγράφων για τον εγκλωβισμό των αγνοουμένων σε κέντρο εκπαίδευσης της ΜΙΤ, για τη συχνή μεταφορά τους σε στρατιωτικές φυλακές, σε συγκεκριμένες περιοχές που βρίσκονται υπό διαρκή στρατιωτικό έλεγχο. Τα απόρρητα έγγραφα και οι αποστολές που πραγματοποιήθηκαν από ελληνικές και ξένες μυστικές υπηρεσίες επιβεβαιώνονται τώρα με τη συγκλονιστική έκθεση της Εταιρείας Στρατηγικών Αναλύσεων.
Την πολύκροτη έκθεση υπογράφει ένας άνθρωπος που δύσκολα αμφισβητείται. Ο Αμερικανός αναλυτής Gregory Copley, ένα υψηλόβαθμο στέλεχος του Κέντρου Αμυντικών Αναλύσεων των ΗΠΑ (με έδρα την Αλεξάνδρεια της πολιτείας Βιρτζίνια).
Εκεί, στην ίδια πολιτεία που βρίσκεται και η έδρα της CIA, ο Copley συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία που διαθέτει και μιλά στους έκπληκτους Έλληνες ανταποκριτές στην Ουάσινγκτον για συγκλονιστικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του (και μαζί με αυτόν οι στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών του Αμερικανικού Πενταγώνου), ότι δηλαδή οι Τούρκοι χρησιμοποιούσαν τους αιχμαλώτους απ’ την εισβολή του 1974 –τουλάχιστον μέχρι το 1988– ως πειραματόζωα σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις της ΜΙΤ. Κι ακόμα, όπως δηλώνει ο ίδιος σε συνεντεύξεις του, ότι «οι Τούρκοι δεν είχαν πρόθεση να επιστρέψουν αυτούς τους αιχμαλώτους ή να παραδεχτούν ότι τους έχουν».
Το συνταρακτικό είναι ότι τα στοιχεία-σοκ του Αμερικανού αναλυτή (που είναι υψηλόβαθμος αξιωματούχος σε κέντρα ειδικής πληροφόρησης για θέματα μείζονος σημασίας) προέρχονται, όπως δηλώνει ο ίδιος, «από ανθρώπινες πηγές σχετιζόμενες με υπηρεσίες πληροφοριών που βρίσκονται μέσα στην Τουρκία («it’s coming from human intelligence sources inside Turkey»). Και παραθέτει φυσικά τα ελάχιστα από όσα γνωρίζει και από όσα χειρίζονται τα γεράκια των υπηρεσιών πληροφοριών με τα οποία ο Αμερικανός αναλυτής φαίνεται να έχει ειδική σχέση!
Aσχέτως αν οι Τούρκοι μέχρι το 1988 κρατούσαν εν ζωή πολλούς από τους αγνοουμένους του «Αττίλα» χρησιμοποιώντας τους είτε ως πειραματόζωα για τα χημικά τους εναντίον των Κούρδων είτε για να κρατούν ένα διαπραγματευτικό χαρτί το οποίο μπορεί κάποια στιγμή να χρησιμοποιούσαν, είτε γιατί είναι πάγια στρατιωτική αρχή να κρατείται εν ζωή ένας αριθμός αιχμαλώτων, σαφέστατα επιβεβαιώνονται τα έγγραφα-φωτιά των ελληνικών και κυπριακών υπηρεσιών που δημοσιεύονται σε αυτό το βιβλίο.
Έγγραφα ειδικού χειρισμού που αποκαλύπτουν τις μυστικές επιχειρήσεις που διενεργήθηκαν, τα μυστικά στρατόπεδα όπου κρατούνται οι αιχμάλωτοι Ελλαδίτες κι Ελληνοκύπριοι, τις αγωνιώδεις προσπάθειες που κατέβαλαν αξιωματούχοι ελληνικών υπηρεσιών, πολιτικά πρόσωπα και στρατιωτικοί που δεν ήθελαν να συσκοτιστεί η μεγάλη αυτή εθνική προτεραιότητα.
Ιδού τι εκμυστηρεύτηκε ο κ. Copley, ο αξιωματούχος που δε διαψεύδεται ποτέ, σε συνέντευξή του στον εξαίρετο Λάμπρο Παπαντωνίου, ανταποκριτή της εφημερίδας Ελεύθερος Τύπος στην Ουάσινγκτον:
Ελεύθερος Τύπος: Κ. Copley, διαβάσαμε πολύ προσεκτικά την τελευταία έκθεσή σας που υποστηρίζει ότι Έλληνες και Ελληνοκύπριοι αγνοούμενοι χρησιμοποιήθηκαν ως πειραματόζωα σε μυστικά τουρκικά εργοστάσια παραγωγής χημικών όπλων. Θα σχολιάσετε αυτό το καίριο σημείο;
Gregory R. Copley: Έχουμε πολλές πληροφορίες για τη χρησιμοποίηση Κύπριων αιχμαλώτων από το 1974, ως πειραματόζωων, για την κατασκευή χημικών και βιολογικών όπλων από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις.
Προσπαθώ να συγκεντρώσω ακόμη περισσότερες πληροφορίες. Πρόκειται για ένα πολύ καυτό ζήτημα για τις τουρκικές στρατιωτικές Αρχές, οι οποίες έκαναν συστηματική παραπληροφόρηση για πάρα πολλά χρόνια. Και καθημερινώς φτάνουν όλο και περισσότερες πληροφορίες για το τουρκικό πρόγραμμα κατασκευής χημικών και βιολογικών όπλων μαζικής καταστροφής, το οποίο παρακολουθούμε πολύ στενά, όσο το δυνατόν καλύτερα.
Ε.Τ.: Πότε εσείς, για πρώτη φορά, λάβατε γνώση ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο μέσα στην Τουρκία;
G.C.: Εμείς για ένα χρονικό διάστημα ακούγαμε φήμες, αλλά τους τελευταίους μήνες αρχίσαμε να συλλέγουμε συγκεκριμένες πληροφορίες, τις οποίες ήδη δημοσιεύσαμε. Και τώρα, όμως, ψάχνουμε για πιο εξειδικευμένες πληροφορίες.
Ε.Τ.: Για τα όσα γράφετε στο δελτίο σας, γι’ αυτό το σοβαρό θέμα, από πού εξασφαλίσατε τις πληροφορίες αυτές;
G.C.: Προέρχονται από ανθρώπινες πηγές, σχετιζόμενες με υπηρεσίες πληροφοριών που βρίσκονται μέσα στην Τουρκία («it’s coming from human intelligence sources inside Turkey»!).
Ε.Τ.: Μήπως γνωρίζετε πόσοι έχουν εξαφανιστεί με αυτόν τον τρόπο των πειραμάτων;
G.C.: Όχι! Σε αυτή τη φάση δεν έχω καμία ιδέα γύρω από τους αριθμούς.
Ε.Τ.: Πώς εσείς καταλήξατε στην απόφαση να φέρετε σήμερα στη δημοσιότητα αυτό το θέμα ύστερα από 32 χρόνια;
G.C.: Οι πληροφορίες αυτές είχαν αγνοηθεί. Πιστεύω ότι από τη στιγμή που είχαν αυτούς τους αιχμαλώτους μετά την εισβολή στην Κύπρο ήταν ξεκάθαρο ότι οι Τούρκοι δεν είχαν πρόθεση να επιστρέψουν αυτούς τους αιχμαλώτους ή να παραδεχθούν ότι τους έχουν. Έτσι, ήσαν ελεύθεροι να τους χρησιμοποιήσουν όπως αυτοί επιθυμούσαν. Όπως σας είπα, εμείς δεν συλλέξαμε ακόμη τις συγκεκριμένες νέες πληροφορίες που θα θέλαμε. Αλλά εκείνο που εμείς έχουμε είναι πολλές πληροφορίες, από διάφορες πηγές, μέσα στην Τουρκία.
Ε.Τ.: Δηλαδή, ό,τι έχετε σήμερα στη δική σας κατοχή προέρχεται από ανθρώπινες πηγές, προσκείμενες στο Intelligence.
G.C.: Έτσι ακριβώς. Και εμείς πληροφορούμεθα, όλο και περισσότερο, κάθε εβδομάδα που περνάει, για το τουρκικό πρόγραμμα χημικών όπλων. Και ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να δουν το φως της δημοσιότητας οι πληροφορίες αυτές. Και νομίζω ότι θα υπάρξουν ακόμη πιο συγκεκριμένες πληροφορίες διαθέσιμες γι’ αυτό το θέμα.
Ε.Τ.: Νομίζετε ότι η αμερικανική κυβέρνηση ανησυχεί για το χημικό και βιολογικό αυτό πρόγραμμα της Τουρκίας κατασκευής όπλων μαζικής καταστροφής, στο οποίο αναφέρεσθε;
G.C.: Νομίζω ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ανησυχούν για το πρόγραμμα κατασκευής χημικών και βιολογικών όπλων από την Τουρκία και το Ιράν. Και τώρα μάλιστα οι ΗΠΑ άρχισαν να ανησυχούν πάρα πολύ και για το πρόγραμμα του Ιράν κατασκευής πυρηνικών όπλων. Το Ιράν έχει ήδη αναπτυγμένα 12-15 πυρηνικά όπλα που απέκτησε από το Καζακστάν, την Ουκρανία και τη Βόρειο Κορέα. Και όλα αυτά τα όπλα μαζικής καταστροφής, βιολογικά και χημικά και σε ελάχιστο βαθμό τα πυρηνικά, παρουσιάζουν πάρα πολύ ενδιαφέρον. Ειδικότερα, όταν έλθουν σε αντιπαράθεση αμερικανικά και τουρκικά στρατεύματα στο εγγύς μέλλον.
Ε.Τ.: Συζητήσατε τις πληροφορίες αυτές, που έχετε στην κατοχή σας, με οποιονδήποτε επίσημο της αμερικανικής κυβέρνησης ή το Πεντάγωνο; Διαπιστώσατε να δείχνουν ενδιαφέρον;
G.C.: Mάλιστα! Η αμερικανική κυβέρνηση είναι μία από αυτές που χρησιμοποιούν το δικό μας σύστημα συλλογής πληροφοριών και συγκεκριμένα άτομα που πρόσκεινται στην Υπηρεσία Πληροφοριών του Πενταγώνου (Defense Intelligence Agency), η οποία έχει αυτήν την πληροφορία τώρα και θα κάνει αυτό που πρέπει να κάνει.
Ε.Τ.: Ποια ήταν η αντίδρασή τους όταν τους δώσατε τις πληροφορίες αυτές;
G.C.: Δεν είχαν άμεση αντίδραση και ούτε αναμένουμε να έχουν άμεση αντίδραση. Απλώς πήραν την πληροφορία αυτή, την οποία και θα χρησιμοποιήσουν όπως αυτοί κρίνουν. Έχουν δώσει σημασία σε αυτήν την πληροφορία.
Ε.Τ.: Γνωρίζετε ότι οι Τούρκοι χρησιμοποίησαν την ίδια ακριβώς μέθοδο και εναντίον Κούρδων της οργάνωσης ΡΚΚ;
G.C.: Αυτή είναι η άποψή μου. Και φυσικά αυτή τη στιγμή οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις είναι έτοιμες να αναλάβουν μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση εναντίον Κούρδων του ΡΚΚ, καθώς και εναντίον άλλων κουρδικών ομάδων που έχουν σχέση με το ΡΚΚ, που κάνουν επιχειρήσεις κατά της Τουρκίας μέσα από το Βόρειο Ιράκ.
Ε.Τ.: Για να καταλάβουμε καλύτερα, μιλάτε για τις βάσεις των Κούρδων του ΡΚΚ που βρίσκονται μέσα στο Βόρειο Ιράκ;
G.C.: Ακριβώς!
Ε.Τ.: Μια και αναφέρεστε σε αυτό το θέμα, φοβάστε την ανάληψη από πλευράς Τουρκίας οποιασδήποτε στρατιωτικής επιχείρησης, τώρα, εναντίον βάσεων του ΡΚΚ μέσα στο Βόρειο Ιράκ;
G.C.: Μάλιστα! Εμείς γνωρίζουμε ότι οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και το Τουρκικό Γενικό Μικτό Επιτελείο (ΓΕΕΘΑ) το έχουν σχεδιάσει αυτό διεξοδικά και ήδη κάνουν αυτού του είδους τις επιχειρήσεις, για αρκετό καιρό τώρα, μέσα στο Βόρειο Ιράκ. Και εκείνο που μπορώ να σας πω σήμερα είναι ότι η αμερικανική κυβέρνηση πιέζει πάρα πολύ σκληρά προκειμένου να αποτρέψει την Τουρκία να επέμβει στο Ιράκ, γνωρίζοντας πως κάτι τέτοιο θα αποσταθεροποιούσε τελείως το Ιράκ αυτή τη συγκεκριμένη περίοδο.
Αλλά το ενδιαφέρον σημείο είναι ότι η τουρκική κυβέρνηση τώρα όλο και ακούει λιγότερο την Ουάσιγκτον, διότι οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις γνωρίζουν ότι το παιχνίδι με την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τελειώσει. Και έτσι δεν υπάρχει πλέον μοχλός πίεσης ούτε από πλευράς Ηνωμένων Πολιτειών ούτε από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να συγκρατηθεί η τουρκική κυβέρνηση.
Στις μέρες μας η καλή εφημερίδα Το Παρόν μιλά για τη δικαίωση του συγγραφέα αυτού του βιβλίου.
Απόσπασμα από Το Παρόν:
Δικαιώνεται ο Π. Κασιμάτης
Συγκλονιστικές οι αποκαλύψεις από την έκθεση του αμερικανικού Ινστιτούτου Αμυντικών Αναλύσεων για τους αγνοούμενους της Κύπρου με στοιχεία-σοκ που επιβεβαιώνουν περίτρανα τη συναρπαστική, πολύχρονη δημοσιογραφική έρευνα του δημοσιογράφου του Ελεύθερου Τύπου, Πέτρου Κασιμάτη.
Ο Κασιμάτης, «βαρύ πυροβολικό» στα μεγάλα θέματα της εφημερίδας του, κατάφερε πριν από μερικά χρόνια να φέρει στο φως με έγγραφα-ντοκουμέντα ότι υπάρχει ένας μικρός αριθμός επιζώντων αιχμαλώτων του «Αττίλα» σε φυλακές της Τουρκίας, μια πολύκροτη υπόθεση την οποία συνέχισε να ερευνά και καρπός της ήταν το βιβλίο Δεκατρία Περιστέριααπό τις εκδόσεις Λιβάνη, που σημείωσε επανεκδόσεις κι οι αποκαλύψεις του έκαναν τον γύρο του κόσμου.
Σήμερα, ο γνωστός ρεπόρτερ επιβεβαιώνεται πανηγυρικά από όσα εξομολογείται στις συνεντεύξεις του ο συντάκτης της πολύκροτης έκθεσης, ο Αμερικανός Gregory Copley, ο οποίος τονίζει πως πηγές του ήταν και οι τουρκικές υπηρεσίες πληροφοριών, αλλά και αμερικανικές υπηρεσίες. Ήδη στην Κύπρο έχει προκληθεί σάλος και ξεκίνησε έρευνα που θα εξετάσει και πολλά από τα στοιχεία του Κασιμάτη. Τον καλό ρεπόρτερ τον επιβεβαιώνει και ο πρέσβης εξ απορρήτων του Γλ. Κληρίδη, Δώρος Πιερίδης. Ένα μεγάλο μπράβο!
Το βιβλίο έκανε επανεκδόσεις, έκανε το γύρο του κόσμου, προκάλεσε διεθνή σάλο, πήρε το Πρώτο Βραβείο Δημοσιογραφίας του Ιδρύματος Μπότση, όσο κι αν κάποιοι προσπάθησαν συστηματικά να συσκοτίσουν αυτό το μείζον ζήτημα των επιζώντων αγνοουμένων: Δεν έδιναν συνέχεια στα αποκαλυπτικά ρεπορτάζ που δημοσιεύονταν στον Ελεύθερο Τύπο, δεν απαντούσαν μετά τα νέα στοιχεία που αναφέρονταν σε τηλεοπτικές εκπομπές. Ήθελαν να κλείσουν ξανά ερμητικά την υπόθεση σε σκονισμένα συρτάρια γραφείων.
Και παρά τις φήμες, τις πληροφορίες που δε θέλω να πιστέψω και που έφταναν στα αφτιά μου ότι… στην Κύπρο σε κάποια αποστολή, σε κάποιο ταξίδι, εκεί θα ήταν εύκολη η εξόντωσή μου… Μπούρδες! Αν σε στοχοποιήσουν σοβαρές υπηρεσίες, τότε το τέλος σου δε θα το μάθεις ποτέ.
Παρά τα νέα αποκαλυπτικά ντοκουμέντα που έβλεπαν κατά καιρούς το φως της δημοσιότητας και το σάλο που είχε ξεσπάσει στην παρουσίαση του βιβλίου στη Νέα Υόρκη και στο Μόντρεαλ του Καναδά, όπου υπάρχει σοβαρή παρουσία του κυπριακού ελληνισμού, στην Αθήνα… κάποιοι περίμεναν να στείλουν οι ίδιοι οι επιζώντες υπεύθυνη δήλωση ότι βρίσκονται εν ζωή… Ας είναι…
Θυμάμαι την ασφυκτική –δημοσιογραφικά– πίεση που ασκήθηκε στην τότε υφυπουργό Εξωτερικών, αρμόδια για θέματα Κύπρου, κυρία Βιργινία Τσουδερού, κατά την παρουσίαση του βιβλίου στην κατάμεστη αίθουσα της Ένωσης Συντακτών. Και η οποία αποκάλυψε σε όλους τους παρευρισκομένους ότι επί των ημερών της στο ΥΠΕΞ βρέθηκε εν ζωή ένας μικρός αριθμός αιχμαλώτων που ήταν σε φυλακές της Τουρκίας και ότι η ίδια έκανε συστηματική προσπάθεια για έναν τριαντάχρονο –τότε– αιχμάλωτο (για τον οποίο είχαν ενδιαφερθεί και Γερμανοί αξιωματούχοι) προκειμένου να επιστρέψει πίσω στην Ελλάδα.
Oι μυστικές επαφές είχαν δρομολογηθεί προς το τέλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη και χρονικά δεν κατέστη δυνατό να ολοκληρωθεί ευνοϊκά αυτή η Αργοναυτική εκστρατεία για τη δραστήρια υφυπουργό. Ήταν μια εκμυστήρευση-βόμβα μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, μπροστά στους έκπληκτους συγγενείς των αγνοουμένων, μπροστά στην πολιτική ηγεσία και στους διατελέσαντες υπουργούς Εξωτερικών που παρουσίασαν το βιβλίο.
Κάποιοι από αυτούς που βρίσκονταν στην αίθουσα γνώριζαν κι ορισμένες άλλες ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Ο ειδικός απεσταλμένος του τότε Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο πρέσβης Δώρος Πιερίδης, είχε συντάξει μιαν άκρως απόρρητη αναφορά για την ύπαρξη επιζώντων κι είχε πείσει τον Πρόεδρο Γλαύκο Κληρίδη ότι υπήρχαν ζωντανοί αιχμάλωτοι στο Μπολού και στο Ντενιζλί της Τουρκίας.
Μάλιστα, στην παράλληλη έρευνα που κάναμε με το δραστήριο διπλωμάτη και εξ απορρήτων του Προέδρου Κληρίδη, είχε συγκεντρώσει κι ο ίδιος στοιχεία-σοκ που αργότερα δυστυχώς δε βρέθηκαν σε κανένα επίσημο αρχείο!!! Εκείνοι που ήθελαν να αποσιωπηθεί αυτή η εθνική προτεραιότητα είχαν κάνει καλά τη δουλειά τους…
Ο πρέσβης Δώρος Πιερίδης ύστερα από εντολή του κ. Κληρίδη είχε αναλάβει μυστική αποστολή να ερευνήσει την υπόθεση, παίρνοντας άδεια άνευ αποδοχών για να μη γνωρίζει κανείς τι στοιχεία θα αναζητούσε και πού θα βρισκόταν. Αλλάξαμε αυτοκίνητα, δρομολόγια, πραγματοποιήσαμε επαφές, είδαμε αξιωματούχους, πολιτικούς, στρατηγούς, συνταγματάρχες, συνδέσμους μεταξύ υπηρεσιών, που ήταν όλοι τους χειριστές της συγκλονιστικής αυτής υπόθεσης, χωρίς να μας περιμένει κανείς.
Χωρίς να έχουμε κάνει την παραμικρή συνεννόηση. Ο πρέσβης Δώρος Πιερίδης συνέταξε απόρρητα σημειώματα και εμπιστευτικές εκθέσεις. Στην πρώτη του συνέντευξη σε εφημερίδα (στον Ελεύθερο Τύπο) ο Δώρος Πιερίδης έσπασε την πολύχρονη σιωπή του και αποκάλυψε πώς πείστηκε ο κ. Γλαύκος Κληρίδης ότι υπάρχουν ακόμα και σήμερα ζωντανοί αιχμάλωτοι του «Αττίλα».
Κι ακόμα, μίλησε για την ενημέρωση που είχε σχετικά με τον πανίσχυρο πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερμανικής Βουλής και τις αποκαλύψεις των Γερμανών για ύπαρξη αιχμαλώτων σε φυλακές έξω απ’ την Άγκυρα.
Ο πρέσβης Δώρος Πιερίδης, που αυτή η πρώτη συνέντευξή του δημιούργησε αίσθηση σε ανώτατο επίπεδο στο αμερικανικό Στέιτ Ντιπάρτμεντ, στο Πεντάγωνο και στις υπηρεσίες του Λευκού Οίκου, άνοιξε τα χαρτιά του στο συγγραφέα και μίλησε για πρώτη φορά:
Ο κ. Γκρ. Κόπλεϊ φέρνει στο φως ντοκουμέντα όχι από έγγραφα, αλλά από πρόσωπα, από πηγές που δεν αμφισβητούνται μέσα από τον τουρκικό στρατό και τις παντοδύναμες μυστικές υπηρεσίες του…
Ναι, όλα όσα υπογραμμίζει για τους αιχμαλώτους του «Αττίλα» –που τους κρατούσαν ως πειραματόζωα σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις– είναι φανερό πως συμπλέουν με αυτά που μου είχαν εκμυστηρευτεί Έλληνες αξιωματούχοι και πολιτικοί για την τύχη των αιχμαλώτων. Χειριστές αυτών των αποκαλύψεων ήταν στρατηγοί και συνταγματάρχες του ελληνικού στρατού, στελέχη της ΕΥΠ, αλλά και πολιτικά πρόσωπα σε κρίσιμα πόστα. Γι’ αυτό που είχα πειστεί ήταν πως βρίσκονταν εν ζωή κάποιοι, λίγοι, από τους αγνοουμένους.
Αλλά αυτό που δεν γνώριζα και το μαθαίνω τώρα από τις αποκαλύψεις των Αμερικανών ήταν πως τους είχαν ως πειραματόζωα, για να δοκιμάζουν τα χημικά που προόριζαν κατά των Κούρδων ανταρτών.
Κύριε πρέσβη, ένα μέρος των ερωτημάτων σας απαντήθηκε με τις αποκαλύψεις του κ. Γκρ. Κόπλεϊ…
Είχα επιπλέον και μια άλλη απάντηση από την κυρία Βιργινία Τσουδερού – αρμόδια τότε υφυπουργό Εξωτερικών για θέματα Κύπρου. Είχε ζητήσει να μείνουμε οι δυο μας μόνοι στο γραφείο της. Βρισκόμουν εκεί ως ειδικός απεσταλμένος του Κύπριου Προέδρου κ. Γλ. Κληρίδη για τη διερεύνηση αυτού του σκοτεινού θέματος.
Είχα την εξουσιοδότηση του Προέδρου γι’ αυτή τη λεπτή και φυσικά άκρως απόρρητη αποστολή. Συνεπώς, οι πληροφορίες που θα μου έδιδε θα διαβιβάζονταν απευθείας στον Κύπριο ηγέτη, ο οποίος είχε δείξει τεράστιο ενδιαφέρον.
Ο κ. Γλ. Κληρίδης σάς προέτρεψε να εμπλακείτε στην υπόθεση με ένα σχεδόν συνωμοτικό τρόπο…
Πείστηκε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και μου ζήτησε να ξεκινήσω ένα οδοιπορικό έρευνας γι’ αυτό το θέμα χωρίς να το γνωρίζει κανείς άλλος εκτός από τον ίδιο και τον υφυπουργό παρά τω Προέδρω κ. Παντελή Κούρο.
Πράγματι για να μην αντιληφθεί κανείς στο Yπουργείο Εξωτερικών –κατόπιν εγκρίσεως του κ. Γλ. Κληρίδη– έλαβα άδεια άνευ αποδοχών από το ΥΠΕΞ και ξεκίνησα παράλληλη έρευνα μαζί με τη δική σας, κ. Κασιμάτη. Όπως θυμάστε, χρησιμοποιήσαμε πλοία, αυτοκίνητα και άλλα μεταφορικά μέσα, για να υπάρχει ασφάλεια στην υπόθεση που διερευνούσαμε. Μάλιστα, αλλάξαμε και αυτοκίνητα στη διαδρομή για ευνόητους λόγους.
Οι συναντήσεις αφορούσαν πρόσωπα υψηλού κύρους και εγνωσμένης αξίας στο αντικείμενό τους –χειριστές αυτής της πολύκροτης υπόθεσης– οι οποίοι ούτε βρίσκονταν στην ίδια περιοχή ούτε γνώριζε ο ένας τον άλλον. Ούτε φυσικά γνώριζαν εκ των προτέρων την άφιξή μας. Απλούστατα είχαν χειριστεί ένα άκρως απόρρητο ζήτημα, αγγίζοντας ο καθένας τις διαφορετικές πτυχές του.
Μάλιστα, μας είπαν ορισμένα από αυτά που περιγράφετε στο βιβλίο σας, ότι δηλαδή βρίσκονταν 7 Ελλαδίτες ή Ελληνοκύπριοι στο Ντενιζλί κοντά στο σιδηροδρομικό κόμβο της πόλης της νοτιοδυτικής Τουρκίας και 6 στο Μπολού βορείως της Άγκυρας, όπου είναι εγκατεστημένη η περίφημη Ταξιαρχία Καταδρομών του τουρκικού στρατού.
Οι αιχμάλωτοι βρίσκονταν σε στρατιωτικούς κλωβούς, σε στρατιωτικές φυλακές υψίστης ασφαλείας. Μάλιστα, είχαν τονίσει ότι βρίσκονται στη διάθεση της κυπριακής κυβέρνησης προκειμένου να καταθέσουν αρμοδίως και να αποκαλύψουν και άλλες συνταρακτικές λεπτομέρειες, για να μη συσκοτιστεί αυτή η υπόθεση.
Ποιοι άλλοι γνώριζαν αυτές τις εξελίξεις;
Είπαν, ακόμη, πως είχε ενημερωθεί προφορικά ο αρχηγός του ελληνικού ΓΕΣ για την ύπαρξη επιζώντων κι ότι απέφευγαν τα έγγραφα, γιατί η υπόθεση, αν αποκαλυπτόταν, θα δημιουργούσε εντάσεις στο Αιγαίο, και αλλού.
Τόνισαν τη συνεργασία με την Ισραηλινή Μοσάντ για τον απεγκλωβισμό τριών αιχμαλώτων από τις φυλακές της Τουρκίας με πλαστά διαβατήρια και τη μεταφορά τους σε νοσοκομείο, αλλά και την παραλαβή των αιχμαλώτων αγνοουμένων από ελληνικές δυνάμεις από τα μικρασιατικά παράλια.
Η υφυπουργός Εξωτερικών κυρία Βιργινία Τσουδερού με ενημέρωσε πως είχε ειδική πληροφόρηση από τον πανίσχυρο πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερμανικής Βουλής, ότι είχαν επισημάνει οι μυστικές υπηρεσίες της Γερμανίας Ελλαδίτη ή Ελληνοκύπριο κρατούμενο εν ζωή στις φυλακές της Άγκυρας.
Οι Γερμανοί είχαν εξαιρετικά σημαντικά στοιχεία και πρόσβαση σε αυτά τα ακριβά μυστικά. Η ίδια μού είχε πει να το αναφέρω αυτό το συγκλονιστικό στοιχείο μόνον στον Πρόεδρο Κληρίδη και σε κανέναν άλλον υπουργό. Ο κ. Γλ. Κληρίδης έμεινε κατάπληκτος όταν το άκουσε. Πείστηκε απόλυτα πως υπάρχουν ζωντανοί.
Η υπόθεση, όμως, δεν προχώρησε παρά τις συγκλονιστικές αποκαλύψεις…
Μετά χάθηκε πολύτιμος χρόνος, συνέπεσε και το γεγονός ότι ήταν ασθενής ο εκλιπών πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος ενημερώθηκε με απόρρητη συνοπτική έκθεση που στείλαμε μέσω του κ. Τηλέμαχου Χυτήρη.
Αυτό το θέμα με συντάραξε και μου κόστισε. Κι ο ίδιος ο κ. Γλ. Κληρίδης πείστηκε απόλυτα. Στην Κύπρο και στην Αθήνα κάποιοι προσπάθησαν να συσκοτίσουν την υπόθεση. Τώρα, που επιβεβαιώνεται πανηγυρικά με έναν αξιωματούχο όπως ο κ. Γκρ. Κόπλεϊ, ο οποίος δεν αμφισβητείται, τι έχουν να πουν…
Επιπλέον επιβεβαιώνεται η εφημερίδα σας και εσείς προσωπικά με το βιβλίο σας Δεκατρία Περιστέρια.
«Δωρεάν η όραση, δωρεάν η τυφλότητα», είπε κάποτε εύστοχα ο ποιητής Νίκος Καρούζος. Στους καιρούς της καταιγίδας ας αφουγκραστούμε τις κραυγές αυτών των ανθρώπων. Κι ας αφήσουμε στην άκρη την αιώνια σιωπή της σκοπιμότητας.
Όσοι πολέμησαν αυτό το βιβλίο ας ξεφυλλίσουν αργά αργά τις σελίδες με την πλημμυρίδα των αποκαλύψεων. Σπάνια μια τέτοια υπόθεση είχε τόσους διάσημους εχθρούς.
Όμως κι ο κατάλογος των φίλων είναι εξίσου μακρύς και ισχυρός. Σε αυτή την καταιγίδα των γεγονότων που επιβεβαιώνουν το συγγραφέα ας σταθούμε στο ξεχωριστό ένστικτο δύο ανθρώπων οι οποίοι τίμησαν με μια αδιατίμητη ευαισθησία το πνεύμα αυτού του βιβλίου.
Aναφέρομαι στον Ηλία και στη Γιώτα Λιβάνη, που κατάφεραν να φτάσει αυτό το βιβλίο ως το Λευκό Οίκο, να ξεσηκώσει θύελλα, να προκαλέσει σάλο στο Ευρωκοινοβούλιο, να τιμηθεί με βραβεία, όχι για να δρέψει εύκολες δημοσιογραφικές δάφνες ο συγγραφέας, αλλά για να τονίσει ξανά και ξανά το πόσο συναρπαστικό γίνεται το ρεπορτάζ όταν βρίσκει κανείς κλειστές πόρτες και σιγά σιγά συνθέτει τον ιστό μιας συγκλονιστικής περιπέτειας· που μοιάζει με εκδοχή παραμυθιού, αλλά είναι πέρα για πέρα μια αληθινή πολιτική ιστορία αγγέλων που παλεύουν με δυνάμεις ανθρώπων.
Αλλά και στην εφημερίδα Tο Παρόν έγινε εκτενής αναφορά σε ορισμένα από τα στοιχεία-σοκ που αποκάλυψε ο Κόπλεϊ προς το συγγραφέα:
Συνταρακτικές νέες αποκαλύψεις περιλαμβάνονται στην επανέκδοση του βιβλίου του καλού δημοσιογράφου Πέτρου Κασιμάτη Αγνοούμενοι – Άκρως Απόρρητο, Δεκατρία Περιστέρια, το οποίο κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες από τις εκδόσεις Λιβάνη.
Ο δημοσιογράφος, που έχει τιμηθεί και με το βραβείο Μπότση για τις αποκαλύψεις του, περιλαμβάνει στο βιβλίο νέα ντοκουμέντα-φωτιά (απόρρητες εκθέσεις για επιζώντες αιχμαλώτους του «Αττίλα», πληροφορίες, καθώς και μια πολύκροτη συνέντευξη του Αμερικανού αναλυτή Γκρ. Κόπλεϊ).
Σε αυτή τη συνέντευξη ο διεθνούς φήμης αναλυτής του Πενταγώνου μιλά για ορισμένους επιζώντες που κρατήθηκαν στην Τουρκία για διαπραγματεύσεις, επιβεβαιώνει τον Έλληνα ρεπόρτερ για τις φυλακές κράτησης των Ελλήνων αιχμαλώτων κι αποκαλύπτει ότι οι ελάχιστοι Έλληνες πολιτικοί που γνωρίζουν για το ζήτημα των αγνοουμένων δε μιλούν για να μην πυροδοτηθούν περιφερειακές εντάσεις!!!
Ο Αμερικανός έγκριτος αναλυτής, που είναι εγνωσμένης αξίας και κύρους και δε διαψεύδεται, απαντά σε όλες τις ερωτήσεις.
«Όλες οι αναφορές από τις πηγές μας υποδεικνύουν ότι στα 1976-1977 οι αγνοούμενοι Έλληνες και Ελληνοκύπριοι που συνελήφθησαν αιχμάλωτοι το 1974 χωρίστηκαν σε ομάδες και μεταφέρθηκαν απ’ τη μια άκρη της Τουρκίας στην άλλη με μεγάλη μυστικότητα» – λέει ο κ. Κόπλεϊ.
«Οι περισσότεροι μεταφέρθηκαν σε μια τοποθεσία κοντά στην πόλη Ερζερούμ, στην ανατολική Τουρκία, για πολλούς λόγους –στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν η πιθανότητα δραπέτευσης ή οι προσπάθειες διάσωσης–, αυτή η τοποθεσία ήταν όσο το δυνατόν πιο μακριά από την Ελλάδα.
»Από τους σχεδόν 1.500 αγνοουμένους Κυπρίους πιστεύουμε ότι στην Τουρκία κρατήθηκαν περίπου μόνο 200, το πολύ. Οι υπόλοιποι πιστεύεται ότι θανατώθηκαν τόσο στη βόρεια Κύπρο όσο και στην Τουρκία, πολλοί δε από αυτούς σκοτώθηκαν στο πεδίο της μάχης και δε βρέθηκαν. Δεν είναι γνωστός ο ακριβής αριθμός των αιχμαλώτων που μεταφέρθηκαν στην Τουρκία και είναι δύσκολο να βρεθεί. Μπορούμε απλώς να μιλούμε με πιθανότητες.
Το πιθανότερο είναι ότι εκείνοι που μεταφέρθηκαν στην Τουρκία μυστικά επιλέχθηκαν για το ενδεχόμενο που θα χρειάζονταν σε διαπραγματεύσεις ή για να ανταλλαγούν με κάποιους Τούρκους αιχμαλώτους. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι εκείνη την περίοδο θα μπορούσε εύκολα να αρχίσει ένας νέος πόλεμος μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Τουρκίας.
Αλλά με την πάροδο των ετών και καθώς δε συνέβη τίποτε, πολλοί αιχμάλωτοι πρέπει να πέθαναν λόγω των αντίξοων συνθηκών της ζωής στη φυλακή. Οι εναπομείναντες ζωντανοί χρησιμοποιήθηκαν από την Τουρκία προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων της ή δολοφονήθηκαν».
Oλόκληρη η συνέντευξη-φωτιά του Kόπλεϊ που ακολουθεί είναι ανατριχιαστική:
Στο βιβλίο μου Δεκατρία Περιστέρια. Οι τελευταίοι επιζώντες αγνοούμενοι της Κύπρου – Οι μυστικές αποστολές σωτηρίας τους παρέθεσα κάποια ντοκουμέντα για τους φυλακισμένους Ελληνοκύπριους και Έλληνες στη στρατιωτική φυλακή της Ταξιαρχίας Καταδρομών στο Μπολού της Τουρκίας.
Η 2η Ταξιαρχία Καταδρομών του τουρκικού στρατού βρίσκεται κοντά στο Μπολού. Εκεί βρίσκονται επίσης στρατιωτικές φυλακές υψίστης ασφαλείας μαζί με τη στρατιωτική βάση και συνήθως σ’ αυτές τις εγκαταστάσεις εγκλείονται υψηλόβαθμοι Κούρδοι κρατούμενοι. Έχουμε πληροφορίες ότι σ’ αυτή τη φυλακή κρατήθηκαν Ελληνοκύπριοι και Έλληνες
Τα ντοκουμέντα αναφέρουν επίσης τη δολοφονία φυλακισμένων υπό κράτηση σε εγκαταστάσεις κοντά στο Ντενιζλί, της δυτικής Τουρκίας.
Στην περιοχή της πόλης Ντενιζλί της Τουρκίας, όπου είναι εγκατεστημένη η 11η Ταξιαρχία Πεζικού, υπάρχει ένας αριθμός στρατιωτικών φυλακών, αλλά δεν είναι υψίστης ασφαλείας. Ωστόσο, η τουρκική κυβέρνηση κρατά εκεί Κούρδους. Πράγματι, εκεί μεταφέρθηκαν Ελληνοκύπριοι και Έλληνες.
Στο βιβλίο μου μιλώ για τις προσπάθειες που έγιναν προκειμένου να απελευθερωθούν οι αιχμάλωτοι. Ένα συγκεκριμένο ντοκουμέντο (σελίδα 201) αναφέρεται στην αποστολή «Τσιακιρλί». Επίσης αναφέρω ότι οι Έλληνες είχαν ζητήσει βοήθεια από τους Ισραηλινούς, που έχουν πολύ μεγάλη εμπειρία στην απελευθέρωση κρατουμένων. Έγινε μια αποστολή, χωρίς αποτέλεσμα.
Είναι εις γνώσιν μου ότι η Ελλάδα ζήτησε βοήθεια για μια αποστολή διάσωσης από τους Ισραηλινούς, αλλά δε δόθηκε.
Σε ένα άλλο εμπιστευτικό ντοκουμέντο (σελίδα 197) αναφέρεται ότι στο Μπαλικεσίρ και στο Σιντιργκί ιδίως υπάρχει ένα αγρόκτημα 100 στρεμμάτων που χρησιμοποιούνταν συνήθως ως κέντρο εκπαίδευσης της ΜΙΤ και ότι κρατήθηκαν εκεί Έλληνες αιχμάλωτοι.
Η ΜΙΤ έχει τέσσερα κέντρα εκπαίδευσης σε όλη την Τουρκία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι εγκαταστάσεις στο Μπαλικεσίρ και στο Σιντιργκί. Είναι πιο πιθανό οι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί –αιχμάλωτοι του ελληνικού και κυπριακού στρατού– να μεταφέρθηκαν εκεί για ανάκριση. Αλλά είναι γνωστό ότι, κατά τη διάρκεια της εισβολής, συνελήφθησαν από τους Τούρκους Έλληνες και Κύπριοι αξιωματικοί των υπηρεσιών πληροφοριών και ότι υποβλήθηκαν σε ανάκριση από αξιωματικούς της ΜΙΤ. Κατά τη γνώμη μας όμως οι αγνοούμενοι Ελληνοκύπριοι και Έλληνες δε μεταφέρθηκαν σε αυτές τις εγκαταστάσεις εκπαίδευσης της ΜΙΤ.
Η πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδια για τις κυπριακές υποθέσεις, κ. Βιργινία Τσουδερού, μου αποκάλυψε ότι υπάρχει ένας μικρός αριθμός αιχμαλώτων που είτε δέχτηκαν να προσηλυτιστούν στο Ισλάμ είτε διατηρήθηκαν εν ζωή για διαφόρους λόγους. Η ίδια είχε προσπαθήσει πολύ για να επιτύχει την επιστροφή του νεαρότερου προσώπου που συνελήφθη κατά τη διάρκεια του πολέμου, ενός πεντάχρονου αγοριού με το όνομα Χριστάκης Λοΐζου. Γνωρίζουν οι Έλληνες πολιτικοί κάτι γι’ αυτή την περίπτωση;
Η κυρία Βιργινία Τσουδερού είναι μια εξαιρετική προσωπικότητα και πολύ καλή πολιτικός. Γνωρίζω πως, όταν ήταν υφυπουργός Εξωτερικών, συνεργάστηκε πολύ με την ελληνική μυστική υπηρεσία και το στρατό. Γνωρίζω ότι είχε την πρωτοβουλία τουλάχιστον για τρεις ή τέσσερις επιχειρήσεις στην Αλβανία, στην Τουρκία και στη FYROM.
Η κυρία Τσουδερού διατηρούσε στενές σχέσεις με τη Βρετανίδα πρωθυπουργό Μάργκαρετ Θάτσερ. Όπως είχε πει η ίδια, οι πληροφορίες που είχε για τους αγνοουμένους τής δόθηκαν από πηγές στη Γερμανία. Το πιθανότερο είναι όμως να είχε πάρει πληροφορίες από τους Βρετανούς, αλλά, εάν αυτό ισχύει, δεν ήθελε να το πει. Βεβαίως, οι Βρετανοί ενδιαφέρονται πολύ για οτιδήποτε σχετίζεται με την Κύπρο.
Η κυρία Τσουδερού, σε συνεργασία με τους Κύπριους, είχε πληρώσει εκατομμύρια δολάρια σε ιδιωτικές βρετανικές εταιρείες ερευνών, προκειμένου να διεξαγάγουν έρευνα για τους αγνοουμένους στην Τουρκία. Αυτό το γεγονός στηρίζει την άποψή μας ότι οι πληροφορίες προέρχονταν από το Ηνωμένο Βασίλειο και όχι από τη Γερμανία.
Φαίνεται βέβαιο ότι κάποιοι, ελάχιστοι, Έλληνες πολιτικοί γνωρίζουν όλα όσα σχετίζονται με το ζήτημα των αγνοουμένων, αλλά δε μιλούν γι’ αυτό, δεδομένης της προφανούς ευαισθησίας του και του ότι θα μπορούσε να πυροδοτήσει περιφερειακές εντάσεις.
Άλλες πληροφορίες που αναφέρω είναι πως κάποιοι κρατούμενοι υποχρεώθηκαν να εργαστούν σε φυτείες ηρωίνης, σε ορυχεία ή να κάνουν καταναγκαστική εργασία.
Στην Τουρκία η καλλιέργεια του οπίου δε συνιστά εγκληματική πράξη, αλλά το ζήτημα των ναρκωτικών και της ηρωίνης στην Τουρκία είναι πολυσύνθετο.
Ο τουρκικός στρατός και η μυστική υπηρεσία υποστηρίζουν [την παραγωγή ναρκωτικών] και με τα χρήματα που παίρνουν μπορούν να διεξάγουν τις σκοτεινές επιχειρήσεις τους. Πιστεύουμε ότι δε θα χρησιμοποιούσαν κανέναν εκτός των δικών τους συστημάτων για να εργαστεί σ’ αυτές τις περιοχές.
Είχα γράψει ότι κάποιοι αιχμάλωτοι είχαν χρησιμοποιηθεί ως πολεμιστές της πρώτης γραμμής, κατά τη διάρκεια του πρώτου πολέμου στο Αφγανιστάν, το 1979, μαζί με τους Αφγανούς πολέμαρχους εναντίον των Ρώσων.
Αυτό κατά τη γνώμη μου δεν είναι δυνατό. Η Τουρκία δε θα άφηνε ποτέ αιχμάλωτο να φύγει από τη χώρα και βεβαίως δε θα επέτρεπε να μεταβούν αιχμάλωτοι στο Αφγανιστάν. Ακόμα κι αν, επί παραδείγματι, Τούρκοι αξιωματικοί συνεργάζονται διακριτικά με τα κινήματα της τζιχάντ στο λαθρεμπόριο ναρκωτικών –κυρίως χωρίς την επίσημη ιδιότητά τους, για να κερδίσουν χρήματα, ορισμένες φορές δε ημιεπίσημα για να αποκτήσουν προσβάσεις στα ισλαμιστικά κινήματα–, θα απέφευγαν να αυτοϋπονομευθούν τοποθετώντας ανθρώπους, και μάλιστα αιχμαλώτους, σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις όπως είναι αυτές του Αφγανιστάν.
Κύριε Κόπλεϊ, πιστεύετε ότι υπάρχει οποιαδήποτε πιθανότητα να ζουν σήμερα κάποιοι από τους αιχμαλώτους του «Αττίλα»; Εάν ζουν, ποιες, πιθανώς, είναι οι συνθήκες διαβίωσής τους;
Η Τουρκία δε θα είχε κανένα λόγο να κρατά ζωντανούς αιχμαλώτους από το 1974 και όντως θα ήταν πολιτικά επικίνδυνο γι’ αυτή να το κάνει. Οποιαδήποτε πληροφορία για κάποιον αιχμάλωτο που πιθανώς ζει θα της προκαλούσε τεράστια προβλήματα.
Σύμφωνα με την ισλαμική πρακτική, που αντιμετωπίζεται σοβαρά τουλάχιστον από ορισμένους στρατιωτικούς (αν και σε μικρότερο βαθμό κατά τη δεκαετία του 1970), στο ένα τρίτο των αιχμαλώτων θα είχε προσφερθεί η ευκαιρία να προσηλυτιστούν στο Ισλάμ. Ως εκ τούτου, ενδεχομένως επιχείρησαν να προσηλυτίσουν κάποιους αιχμαλώτους στο Ισλάμ.
Μια άλλη πληροφορία λέει ότι ορισμένοι απ’ αυτούς αναγκάστηκαν από τους Τούρκους να κάνουν επιγαμίες, ότι άλλοι υιοθετήθηκαν και ότι όσοι αρνήθηκαν βασανίστηκαν άγρια. Επίσης λέει ότι οι Τούρκοι σκότωσαν όλους όσοι συμμετείχαν στον πόλεμο ανεξαρτησίας της ΕΟΚΑ.
Οι τουρκικές υπηρεσίες γνώριζαν, μέσω των Τουρκοκύπριων, την ταυτότητα εκείνων που συμμετείχαν στον πόλεμο ανεξαρτησίας της ΕΟΚΑ. Αυτοί δολοφονήθηκαν όλοι, μαζί τους δε και πολλοί τους οποίους οι Τούρκοι υποπτεύονταν, λανθασμένα ή σωστά, ότι είχαν σχέση με την ΕΟΚΑ.
Και πάλι δεν έχω τεκμήρια αναγκαστικής επιγαμίας μεταξύ Ελλήνων ή Ελληνοκύπριων αιχμαλώτων με Τουρκάλες νύφες ή για τις όποιες υιοθεσίες Ελληνοκύπριων αιχμαλώτων παιδιών από τουρκικές οικογένειες. Αυτές οι ενέργειες συνεπάγονταν την προοπτική της μεταγενέστερης αποκάλυψης, κάτι που οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις θα θεωρούσαν απαράδεκτο.
Για πρώτη φορά ένας αξιωματούχος που γνωρίζει δίνει μία νέα διάσταση στην υπόθεση.
Ο στρατηγός Δημήτρης Νταλιάνης δεν είναι ένας τυχαίος αξιωματικός. Υπηρέτησε σε νευραλγικές μονάδες ως αξιωματικός του πεζικού: στον Έβρο, στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, στην Κύπρο, στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, στη Σχολή Ευελπίδων, στη Σχολή Πολέμου, στη Σχολή Εθνικής Άμυνας. Σήμερα σπάει την πολύχρονη σιωπή του κι ανοίγει τα χαρτιά του:
Στην ΕΥΠ, στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, όταν υπηρετούσα, έγιναν σημαντικά πράγματα. Βρήκαμε Κύπριους αγνοούμενους ζωντανούς. Ήταν η κορυφαία στιγμή της στρατιωτικής μου καριέρας. Έξι ζωντανούς στο Μπολού κι εφτά στο Ντενιζλί της Τουρκίας. Ζωντανούς!
Τους είδαν! Τα στοιχεία αυτά τα μεταφέραμε στον αρχηγό της υπηρεσίας πληροφοριών και στη συνέχεια αυτός τα διαβίβασε στον πρωθυπουργό της χώρας!!!
Ήταν πολύ μεγάλη η συγκίνηση. Οι πληροφορίες αυτές ήταν ανακοινώσιμες σε εξαιρετικά μικρό αριθμό χειριστών. Διασταυρώθηκαν, αναλύθηκαν, διαπιστώθηκε η υψηλή τους αξιοπιστία και μετά αρμοδίως ενημερώθηκε ο τότε πρωθυπουργός.
Τέλος, για όσους παραμένουν δύσπιστοι σχετικά με αυτή τη συγκλονιστική εθνική μας υπόθεση, ας πληροφορηθούν μία εξίσου απίστευτη –αλλά αποδεδειγμένα αληθινή– ανθρώπινη περιπέτεια όπως την κατέγραψαν –με αφορμή την πρώτη έκδοση του βιβλίου– τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων:
Ο Κορεάτης λοχίας Τσανγκ Μου-Χουάν, που είχε συλληφθεί αιχμάλωτος το 1953 από δυνάμεις της Βορείου Κορέας, δραπέτευσε φέτος ύστερα από 45 ολόκληρα χρόνια και κατέφυγε στην Κίνα. Όταν συνελήφθη αιχμάλωτος ήταν 27 ετών και τώρα είναι 72!!!
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
«Εντοπίσαμε περιστερώνα· είχε μέσα δύο περιστέρια…» Ήταν ο κωδικός για την πιο συγκλονιστική περιπέτεια της ζωής μου. Φράση που επανέλαβε συνωμοτικά, με σταθερή και βαθιά φωνή, ένα «γεράκι» των μυστικών υπηρεσιών.
Όχι κάποιος χαρτογιακάς, κάποιος θλιμμένος λαπάς που έχασε το «εν ανθρώποις ευδοκία…», αλλά κάποιος που υπακούει σ’ εκείνο που δε γνωρίζει· που ’ναι γενναίος με θαυμαστή τρέλα και για τούτο αθάνατος· που τόσα χρόνια ζούσε αθέατος, σχεδόν χωρίς όνομα· που ’χε ξεχάσει ότι είναι αξιωματικός πληροφοριών και είχε καταφέρει να συνηθίσει στην ιδέα ότι ήταν και ψαράς και Τούρκος και άξεστος.
Μα ό,τι κι αν ήταν αυτός ο αρχάγγελος με το μουστάκι και το μελαψό δέρμα, αυτός ο ταπεινός ψαράς είχε πιάσει τα πιο μεγάλα ψάρια της ζωής του. Μ’ εκείνο το ρίγος της μοναξιάς που νιώθουν οι άντρες όταν οι περιπέτειες φυσούν πάνω τους τα κύματα της αγωνίας. Γιατί υπερασπιζόταν τις πληροφορίες για το «τιμιώτερον» και «αγιώτερον» που είναι η πατρίς…
Κι εκείνη η φράση του, κοφτή, απέριττη, χωρίς λεπτομέρειες, γεμάτη αποστάγματα συγκίνησης: «Εντοπίσαμε περιστερώνα· είχε μέσα δύο περιστέρια…» Πού ήταν ο περιστερώνας και πώς εντοπίστηκε; Ποια περιστέρια ήταν μέσα;
Ο παπα-Χριστόφορος είναι ένας εσταυρωμένος πεισματάρης, πρόεδρος των Συγγενών των Αγνοουμένων της Κύπρου, και ψάχνει κι αυτός το δικό Αλέξανδρο. Γιατί η Κύπρος είναι νησί, οι αγνοούμενοι χίλιοι εξακόσιοι δεκαεννιά κι η απόγνωση, η πιο θλιμμένη πινελιά, βάφει αργά αλλά σταθερά τη Μεγαλόνησο…
Σ’ αυτό τον παπά μίλησαν πρώτα για τα δύο «περιστέρια», για τους δύο αγνοουμένους που βρήκαν ζωντανούς. Γιατί υπάρχουν ζωντανοί που αιχμαλωτίστηκαν στην καταιγίδα της εισβολής και κατάφεραν να επιζήσουν στην Τουρκία παρά τις απάνθρωπες συνθήκες κράτησης. Γιατί τα κατάφεραν κι έγιναν για λίγο αθάνατοι, για κάποια διαστήματα πρίγκιπες στη σκέψη μας κι αναμφίβολα ήρωες μιας θαυμαστής θεωρίας για το χαμένο Παράδεισο· γι’ αυτόν που δε θα ζήσουν ποτέ…
Γιατί όλα ήταν αλήθεια. Γιατί το κροκί της αδυναμίας ήταν το μόνο έντονο ανάμεσα από τα δόντια εκείνου που φώναζε κι έκλαιγε: «Είμαι ζωντανός. Αιχμάλωτος από την εισβολή. Σώστε με…», κι έκανε ένα «τσαφ» κι ανέβαινε σαν προσευχή, σαν θυμίαμα, η κραυγή. Γιατί όλα ήταν αλήθεια. Γιατί υπήρχε και δεύτερος κωδικός: «Ο θησαυρός είναι μέσα στο θησαυροφυλάκιο. Βρήκαμε άθικτο το θησαυρό…»
«Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΕΙΝΑΙ
ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΘΗΣΑΥΡΟΦΥΛΑΚΙΟ»
Στην Κύπρο έχουν τη συνήθεια στο οικογενειακό τραπέζι, στα σπίτια των αγνοουμένων, να κρατούν τη θέση εκείνου που χάθηκε. Εκείνου που χάθηκε και θα ξανάρθει.
Ο ποιητής έλεγε «χάθηκε εδώ για να σωθεί μακριά». Αλλά μακριά ήταν ζωντανός. Και στην Κύπρο υπάρχει μόνο η ελπίδα, αυτή η κρούστα που προστατεύει τη φλόγα.
Υπάρχει κι η άδεια καρέκλα του στο τραπέζι και βάζουν κάθε μέρα φαγητό στο πιάτο του. Αν, δηλαδή, ολόγυρα είναι μαζεμένη η οικογένεια, στο δικό της μυστικό δείπνο, και τρώνε όλοι μαζί, είναι εκεί η θέση του αγνοουμένου, ανάμεσά τους· υπάρχει στο στρωμένο τραπέζι με το αχνιστό φαΐ η καρέκλα του και το πιάτο του· υπάρχει κι αυτός εκεί σαν να τρώει πλάι τους…
Χίλιες εξακόσιες δεκαεννιά οικογένειες ακολουθούν πιστά αυτή την τελετουργία που θυμίζει σκηνή από τους ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης: η θέση του βασιλιά Αρθούρου μένει πάντα κενή…
Έχουν περάσει τριάντα πέντε χρόνια από τότε που άρχισε η κυπριακή τραγωδία. Οι περισσότεροι από τους χίλιους εξακόσιους δεκαεννιά δεν υπάρχουν πια. Ωστόσο, τα δεκατρία «περιστέρια» ζουν. Και γυρεύουν να πετάξουν στην ελευθερία, να γυρίσουν στη ζωή.
Είμαι ένας δημοσιογράφος με ορισμένες από τις εμπειρίες που αποκτούν οι ρεπόρτερ όταν γυρίζουν από αποστολές στις εύφλεκτες ζώνες αυτού του πλανήτη.
Έχω δει βασανιστήρια να γίνονται μπροστά στα μάτια μου στην Κεντρική Αμερική, όταν κάλυπτα τον πόλεμο των Κόντρας με τους Σαντινίστας· εκτελέσεις στο Αφγανιστάν· πτώματα στον πόλεμο της Βοσνίας· πτήσεις θανάτου στον κυνηγότοπο του Κουρδιστάν, αλλά ήμουν σχεδόν πάντα «under control» – δοκίμαζα τα όρια των συναισθημάτων μου…
Τα κατέγραφα και τα μετέδιδα όσο πιο αντικειμενικά μπορούσα. Είναι η γνώση που αποκτούν οι ρεπόρτερ αιχμής των ειδικών αποστολών. Εκείνοι που, για να πειστούν και να υπογράψουν δυο αράδες, αφήνουν πρώτα να κοπάσει ο άνεμος της καχυποψίας…
Η πεντάχρονη όμως έρευνά μου για τους αγνοουμένους της κυπριακής τραγωδίας, που βρίσκονται εν ζωή στις απίθανες κρυψώνες της αχανούς Τουρκίας, ήταν κάτι διαφορετικό. Δεν ήμουν ο Πέτρος, ο επαγγελματίας, ο θεατής και καταγραφέας των γεγονότων, είχα ξεφύγει από την ιδέα αυτού του ρόλου.
Ήμουν ένας απλός άνθρωπος. Ζούσα την ίδια περιπέτεια με τους συγγενείς των αγνοουμένων και με συγκλόνιζε η άγια αγωνία τους. Μαύριζε η ψυχή μου για το μαντίλι που φορούν και για το βάσανο των δακρύων. Τριάντα πέντε χρόνια τώρα. Τριάντα πέντε χρόνια σιωπής, τριάντα πέντε χρόνια μιας ταραγμένης ελπίδας.
Στην έρευνα αυτή που ξεκίνησα από κάποιο τυχαίο γεγονός, άσχετο με το θέμα των αγνοουμένων, συνάντησα πολλούς ανθρώπους και μίλησα μαζί τους: πολι�τικούς ηγέτες, όπως ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρα�τίας Κωστής Στεφανόπουλος, ο Κωνσταντίνος Μητσο�τάκης, στελέχη της κυπριακής κυβέρνησης, όπως ο πρώην Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης, υψηλόβαθμα στελέχη μυστικών υπηρε�σιών κι αξιωματούχους οι οποίοι χειρίστηκαν την πιο συνταρακτική ίσως αποστολή έρευνας και διάσωσης Ελλήνων αιχμαλώτων, την πιο πικρή μα, αλίμονο, και την περισσότερο καταδικασμένη σε πλήρη σιωπή…
Τα δημοσιεύματά μου, με διασταυρωμένα στοιχεία από κάθε είδους πηγές, έκαναν το γύρο του κόσμου, αναμεταδόθηκαν από ελληνικούς, κυπριακούς και ξένους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς, απασχόλησαν τις κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου, αναστάτωσαν το Ευρωκοινοβούλιο. Για πρώτη φορά ήρθαν στο φως στοιχεία και ντοκουμέντα.
Τουλάχιστον δεκατρείς Έλληνες και Ελληνοκύπριοι αγνοούμενοι βρίσκονται εν ζωή σε συγκεκριμένα τουρκικά στρατόπεδα και, σύμφωνα με πιο πρόσφατες πληροφορίες, σε φυτείες παπαρούνας και σε εργαστήρια ηρωίνης στα βάθη της Τουρκίας.
Βλέπω τους ανθρώπους αυτούς, έρμαια της άλογης μοίρας αλλά κυρίως έρμαια των γραναζιών της σκοπιμότητας, ζωντανούς-νεκρούς, «presumed dead», όπως αναφέρεται σε ένα έγγραφο του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών· χαμένους, αρρώστους, ψυχικά και σωματικά ράκη, από τα βασανιστήρια αρχικά και τις κακουχίες, την απώλεια της ψυχής, καθώς και της προσωπικότητάς τους στη συνέχεια· πιόνια, λάφυρα πολέμου· αντικείμενα προς ανταλλαγή και χρυσοφόρους άσους στο μανίκι κάθε κυβέρνησης.
Οι μηχανισμοί δεν έχουν μάτια να δουν τη ζωή, δεν έχουν αισθητήρια όργανα να νιώσουν τον πόνο, τη χαρά ή την ελπίδα. Λειτουργούν τυφλά για την εξυπηρέτηση της προκαθορισμένης σκοπιμότητας.
Κι όταν αυτή η σκοπιμότητα ακυρωθεί ή η αδράνεια πολυκαιρίσει, τότε οι άνθρωποι ξεχνιούνται. Η γραφειοκρατία δε φημίζεται για τις έγκαιρες αποφάσεις της και τις προσαρμοστικές αλλαγές της. «Μια ανθρώπινη ζωή δεν αξίζει τίποτε, αλλά και τίποτε δεν αξίζει όσο μια ανθρώπινη ζωή», είπε ο Αντρέ Μαλρό.
Σε άλλες περιπτώσεις, όπως στο Βιετνάμ, οι Αμερικανοί αιχμάλωτοι πολέμου, που εντοπίστηκαν στα βάθη της ζούγκλας, ανταλλάχτηκαν μετά το διεθνή σάλο που ξέσπασε με την ήττα της υπερδύναμης. Στην περίπτωση των εν ζωή αιχμαλώτων της κυπριακής τραγωδίας ισχύει ο νόμος της σιωπής –τον οποίο αντιμετώπισα πάρα πολλές φορές στην πορεία της έρευνάς μου–, του οχαδερφισμού, της λήθης.
Σχεδόν κανένας πολιτικός δεν αποτόλμησε να αναλάβει την ευθύνη για τη σωτηρία αυτών των ζωντανών-νεκρών. Eλάχιστοι αποτόλμησαν να διαμορφώσουν την πολιτική με επίκεντρο την αξία της ανθρώπινης ζωής.
Υπήρξαν, ωστόσο, κάποιοι με θάρρος και ψυχή· τόλμησαν να μιλήσουν γι’ αυτούς και να πουν: «Ναι, ξέρουμε πως είναι ζωντανοί. Ξέρουμε ότι βρίσκονται σε στρατόπεδα της Τουρκίας και είμαστε διατεθειμένοι, αν μας ζητηθεί, να μιλήσουμε για όσα ξέρουμε επωνύμως». Άνθρωποι που πήραν μέρος στις προσπάθειες για να σωθούν τρία από τα «περιστέρια» και σκόνταψαν στο νόμο της σιωπής και των σκοπιμοτήτων.
Η βαρύτητα των στοιχείων που συγκέντρωσα κατά τη διάρκεια αυτής της έρευνας με οδήγησε στην απόφαση να σπάσω αυτό το νόμο της αδικαιολόγητης σιωπής.
Όχι για να δρέψω εύκολες δημοσιογραφικές δάφνες, αλλά για να κινήσω νήματα ευαισθησίας και, κατά κάποιο τρόπο, για να αποτίσω φόρο τιμής στην αξία της ανθρώπινης ζωής.
Δεν έκανα τίποτε άλλο από το να συνεχίζω να λειτουργώ ως δημοσιογράφος. Δεν ξέχασα τους κανόνες της δουλειάς: να βρω την άκρη του νήματος μέσα στον ορυμαγδό και στη σκόνη του ρεπορτάζ. Δεν είμαι ντετέκτιβ ούτε είχα ποτέ τη διάθεση να φανταστώ τον εαυτό μου κατάσκοπο ή πράκτορα ειδικών υπηρεσιών, που θα μπορούσε να αναλάβει τέτοιους περίεργους ρόλους. Κατέγραψα όλα αυτά τα γεγονότα θέλοντας να δείξω το πραγματικό πρόσωπο αυτής της θλιβερής �
ιστορίας. Πίστεψα ότι δεν εξυπηρετούν κανένα σκοπό αυτά τα τριάντα πέντε χρόνια σιωπής. Δεν κατάλαβα ποτέ γιατί επί τριάντα πέντε χρόνια μένει αυτή η ιστορία στα συρτάρια, γιατί γνωρίζουν γι’ αυτή πέντε ή δέκα (δεν είναι περισσότεροι) επώνυμοι άντρες της χώρας, γιατί την αναλύουν μεταξύ τους και γιατί δε γίνεται τίποτα.
Οι άνθρωποι αυτοί, τα δεκατρία «περιστέρια», ζουν. Δεν έχει σημασία αν θα πετάξουν μόνο τρία απ’ αυτά, δεν έχουν σημασία οι αριθμοί, αν οι ζωντανοί είναι δεκατρείς ή πενήντα ή εκατόν πενήντα – η ζωή δε μετράει αριθμούς αλλά μόνο τη θέληση να υπάρχει.
Έχω φανταστεί πολλές φορές ότι συναντώ κάποιον αιχμάλωτο στο στρατόπεδο του Μπολού ή του Ντενιζλί, ρακένδυτο, και καταφέρνω, λέει, να τον φέρω πίσω μαζί μου. Όμως πρέπει να διευκρινίσω το εξής: δε θα ’θελα να επισκεφτεί την Ελλάδα για να στηθεί στα δύο μέτρα η Τουρκία. Δε θα λειτουργούσα με τη λογική της αθηναϊκής χωματερής.
Θα τον έφερνα εδώ ακόμα κι αν ήταν ανάγκη να εξαφανιστεί από προσώπου γης, να μην πει τίποτα σε κανέναν για να μη βρεθεί στη δίνη των σκοπιμοτήτων.
Και οφείλω να ξεκαθαρίσω κάτι: κάποια στιγμή η Τουρκία δεν τους χρειαζόταν αυτούς τους ανθρώπους, ήταν βάρος περιττό γι’ αυτή. Ήταν όμως οι ζωντανές και οι επικίνδυνες αποδείξεις μιας θηριωδίας. Τη στιγμή αυτή δεν την επισήμανε η ελληνική πολιτική. Και δεν «αντάλλαξε» πολύτιμες ανθρώπινες ζωές με την εγγύηση της σιωπής και της διακριτικότητας. Αν τουλάχιστον είχε «αξιοποιήσει» αυτές τις ζωές που χάθηκαν…
Πρέπει να εξομολογηθώ στον αναγνώστη που διαβάζει τούτο το βιβλίο πως δεν ένιωσα τον κίνδυνο κατά τη διάρκεια αυτής της περιπέτειας. Μόνο μία φορά ο εξ απορρήτων του τότε Προέδρου Κληρίδη –ένας γενναίος Έλληνας, ο πρέσβης Δώρος Πιερίδης, που είχε έρθει στην Αθήνα για να διερευνήσει κι εκείνος μαζί μου τα συνταρακτικά στοιχεία για τους εν ζωή Ελληνοκύπριους αιχμαλώτους και να ενημερώσει γι’ αυτό το θέμα τον Πρόεδρο Κληρίδη–, πριν δημοσιεύ�σω το ρεπορτάζ, μου μίλησε για τους κινδύνους της αποστολής.
Τον συνάντησα στο παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού. Σκοπεύαμε να διατρέξουμε όλη την Ελλάδα, να βρούμε συγκεκριμένα πρόσωπα, αξιωματούχους που είχαν αποφασίσει να ανοίξουν το στόμα τους.
«Δεν πρέπει να πάρεις το αυτοκίνητό σου», μου είπε. «Θα νοικιάσουμε εμείς ένα και θα το αλλάξουμε στη μέση της διαδρομής, γιατί υπάρχουν κίνδυνοι. Μη σου φανεί παράξενο ότι μπορεί να ’μαστε στο στόχαστρο…»
Δεν ένιωσα όμως τον κίνδυνο ούτε τότε… Ένιωσα μόνο πολύ «μικρός» για να μπορώ να σηκώσω το βάρος αυτής της συγκλονιστικής πληροφόρησης που είχα, ότι δηλαδή βρίσκονται εν ζωή κάποιοι Έλληνες αιχμάλωτοι από την κυπριακή τραγωδία, ότι βρίσκονται σε συγκεκριμένα στρατόπεδα στην Τουρκία και ότι έγιναν δύο επιχειρήσεις απεγκλωβισμού τους επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη το 1992-1993, οι οποίες μπλοκαρίστηκαν από τις ξένες δυνάμεις.
Όταν επιστρέφαμε, ο Δώρος Πιερίδης είχε συγκλονιστεί από τις πληροφορίες που είχε ακούσει από τους πρωταγωνιστές…
«Κοίταξε, ανατρίχιασα…» είπε. Κι ακόμα: «Πέτρο, είμαι πεπεισμένος ότι ζουν αυτοί οι άνθρωποι…»
Η έρευνα δε σταματά σ’ αυτό το βιβλίο. Συνεχίζεται και από άλλους πρωταγωνιστές αυτής της υπόθεσης οι οποίοι εμπλουτίζουν αυτή την έρευνα με νέα στοιχεία. Δεν είμαι ήρωας ούτε μ’ αρέσει να βρίσκομαι στο ημίφως της μετριοφροσύνης, αλλά στον προβολέα της πραγματικότητας και της αλήθειας. Δε θέλω να είμαι υπερβολικός, θέλω να είμαι ακριβής, και δε θέλω να είμαι ευχάριστος, όταν μπορώ να είμαι χρήσιμος.
Δεν υπάρχουν πατριώτες και μη πατριώτες. Πιστεύω όμως ότι παντού, σε όλες τις κυβερνήσεις, σε όλα τα στρατόπεδα, σε όλα τα πολιτικά κόμματα, σε όλα τα κομματικά επιτελεία, σε όλα τα πρωθυπουργικά γραφεία, υπάρχει μια ξεχωριστή κάστα ανθρώπων, αυτοί που έχουν μέσα τους αποστάγματα λεβεντιάς, περηφάνιας, ανθρωπισμού και που στις φλέβες τους κυλάει κάτι εξαιρετικό.
Κάποιοι απ’ αυτούς τους ανθρώπους, λοιπόν, μου μίλησαν, μου άνοιξαν την καρδιά τους, δε φοβήθηκαν, δεν μπλοκαρίστηκαν από σκοπιμότητες, και σ’ αυτούς οφείλεται η έρευνά μου και το βιβλίο αυτό.
Αλλά οφείλεται και στις οικογένειες των αγνοουμένων, που με αγκάλιασαν με πολλή θέρμη στην Κύπρο, όσες φορές τους επισκέφτηκα, κι αναγνώρισαν τις προσπάθειες όλων των γενναίων συναδέλφων δημοσιογράφων που δούλεψαν με ζήλο για την αποκάλυψη αυτής της θηριωδίας τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα, στη Γαλλία, στα υψώματα της Μέσης Ανατολής, στις εσχατιές της Κεντρικής Ασίας.
Είμαι σίγουρος ότι οι αγνοούμενοι που στην έρευνά μου ανακάλυψα πως βρίσκονται εν ζωή είναι προστατευμένοι και δεν απειλείται η ζωή τους εξαιτίας των δημοσιευμάτων μου. Οι πηγές μου φρόντισαν να διαρρεύσει προς την τουρκική πλευρά ότι η ελληνική πλευρά γνωρίζει πως βρίσκονται τόσοι άνθρωποι εν ζωή και τις περιοχές όπου έχουν εντοπιστεί, σε ανεπίσημο, φυσικά, επίπεδο. Και ότι, αν πάθουν κάτι, θα εκτεθεί ανεπανόρθωτα η Τουρκία.
Αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να είναι ένα μυθιστόρημα ή μια ταινία θρίλερ. Έτσι θέλω να το διαβάσει ο αναγνώστης. Η ίδια η ζωή, λένε, είναι το καλύτερο μυθιστόρημα.
Ας θυμηθούμε όμως ότι διαβάζουμε την ίδια την πραγματικότητα για το πιο σημαντικό εθνικό θέμα της πρόσφατης ιστορίας μας. Ο αναγνώστης ας μη σταθεί μόνο στα ντοκουμέντα και στα έγγραφα που παραθέτω. Ας σταθεί κυρίως στην ανθρώπινη ιστορία, στο ανθρώπινο δράμα, που θα μπορούσε να είναι και δικό του. Κι ας θυμηθεί ότι έστω και μία ζωή αν σωθεί, είναι σαν να σώζεται ο κόσμος όλος…
«ΕΧΟΥΜΕ ΒΡΕΙ ΖΩΝΤΑΝΟΥΣ»
Η κυπριακή τραγωδία, τα τραύματα και οι πληγές από τον «Αττίλα», δε με είχε αφήσει ασυγκίνητο. Αχνές στη μνήμη μου οι σειρήνες της επιστράτευσης στην Αθήνα.
Πιο κοντινά μου τα επετειακά αφιερώματα στην τηλεόραση, που, όσο περνά ο καιρός, ξεθωριάζουν. Όχι πως είχα καμιά ιδιαίτερη σχέση με το Κυπριακό. Ποτέ δεν είχα εξαιρετικό κέφι να ασχοληθώ με τις θλιμμένες πορείες, τα δακρυσμένα μάτια, τις υποσχέσεις και τα παχιά λόγια…
Πού να το ’ξερα ότι, ανοίγοντας στη μέση τα πλευρά αυτού του βιασμένου κορμιού που λέγεται Κύπρος, θα ’βλεπα κάτι που θα γινόταν η εμμονή μου…
Μ’ αρέσουν οι άνθρωποι που έχουν εμμονές· που υπερασπίζονται έμμονες ιδέες· που έχουν τρέλα με κάτι· που νιώθουν την περιπέτεια και το ταξίδι, το απόσταγμα της συγκίνησης, τη μάχη να υπερασπίζεσαι κάτι. Κι εγώ είχα κληθεί να υπερασπιστώ μια πληροφορία! Μια πληροφορία υψηλού κινδύνου.
Το μάτι του ρεπόρτερ είχε κλείσει μέσα του καρέ καρέ ένα θρίλερ. Μια βόμβα που έπρεπε απαραιτήτως να κάνει το γύρο του κόσμου. Ή τουλάχιστον να φύγει απ’ τα χέρια μου. Γιατί η πληροφορία για ένα δημοσιογράφο είναι μια βόμβα που, αν δεν την πετάξει από τα χέρια του, κινδυνεύει να εκραγεί.
Δεν είχα, λοιπόν, ποτέ καμιά ιδιαίτερη εμμονή με το Κυπριακό, καμιά ιδιαίτερη σχέση. Εκτός από μια τυπική επαγγελματική σχέση, που με άφηνε μέχρι το πεδίο της ομίχλης. Μέχρι το ντεκόρ και τα ασπρόμαυρα πλάνα μιας κυπριακής μελαγχολικής βροχής.
Ολόκληρη αυτή η αλυσίδα των αποκαλύψεων, που με οδήγησε προοδευτικά στη σχεδόν απίστευτη αλήθεια, ξεκίνησε από μια έρευνα για μια συνταρακτική ιστορία κατασκοπίας.
Για μια υπόθεση που είχε διαταράξει τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Ήταν φυσικό η υπόθεση του Στίβεν Λάλας να μου κεντρίσει το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον. Υπόθεση κατασκοπίας για λογαριασμό της Ελλάδας κι ο Ελληνοαμερικανός να βρίσκεται στα τάρταρα της φυλακής με ποινή δεκατεσσάρων χρόνων…
Έψαχνα να βρω στοιχεία γι’ αυτή την ιστορία που έριξε έναν άνθρωπο στη φυλακή κι ίσως έριξε και μια κυβέρνηση στην ομίχλη της αντιπολίτευσης. Χρειάστηκε, λοιπόν, να ζητήσω πληροφορίες από κάποιους αξιωματικούς του Επιτελείου αλλά και της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, της περιβόητης ΕΥΠ.
Έμαθα πως την υπόθεση χειριζόταν ένας αξιωματικός πληροφοριών, ο Αναξαγόρας Σπιτάς. Αποφάσισα να τον βρω και να του μιλήσω. Φυσικά, αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο. Οι άνθρωποι των μυστικών υπηρεσιών έχουν μάθει να κρατούν το στόμα τους κλειστό, είναι μέσα στη δουλειά τους αυτό, μέσα στη νοοτροπία τους.
Οι πηγές μου από το Πεντάγωνο με είχαν ενημερώσει ότι ο Σπιτάς υπηρετούσε στην Καβάλα ως υποδιοικητής της εκεί μεραρχίας. Είχε φάει «σουτ» –μου έλεγαν– για την αποκάλυψη του Λάλα. Δεν του συγχώρησαν ότι αυτός και τα κόλπα του στον κλάδο κατασκοπίας των μυστικών μας υπηρεσιών –ο Σπιτάς ήταν ο προϊστάμενος του νευραλγικού ΑΔ Κλάδου Kατασκοπίας– είχαν δημιουργήσει εντάσεις με τους Αμερικανούς.
«Αν θέλεις να του μιλήσεις, πρέπει να πας να τον βρεις απευθείας», με προειδοποίησαν, «χωρίς ραντεβού και τέτοια…»
Φυσικά, ήταν ένα θέμα υψίστης εθνικής ασφαλείας και η επαφή έπρεπε να γίνει με τη μυστικότητα που καλύπτει τα ρεπορτάζ. Δεν τον πήρα τηλέφωνο για να του ζητήσω ραντεβού, όπως συνηθίζεται στη δουλειά μας. Πήγα κατευθείαν στην Καβάλα, στο στρατόπεδο όπου υπηρετούσε ως υποδιοικητής.
Ήταν νύχτα, εννιά η ώρα. Η ομίχλη σκέπαζε τα πάντα. Η υγρασία της βόρειας Ελλάδας με περόνιαζε ως το κόκαλο. Το δημοσιογραφικό θάρρος, ανακατεμένο με μπόλικο θράσος, κι όλα αυτά πασπαλισμένα με εξαιρετική ευγένεια, βοηθά πάντα να περάσει κανείς από τους σκοπέλους ενός τυπικού ελέγχου στην πύλη.
Πλησιάζω κι εξηγώ στο φρουρό του στρατοπέδου ποιον θέλω. Ο φρουρός μιλά με τον ίδιο τον Σπιτά.
Ο ταξίαρχος αιφνιδιάζεται, αλλά αστραπιαία αντιλαμβάνεται ποιον θα ’χει σε λίγα λεπτά απέναντί του.
Μου τον δίνουν στο τηλέφωνο, στην παγωμένη πύλη του στρατοπέδου.
«Γεια σας», του λέω.
«Πέτρο, μην αφήσεις την ταυτότητά σου στο φρουρό», μου απαντά.
«Έλα πάνω, θα σε συνοδέψει ο στρατιώτης».
Είχε καταλάβει ποιος ήμουν από το επώνυμό μου, που του το είχε πει πριν από λίγο ο στρατιώτης.
Πήγα και τον βρήκα στο γραφείο του. Απέξω βρισκόταν μια ξανθιά αρχιλοχίας με στολή εκστρατείας. Ήμουν τυχερός: το επόμενο πρωί θα έκαναν περιπολία στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
«Είσαι τυχερός που με βρήκες εδώ αυτό το βράδυ… Ήρθες λοιπόν από την Αθήνα, Πέτρο…»
Μου απηύθυνε το λόγο χρησιμοποιώντας το μικρό μου όνομα, κι όμως δεν είχαμε καν συστηθεί. Χωρίς να με περιμένει, θυμόταν λεπτομέρειες από τα ρεπορτάζ μου· ήξερε για στοιχεία που προκάλεσαν αναστάτωση στην υπηρεσία του· γνώριζε ότι, για να φτάσω ως την Καβάλα, κάτι σημαντικό συνέβαινε… Τον είδα ανήσυχο και φρόντισα να τον καθησυχάσω. Του εξήγησα ότι θα σεβαστώ την υστεροφημία του. Προσπάθησα να τον πείσω ότι είμαι φιλικός.
«Ξέρω για τις επιτυχίες που είχες ως αρχηγός του ΑΔ Kλάδου. Kάνω μια έρευνα για την υπόθεση Λάλα. Έχουμε κοινούς γνωστούς», του πέταξα –κι ήταν αλήθεια–, «που μου ’χουν πει σχεδόν τα πάντα… Όμως, να, ήθελα μερικές λεπτομέρειες…»
Ο Σπιτάς ήταν Σφίγγα. Δεν ήταν αξιωματικός- χαρτογιακάς, αν και τελευταίος της τάξης του στην Ευελπίδων, όπως έλεγαν οι κακές γλώσσες εκείνων που συνυπηρέτησαν μ’ αυτόν και που ξέρουν να θάβουν εκ του ασφαλούς. Γούσταρε όμως την προκεχωρημένη δράση.
Του άρεσαν τα παιχνίδια των κατασκόπων, τα θρίλερ της πραγματικότητας, που πολλές φορές είχαν δυσμενή εξέλιξη για τη χώρα λόγω των διεθνών παρεμβάσεων, αλλά στο τέλος ευμενή κατάληξη χάρη στις εξαιρετικές του πράξεις προς την πατρίδα.
Κι ίσως γι’ αυτό ο ταξίαρχος Σπιτάς ήταν πάντα το «αγκάθι» για κάποιους ξένους· τους στρίμωχνε άγρια και συντόνιζε όλες τις υποθέσεις κατασκοπίας, αφού σε αυτόν έδιναν λογαριασμό οι Έλληνες πράκτορες, που ήταν διασκορπισμένοι σε αποστολές υψηλού κινδύνου.
Η συζήτηση στράφηκε γύρω από τη δραστηριότητα της ΕΥΠ.
«Ξέρεις τι έργο κάναμε, που μπορεί να μη φαίνεται», μου είπε σφίγγοντας λίγο τα χείλη και γυρνώντας το βλέμμα σε ένα απροσδιόριστο σημείο του παραθύρου δίπλα του. «Ξέρεις τι είναι να αγνοεί κανείς τα σημαντικά βήματα που κάνει μια υπηρεσία πληροφοριών, ξέρεις τι υποθέσεις βγήκαν σε πέρας από την υπηρεσία για το καλό της πατρίδας!»
Ήταν φανερό ότι ο ταξίαρχος Σπιτάς δε με παραμύθιαζε. Η κουβέντα κράτησε αρκετή ώρα, ενώ οι απαντήσεις που έπαιρνα στις ερωτήσεις μου, που πολλές φορές επαναλαμβάνονταν για θέματα που ήδη γνώριζα, αποδείκνυαν ότι ο Σπιτάς, με τα γκρίζα μαλλιά, που για χάρη αυτής της συνάντησης είχε διώξει ακόμα και τη φρουρά του από την είσοδο του γραφείου του, έλεγε την αλήθεια.
Και πάνω στις αλλεπάλληλες ερωταπαντήσεις, ήρθε η στιχομυθία που με έκανε να μην κοιμηθώ εκείνη την αστροφώτιστη νύχτα στην Καβάλα – καθώς και να μην κοιμηθούν πολλοί από αυτούς που θα διάβαζαν τις αποκαλύψεις τα επόμενα χρόνια στον Ελεύθερο Τύπο, μαθαίνοντας τα συνταρακτικά στοιχεία αυτού του θρίλερ.
Ο καφές, τα τσιγάρα, η κουβέντα που είχε ανάψει, η εμπιστοσύνη, που σιγά σιγά έδιωξε τους αρχικούς φόβους, όλα αυτά βοήθησαν για την ιστορία της ζωής μου.
Γιατί κάθε δημοσιογράφος έχει μια δική του ιστορία, μια υπόθεση που έχει γίνει ένα με αυτή. Κι εκεί που συζητούσαμε κι η κουβέντα είχε πάρει πια άλλους δρόμους, του ξέφυγε από τα χείλη σε υψηλούς τόνους το κορυφαίο θρίλερ της ελληνικής ψυχής, που παίζεται ακόμα και τώρα με πρωταγωνιστές αλλά χωρίς κάμερες, χωρίς σκηνοθέτη, χωρίς σενάριο, χωρίς θεατές… Ο Σπιτάς, με το επιχειρησιακό κυπαρισσί πουλόβερ εκστρατείας, μου λέει:
«Μη νομίζεις ότι η υπόθεση Λάλα είναι το πιο σημαντικό πράγμα που έχουμε κάνει. Έχουμε πετύχει και πιο σπουδαία πράγματα. Έχουμε βρει Ελληνοκύπριους αγνοουμένους ζωντανούς…»
Εκείνη την άγια στιγμή –γιατί υπάρχουν στιγμές αγιοσύνης σε μια κουβέντα για σπουδαίους ήρωες– μου πέφτει το στιλό απ’ το χέρι!
«Δηλαδή, τι εννοείς;» τον ρωτώ.
«Εννοώ ότι έχουμε ανακαλύψει πως υπάρχουν επιζώντες αιχμάλωτοι Ελληνοκύπριοι…»
Σοκ…
Η κουβέντα πήγε πάλι στα άλλα θέματα, που φάνταζαν τώρα μακρινά, σχεδόν αδιάφορα. Φύγαμε από το στρατόπεδο για να δειπνήσουμε παρέα. Eίχε φροντίσει όμως να μου πει πως στο υπηρεσιακό αυτοκίνητο του στρατού και μπροστά στον οδηγό του «θα μιλάμε περί ανέμων και υδάτων…».
Η Καβάλα τη νύχτα είναι πανέμορφη. Φεγγάρι, ιδιαίτεροι τόνοι στην αρχιτεκτονική των σπιτιών, λιμάνι με καΐκια και μαύρα νερά εκείνη τη χειμωνιάτικη βραδιά που, σχεδόν αμίλητοι, αφεθήκαμε στη γνώση του οδηγού του για ένα γραφικό ουζερί της βορειοελλαδίτικης πόλης. Εκεί ήταν πιο ζεστή η ατμόσφαιρα μεταξύ ποτού και φαγητού.
Αλλά τα περιθώρια για κουβέντα ήταν πια περιορισμένα. Είχα καταλάβει ότι αυτό που μου είχε πει ήταν άκρως σημαντικό. Είχα ανατριχιάσει. Σκέφτηκα ότι προφανώς δε μου το είπε για να μου πουλήσει κάποια εκδούλευση, δεν τον είχα ρωτήσει άλλωστε, κι ο ίδιος μετά δεν έδωσε συνέχεια, κάτι που θα μπορούσε να επιχειρήσει, αν επιδίωκε να με αποπροσανατολίσει. Του ξέφυγε μάλλον πάνω στη ροή της κουβέντας.
Προσπάθησα να του αποσπάσω περισσότερες πληροφορίες για το θέμα αυτό, αλλά κατάλαβα ότι δεν ήθελε να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου γι’ αυτή την υπ’ αριθμό ένα εθνική υπόθεση. Δε θέλησε να μου πει πρόσθετες λεπτομέρειες.
Αν και προσπάθησα να εκμαιεύσω περισσότερα, η επιμονή μου έσπασε τα μούτρα της στη δική του ασπίδα, το μπετόν αρμέ της άρνησής του. Ωστόσο, μου είπε ότι επί θητείας του στις μυστικές υπηρεσίες, επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη δηλαδή, βρέθηκαν Ελληνοκύπριοι αγνοούμενοι ζωντανοί. Όταν τον ρώτησα για τον αριθμό, μου είπε «μικρός αριθμός», χωρίς να θέλει να αποκαλύψει συγκεκριμένα στοιχεία.
Αυτή τη συνταρακτική πληροφορία, που μου έπεσε ουρανοκατέβατη, την κράτησα στο μυαλό μου. Τη ζέστανα. Ξαγρύπνησα πλάι της. Ήταν σαν γυναίκα που τη σκέπαζα ζεστά να κοιμηθεί, να μ’ αγαπήσει… Εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ στο ξενοδοχείο της παγωμένης Καβάλας… Εκείνη η αγρύπνια… Να βλέπω από το δωμάτιο το χιονόνερο.
Και στ’ ασημένια μονοπάτια της θάλασσας να λάμνει μια αρχαία θεά, μια θεότητα αστροφώτιστη που κανείς δε σκέφτηκε να τη χαρίσει στην αιωνιότητα με τ’ όνομά της: η αγία πληροφορία. Αποφάσισα να ψάξω περισσότερο το θέμα.
Έτσι ξεκίνησε αυτή η έρευνα, που η πρώτη φάση της κράτησε πέντε χρόνια και που συνεχίζεται όσο ζουν τα «περιστέρια». Αυτή ήταν η κωδική ονομασία που είχε δώσει στην αποστολή ο αρχηγός του ΑΔ Kλάδου Kατασκοπίας.
Σήμερα, όταν ανατρέχω σε όλο αυτό το υλικό, στα έγγραφα, στα βιβλία, στις φωτογραφίες από τη συγκλονιστική ιστορία που έζησα, όταν θυμάμαι τις εμπειρίες που είχα και τις συγκινήσεις που με είχαν συνεπάρει, νομίζω πως το μυαλό μου μετατρέπεται σε μια κάμερα και βλέπω να παίζεται ένα έργο. Όταν κλείνω τα κιτάπια μου το βράδυ, λίγο πριν κοιμηθώ, έχω την εντύπωση πως αυτή η κάμερα αρχίζει να παίζει. Ανάβει το «πλέι» και ξετυλίγεται η ταινία που μοιά�ζει με θρίλερ.
Σκηνή σκηνή, καρέ καρέ, ξεδιπλώνεται σε σλόου μόσιον: γεγονότα τυχαία, έγγραφα και σκόρπιες πληροφορίες, που μάζεψα με την υπομονή και την επιμονή του μυρμηγκιού, περισσότερο χάρη στο πείσμα να αποκαλύψω την αλήθεια. Aυτό το πείσμα που είναι η κινητήρια δύναμη όχι μόνο της δημοσιογραφίας, αλλά και της ανθρώπινης εξέλιξης.
Όλα τα κομμάτια του παζλ αρχίζουν να ενώνονται. Και είδα κι εγώ, μαζί με όλους τους άλλους που τα είχαν δει, τα δεκατρία «περιστέρια». Φυλακισμένα στον… περιστερώνα. Είχα δει το «θησαυρό μες στο θησαυροφυλάκιο…»
Θυμάμαι την πρώτη μαρτυρία που είχα για τους αγνοουμένους –ότι βρίσκονται εν ζωή–, που μου ήρθε κι αυτή εντελώς ουρανοκατέβατη, όπως η αποκάλυψη του Σπιτά:
Είχα πάει στην Κύπρο για μια άλλη αποστολή, άσχετη με το θέμα των αγνοουμένων. Εκεί συνάντησα έναν ηρωικό Ελληνοκύπριο, τον Γιώργο Ιωαννίδη, ο οποίος, μιλώντας μου για τα τραύματα του Κυπριακού, με παρέσυρε στην ομίχλη των σκοτεινών σημείων για το θέμα των αγνοουμένων.
«Οι μαρτυρίες είναι πια τόσες πολλές, που δεν είναι δυνατό να τις αγνοούμε…» επανέλαβε με τη διάθεση ανθρώπου που δεν εγκαταλείπει τον αγώνα. Και μου διηγήθηκε μια ιστορία:
Το 1981-1982 εστάλη στη Θεσσαλονίκη ένα φορτίο με λεμόνια, εισαγόμενα από την Τουρκία. Την ώρα που οι συσκευάστριες τα συσκεύαζαν, βρήκαν ένα σημείωμα που έγραφε: «Σώστε με, είμαι ο… αιχμάλωτος εκ της τουρκικής εισβολής…»
Οι συσκευάστριες το κράτησαν, το παρέδωσαν στην αστυνομία, κι από κει, χέρι με χέρι, το στείλανε στην Κύπρο. Βρήκαν ότι ο γράφων όχι μόνο ήταν υπαρκτό πρόσωπο, αλλά ότι ήταν ένας από τους αγνοουμένους. Πήγαν στην οικογένειά του στην Κύπρο και έκαναν σύγκριση του γραφικού του χαρακτήρα από τα τετράδιά του στο σχολείο.
Υπήρχαν και άλλες πολλές μαρτυρίες γι’ αυτή την υπόθεση με τα λεμόνια, και λένε μάλιστα ότι αυτό το συγκεκριμένο τύπο λεμονιών τον καλλιεργούν και στη βόρεια Κύπρο.
Συγκλονίστηκα.
Φανταζόμουν αυτό το χαρτί, αυτό το μήνυμα που το στέλνει αυτός ο άνθρωπος και λέει: «Σώστε με, είμαι ο τάδε…» Μπήκα στη θέση αυτού του ανθρώπου, που είναι κρατούμενος εκεί, έγκλειστος, αναρωτήθηκα πώς θα νιώθει, πώς θα σκιρτάει η ψυχή του κάθε φορά που θα βλέπει πως υπάρχουν δυνατότητες διεξόδου, πως μπορεί να φτάσει ένα μήνυμά του κάπου, σαν το ναυαγό που πετάει ένα μπουκάλι στον ωκεανό, κι αυτό φτάνει σε κάποια ακτή…
Ήταν μία από τις λίγες φορές που κατάλαβα πόσο βαθιά μπορούν να φτάσουν οι παλμοί της συγκίνησης κι ότι το απόσταγμά της έχει μέσα του κάτι εξαιρετικό: την αθανασία της ανθρώπινης περιπέτειας.
Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ ΓΙΑ… ΤΟ «ΑΛΛΟ»
Οι μέρες περνούσαν, αλλά η γνώση των στοιχείων που, σκόρπια, σχημάτιζαν το πρώτο αινιγματικό παζλ δε με άφηνε να ησυχάσω. Οι Έλληνες και οι Κύπριοι αιχμάλωτοι κι η σκιά της απόγνωσής τους ήταν ένα θέμα κυρίαρχο στο μυαλό μου, σε κάθε σκέψη που παραμόνευε στις σκιές του νου μου και που η παραμικρή αναφορά στην Κύπρο το επανέφερε.
Με βασάνιζε μια πιεστική σκέψη: ένιωθα την ανάγκη να ανακαλύψω αν κάποιοι έπαιζαν μαζί μου, με την Iστορία ή αν οι πληροφορίες, αχνές και ελάχιστες, είχαν ίχνη αλήθειας, αν ήταν ακριβείς, αν υπήρχαν κι άλλα στοιχεία επαρκή, αξιόπιστα. Έψαξα να μάθω ποιοι αξιωματικοί μπορεί να είχαν πάει στην Τουρκία, ποιοι μπορεί να είχαν λάβει μέρος σε ειδικές αποστολές. Ήταν επίπονο έργο, γιατί τέτοιες υποθέσεις δε γίνονται γνωστές, μένουν στο σκοτάδι, αθέατες και μοναχικές.
Οι άνθρωποι που τις αναλαμβάνουν τις κρατούν επτασφράγιστα μυστικά. Τις έχουν σαν ένα σπάνιο, πολύτιμο υλικό στο θησαυροφυλάκιο ενός εξαιρετικού έργου. Ούτε ανακοινώνονται ούτε γνωρίζει κανείς συνολικά τις ακριβείς πτυχές τους. Κατάφερα όμως να βρω τα πρώτα εντυπωσιακά στοιχεία και να έρθω σε επαφή με τους ανθρώπους που τα χειρίστηκαν.
Ξεκίνησα από μια πηγή πληροφοριών μου στο πρωθυπουργικό γραφείο: έναν άνθρωπο που από τα χέρια του πέρασαν πολλά απόρρητα έγγραφα γι’ αυτή την υπόθεση. Κι εκεί διασταυρώνεται η πληροφορία! Α, ρε Σπιτά, έλεγες την αλήθεια…
Εγώ από την αρχή της κουβέντας μου ζητούσα μόνο ένα ξερό «ναι» ή ένα ξερό «όχι». Ο άνθρωπός μου επιβεβαιώνει την πληροφορία και μου λέει:
«Έτσι είναι, αλλά μην προχωρήσεις…»
Τον άκουγα με προσήλωση, σαν πιτσιρικάς που μένει με ανοιχτό το στόμα απέναντι στο θαύμα που αντικρίζει.
«Τα στοιχεία είναι βάσιμα… Έχουν γίνει συγκεκριμένες αποστολές για τη διάσωση και τον απεγκλωβισμό ενός αριθμού αγνοουμένων αιχμαλώτων…»
Θυμόταν έγγραφα που πέρασαν απ’ τα χέρια του που ανέφεραν και ονόματα, αλλά…
«Δεν τα θυμάμαι όλα… Το μόνο που μου έρχεται τώρα στο μυαλό είναι ότι μιλούσαν για έναν αριθμό έξι ατόμων σε κάποια περιοχή και εφτά ατόμων σε κάποια άλλη περιοχή…»
«Και τα ονόματα; Τα μικρά ονόματα; Κάτι που να σου θυμίζει…»
«Δεν μπορώ να θυμηθώ άλλες λεπτομέρειες. Να ξέρεις, πάντως, ότι υπάρχουν. Κι είναι ζωντανοί…»
Επομένως, τώρα ήξερα ότι υπήρχαν και συγκεκριμένα ονόματα. Και ήταν λογικό. Γιατί, όταν αναλαμβάνεις μια τέτοια αποστολή και συγκεντρώνεις ορισμένα στοιχεία για να τη διεκπεραιώσεις, δε δικαιολογείται να μην έχεις ονόματα, έστω τα μικρά.
Η πηγή αυτή μου είπε, λοιπόν, ότι υπήρχαν αυτά τα ονόματα στα έγγραφα που πέρασαν από τα χέρια της, και μάλιστα ότι έστειλαν στην Κύπρο ορισμένα απ’ αυτά τα ονόματα και είχε ενημερωθεί η κυπριακή πλευρά σε ανώτατο επίπεδο… Σοκ!… Μιλούσε για την περίοδο 1991-1992.
«Τότε, ο Πρόεδρος της Kυπριακής Δημοκρατίας, ο κύριος Βασιλείου, ήταν ενήμερος;»
«Φυσικά. Είχαν λάβει γνώση σε υψηλότατο επίπεδο… Δεν έκαναν χρήση όμως…»
«Μα γιατί;»
Γιατί μπορεί να κρίθηκε ότι δεν είναι σκόπιμο; Σε μεταγενέστερη συνάντησή μας –γιατί ακολούθησαν πολλές συναντήσεις μας από τότε– του είπα πως συγκεκριμένος φάκελος για το θέμα δεν υπάρχει στην Κύπρο, δεν υπάρχουν στοιχεία.
«Προφανώς κάποιοι τα πήραν μαζί τους…» απάντησε για να με αφήσει κατάπληκτο. Μου είπε, μάλιστα, ότι έστειλαν στην κυπριακή Υπηρεσία Πληροφοριών «όχι τα ακριβή ονόματα, αλλά κάποια άλλα μικρά», ψάχνοντας λεπτομέρειες χωρίς να τους υποψιαστεί κανείς.
Κι αυτό για να μη διαταράξουν τα πράγματα, για να μη δημιουργηθεί σάλος και διαρρεύσει ότι έχουν βρεθεί κάποιοι και έτσι δώσουμε φρούδες ελπίδες και μετά γίνει κάτι και δεν μπορούμε να τους φέρουμε πίσω…
Πράγματι, ένα τέτοιο συγκλονιστικό θέμα θα προκαλούσε τριγμούς στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ήταν φυσικό να περιβάλλεται από ομίχλη, να ’ναι πασπαλισμένο με το νόμο της σιωπής. Και δεν ήταν λίγοι αυτοί που προσπάθησαν σε αυτή τη φάση να με αποτρέψουν από μια βαθύτερη, ενδελεχή έρευνα.
Όπως ο πρώην αρχηγός της ΕΥΠ, ο πτέραρχος Παναγιώτης Μπαλές, ένας λαμπρός αξιωματικός της αεροπορίας, που κατέβαλλε φιλότιμες προσπάθειες για να με αποτρέψει να ασχοληθώ με το θέμα «γιατί επρόκειτο για ψευδή στοιχεία… που δεν έχουν βάση… μα ποιος τα λέει αυτά…» κ.λπ., κ.λπ. Η σπουδή του πτεράρχου με έβαλε σε υποψίες.
«Μην ψάχνεις… δεν υπάρχει τίποτα… θα εκτεθείς…»
Μια άλλη πηγή πληροφοριών μου, ένας αξιωματικός υψηλού κύρους με ειδική γνώση στα ελληνοτουρκικά, που χειρίστηκε τη μεγάλη υπόθεση, μου είπε:
«Θα προσπαθήσουν να σε διαψεύσουν. Να το θυμάσαι. Θα νιώθεις ισχυρός μόνο όταν θα ’χεις στα χέρια σου συγκεκριμένα στοιχεία. Ονόματα, αριθμό, στρατόπεδα, κλωβούς αιχμαλώτων, ονόματα Τούρκων διοικητών, αξιωματικούς δικούς μας, Έλληνες μέχρι το κόκαλο, με ψυχή, που έφτασαν κοντά, που μίλησαν με αγνοουμένους!»
Κάθε φορά που τον συναντούσα, μου έδινε και νέα στοιχεία. Δεν πουλούσε εκδούλευση. Δεν ήθελε ανταλλάγματα. Μετά τις πρώτες μας επαφές μού είπε:
«Ψάξε να βρεις τον Καπραβέλο…»
Ο αντιστράτηγος Ευστάθιος Καπραβέλος ήταν ο αρχηγός του ΓΕΣ το 1993. Σήμερα είναι επίτιμος αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Αξιωματικός επίλεκτος, με υποθήκες ήθους.
«Η ενημέρωση για το θέμα είχε γίνει σε έναν πολύ στενό κύκλο αξιωματούχων. Απ’ ό,τι θυμάμαι, το 1991, όταν ήμουν αρχηγός στρατιάς, μου είχαν κάνει μεταξύ άλλων προφορική ενημέρωση και μου είπαν ότι βρήκαν κάποιους αγνοουμένους ζωντανούς…»
Σοκ!!! Η ζωή εξυφαίνει σχέδια που η φαντασία δε δύναται να συλλάβει…
Αντιφατικές πληροφορίες, αλλά από χείλη ανθρώπων που ξέρουν. Αποφάσισα να βουτήξω στα πιο «βαθιά νερά». Έπρεπε να δω τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον πρωθυπουργό της χώρας εκείνη την περίοδο που εντοπίστηκαν οι αιχμάλωτοι αγνοούμενοι. Έναν πολιτικό που θα τον ενδιέφερε να δρέψει τις δάφνες για μια τέτοια πρωτοβουλία σωτηρίας, αφού επί των ημερών της πρωθυπουργίας του είχαν οργανωθεί ακόμα και αποστολές απεγκλωβισμού…
Ήταν ένα ζεστό ανοιξιάτικο πρωινό, όταν κατευθυνόμουν προς την οδό Αραβαντινού, στο πολιτικό του γραφείο, φορτωμένος σκέψεις, υπολογισμούς, πιθανολογώντας τις απαντήσεις που θα άκουγα… Θυμήθηκα όσα μου είχαν πει οι άλλοι:
«Θα προσπαθήσουν να σε διαψεύσουν. Θα γυρίσουν το θέμα αλλού. Αν είσαι συγκεκριμένος και με ειδικές πληροφορίες, θα σταθεί δύσκολο να βρουν απάντηση… Δε μιλούν, γιατί ξέρουν πως έτσι θα διαταραχθούν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις…»
Ε, ας διαταραχθούν!
Για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, έναν πολιτικό που έχει περάσει διά πυρός και σιδήρου, δεν ήταν και πολύ δύσκολο, με εκείνο το γνωστό, ψύχραιμο ύφος του, το συγκρατημένο και κυρίαρχο, να μου πει σε ένα διάδρομο της Αραβαντινού –ενώπιον ενός εξ απορρήτων συνεργάτη του– ό,τι χρειαζόμουν για να επιβεβαιώσω τη μεγάλη αποκάλυψη:
«Είναι ολισθηρό το θέμα, μην το ψάχνεις. Eίναι καλύτερα να ασχοληθείς με τους εγκλωβισμένους της Καρπασίας…»
«Μα εδώ», του λέω, «κύριε πρόεδρε, το θέμα το οποίο ερευνώ είναι συγκεκριμένο, δεν είναι οι εγκλωβισμένοι της Καρπασίας, που ζουν τη δική τους περιπέτεια. Εδώ μιλάμε για ζωντανούς Ελληνοκύπριους αγνοουμένους, που βρίσκονται στην Τουρκία…»
«Το θέμα είναι ολισθηρό…» Αυτή ήταν η απάντηση του πρώην πρωθυπουργού. Ξερά και κοφτά. Με τελεία και παύλα.
Την ίδια μέρα σκέφτηκα πως θα ’ταν χρήσιμο να συναντήσω για δεύτερη φορά τον πρώην αρχηγό της ΕΥΠ, τον πτέραρχο Μπαλέ. Ένας άλλος αξιωματικός θα οργάνωνε το ραντεβού.
«Θέλει να σας συναντήσει ο Πέτρος Κασιμάτης, ο δημοσιογράφος», του είπε.
«Για ποιο θέμα;» ήρθε η ερώτηση του «γερακιού» των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών.
«Νομίζω για τους εγκλωβισμένους της Καρπασίας…»
«Για τους εγκλωβισμένους της Καρπασίας ή για το “άλλο”;» αντιγυρίζει ο Μπαλές.
«Για το “άλλο”…» ήταν η σχεδόν ψιθυριστή απάντηση του φίλου.
Κι από τότε είχα πλάι μου αυτό το «άλλο», το αλλόφρον, να με καταδιώκει. Η σκιά μου. Το «άλλο». Όπως ο Μπόρχες κυνηγούσε μες στην απόγνωσή του τον άλλο Μπόρχες, έτσι και για μένα ήταν μοιραίο να κυνηγώ όχι φαντάσματα, αλλά ζωντανούς ανθρώπους. Έπρεπε να κυνηγώ το «άλλο». Σαν ένας πεπλοφόρος προφήτης που θα ’ψαχνε στις σκιές της Τουρκίας τα τριμμένα κουρέλια μιας ελληνικής ψυχής, που δεν το ’βαζε κάτω στη νοητή Πύλη του Ρωμανού…
Το «άλλο» είχε γίνει λοιπόν η σκιά μου. Κραύγαζα, ωρυόμουν, ταξίδευα, μαχόμουν, χαλούσα τον κόσμο, έπιανα απ’ το γιακά τους πολιτικούς για να ανοίξουν το στόμα τους, κατακεραύνωνα τη θαλπωρή της σαμπάνιας, σχεδίαζα τις αποκαλύψεις του ρεπορτάζ με ταχύτητα αστραπής, έτρεχα, αλλά το «άλλο», σκιά πάνω στο σώμα μου, έμενε ακίνητο και γύρω η ερημιά…
«Αυτά είναι παραμύθια, μην τα πιστεύεις, δεν υπάρχει τέτοιο θέμα…» μου είπε ο ψηλός και σκοτεινός πρώην αρχηγός της Yπηρεσίας Πληροφοριών. Αλλά η προσπάθειά του να πειστώ με υποψίασε αρκετά.
Ήταν μια επιβεβαίωση για μένα ότι προσπαθούσε να με πείσει για το αντίθετο… Αγνοούσε φυσικά πως εγώ γνώριζα συγκλονιστικές λεπτομέρειες για την ενημέρωση που έκανε στο Πρωθυπουργικό Γραφείο, αγνοούσε ότι είχα έγγραφα στα χέρια μου, αγνοούσε, ακόμα, πως γνώριζα το παρασκήνιο των επεμβάσεων της Yπηρεσίας Πληροφοριών προς διάφορες κατευθύνσεις για να κρατήσει μυστική την ακριβή αλήθεια…
Αυτοί που μου εμπιστεύτηκαν την πιο απόρρητη πληροφόρηση, την πιο πολύτιμη, Αγιότερη και συνάμα πιο συναρπαστική, επέμεναν, με εκείνο τον ιερό τρόπο που ’χουν οι μάρτυρες της ρωμιοσύνης, να υπερασπίζονται τα άγια των αγίων τους.
Ορισμένοι από αυτούς είναι εν αποστρατεία σήμερα, άλλοι έχουν αναλάβει διαφορετικά αξιώματα. Κάποιοι μπορεί να ασχολούνται με το λαβύρινθο της πολιτικής ή άλλοι να έχουν δραστηριότητα τέτοια που μπορεί να τους προσφέρει ασπίδα προστασίας και να μην είναι ευάλωτοι στους θυμούς της εξουσίας. Φρόντιζαν να με ενημερώνουν για ό,τι συμβαίνει στο όνομα μιας γενναίας αφοσίωσης, μιας συγκλονιστικής εμπιστοσύνης. Και μάθαινα για τις πιέσεις που δέχονταν:


