ΕΛΛΑΔΑ

Συνέντευξη ΑΝΥΠΕΞ, κ. Δ. Δρούτσα, στην εφημερίδα ‘Athens News’ και στον δημοσιογράφο, κ. Σπ. Μουρελάτο


Δημοσιογράφος: Πως επενεργεί η δημοσιονομική κατάσταση στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής; Περιορίζεται η δυνατότητα άσκησης επιρροής και εν τέλει τίθεται θέμα απειλής των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων;

κ. Δ. Δρούτσας: Το κύρος μιας χώρας στις διεθνείς της σχέσεις καθορίζεται από όλα τα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά πλεονεκτήματα και χαρακτηριστικά της. Η κοινή λογική δείχνει ότι η εξωτερική πολιτική οποιασδήποτε χώρας μπορεί να επηρεαστεί από τις δύσκολες οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει στο εσωτερικό της. Η παρούσα κατάσταση είναι σίγουρα γεμάτη προκλήσεις και απαιτεί την άμεση προσοχή μας. Ωστόσο, η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας βασίζεται σε ισχυρά θεμέλια και έχει πολύ σαφείς στόχους, ιδίως για τη δημιουργία ενός χώρου ειρήνης, ασφάλειας, σταθερότητας και ανάπτυξης στη γειτονική μας περιοχή. Τα επιχειρήματα και οι θέσεις μας βασίζονται στο διεθνές δίκαιο και στον πλήρη σεβασμό του, στις οικουμενικές αξίες και σε ένα έμφυτο περί δικαίου αίσθημα. Προσπαθούμε να επιτύχουμε συναίνεση μέσω του διαλόγου και μιας αληθινά εποικοδομητικής στάσης προς όλους τους συνομιλητές μας. Αυτή είναι η προστιθέμενη αξία που φέρνει η Ελλάδα στις διεθνείς σχέσεις και στα περιφερειακά ζητήματα. Η Ελλάδα έχει να προσφέρει πολλά στη διεθνή κοινότητα και θα συνεχίσουμε να διαδραματίζουμε τον ρόλο αυτό παρά τη δύσκολη θέση στην οποία βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή.

Δημοσιογράφος: Εκτιμάτε ότι επίκειται στο εγγύς μέλλον διεθνής πρωτοβουλία για την επίλυση του Κυπριακού; Θεωρείτε ότι ΗΠΑ και ΕΕ επιχειρούν να «προλάβουν» το αποτέλεσμα των «εκλογών» του Απριλίου στα κατεχόμενα και να υπάρξουν διαπραγματεύσεις εξπρές για την άμεση επίτευξη λύσης;

κ. Δ. Δρούτσας: Υπάρχει μόνο μία πρωτοβουλία για την επίλυση του Κυπριακού. Μια κυπριακή πρωτοβουλία για απευθείας συνομιλίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, την οποία ανέλαβε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Χριστόφιας. Αυτές οι συνομιλίες είναι σε εξέλιξη και έχουν την πλήρη υποστήριξη της Ελλάδας. Η έκβασή τους θα είναι επιτυχής εάν βρεθεί «κυπριακή» λύση στο πρόβλημα. Οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι είναι εξάλλου εκείνοι που θα μοιραστούν ένα κοινό μέλλον στην Κύπρο, στους κόλπους της ευρωπαϊκής οικογένειας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ας τους δώσουμε λοιπόν την ευκαιρία να συνομιλήσουν και να διαπραγματευτούν ελεύθερα για το κοινό τους μέλλον μια πραγματικά «κυπριακή» λύση. Χωρίς περιττές εξωτερικές πιέσεις, τεχνητά χρονοδιαγράμματα, τις παρεμβάσεις λεγόμενων εγγυητών ή ακόμη και απειλές για δήθεν διχοτόμηση εάν δεν βρεθεί λύση μέχρι κάποια ομιχλώδη χρονική προθεσμία. Κάτι τέτοιο είναι ιδιαίτερα αντιπαραγωγικό και υπονομεύει τις εξελισσόμενες προσπάθειες.

Οποιαδήποτε λοιπόν προσπάθεια να τεθεί η πιθανή αλλαγή της τουρκοκυπριακής ηγεσίας τον Απρίλιο ως χρονικό όριο προκειμένου να επισπευσθεί μια διαπραγματευτική διαδικασία με διαμεσολάβηση τρίτων θα εξυπηρετούσε μόνον τους στόχους όσων – για οποιουσδήποτε λόγους – δεν θέλουν πραγματικά να βρουν τη λύση από μόνοι τους οι Κύπριοι. Μια επιβεβλημένη λύση δεν είναι λύση. Τέτοιου είδους προσπάθειες έχουν αποτύχει στο παρελθόν και θα αποτύχουν και πάλι.

Στο πλαίσιο αυτό, επαναλαμβάνω ότι προσδοκούμε την επίλυση του κυπριακού ζητήματος βασισμένη στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, στις αρχές και στις αξίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και, κυρίως, τέτοια που να σέβεται πλήρως το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Μια πραγματικά ευρωπαϊκή λύση. Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα παραμείνει πλήρες μέλος της και αφότου επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των δύο κοινοτήτων επί συγκεκριμένης λύσης. Επομένως η Κύπρος θα πρέπει να μπορεί να λειτουργεί αποτελεσματικά εντός της ΕΕ – αυτό είναι προς όφελος και των Ελληνοκύπριων και των Τουρκοκύπριων, αλλά και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δημοσιογράφος: Προβλέπετε στο εγγύς μέλλον πρόοδο των ευρωτουρκικών ενταξιακών διαπραγματεύσεων; Πιστεύετε ότι η Τουρκία έλαβε το σωστό μήνυμα από την ΕΕ κατά το πρόσφατο Συμβούλιο Κορυφής; Θα σκληρύνει τη στάση της η Αθήνα σε περίπτωση, που η Άγκυρα κλιμακώσει την προκλητικότητα της στο Αιγαίο;

κ. Δ. Δρούτσας: Αυτό που έχουμε πει επανειλημμένα είναι ότι σε τελική ανάλυση, ο ρυθμός προόδου των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση εξαρτάται από την ίδια την Τουρκία.

Τι εννοώ; Το μήνυμα που εστάλη προς την Τουρκία από το πρόσφατο Συμβούλιο είναι ότι θα πρέπει να υπάρξει χειροπιαστή πρόοδος σε ορισμένους τομείς αν η Άγκυρα επιθυμεί να προχωρήσει με κανονικούς ρυθμούς η πορεία της προς την Ευρώπη.

Και ποιοι είναι αυτοί οι τομείς; Έχουμε,για παράδειγμα, μια υποψήφια προς ένταξη στην ΕΕ χώρα, την Τουρκία, η οποία δεν έχει αναγνωρίσει ένα κράτος μέλος της Ένωσης, την Κυπριακή Δημοκρατία. Η Τουρκία δεν έχει ακόμη εφαρμόσει το Πρόσθετο Πρωτόκολλο για την Τελωνειακή Ένωση, που προβλέπει να ανοίξει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της στα κυπριακά πλοία και αεροπλάνα.

Επίσης, το Συμβούλιο κάλεσε την Τουρκία να δεσμευτεί άνευ όρων ως προς τις σχέσεις καλής γειτονίας και την ειρηνική επίλυση των διαφορών και να αποφύγει οποιαδήποτε απειλή, πηγή έντασης ή δράση θα μπορούσε να υπονομεύσει τη δέσμευσή της αυτή. Κάλεσε επίσης την Τουρκία να σεβαστεί τα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα και να προστατέψει τη θρησκευτική ελευθερία τη στιγμή που ακούγεται και πάλι η απεγνωσμένη φωνή του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Σε μια στιμή που η ίδια η επιβίωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου εξαρτάται από την προθυμία της Άγκυρας να ευθυγραμμιστεί με τις θεμελιώδεις αυτές ευρωπαϊκές αρχές και αξίες.

Εμείς αυτό που θέλουμε είναι να υιοθετήσει η Τουρκία – μέσω της διαδικασίας των ενταξιακών διαπραγματεύσεων – τα ευρωπαϊκά πρότυπα και το κοινοτικό κεκτημένο. Θέλουμε μια ευρωπαϊκή Τουρκία, έναν ευρωπαίο γείτονα. Και ο καλύτερος τρόπος για να το επιτύχουμε αυτό είναι να παραμείνει η Τουρκία σε τροχιά ένταξης στην ευρωπαϊκή μας οικογένεια.

Δεδομένου ότι η ιδέα της πλήρους ένταξης της Τουρκίας χάνει έδαφος εντός της ΕΕ, εναπόκειται στην Τουρκία να πείσει το κάθε κράτος μέλος ότι έχει τη βούληση και τη δυνατότητα να ενταχθεί στην Ένωση. Εξαρτάται επίσης μόνο από την Τουρκία το εάν θα μπορέσει να διατηρήσει ως συμμάχους της όλους όσοι υποστηρίζουν την ευρωπαϊκή της ένταξη. Δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη η υποστήριξη κανενός. Ο μοναδικός δρόμος που οδηγεί στην πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ είναι η πλήρης εφαρμογή των προϋποθέσεων, ο πλήρης σεβασμός του διεθνούς δικαίου και η ειλικρινής επιδίωξη σχέσεων καλής γειτονίας.

Δημοσιογράφος: Πως «απαντά» η Αθήνα στην έντονη κινητικότητα, στην πολυεπίπεδη δραστηριοποίηση, που αναπτύσσει η Τουρκία στη ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής; Μπορεί η Ελλάδα να διαδραματίσει το ρόλο της περιφερειακής δύναμης, ώστε να αντισταθμίσει την αυξανόμενη επιρροή της Άγκυρας;

κ. Δ. Δρούτσας: Δε θα πρέπει να βλέπουμε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ως εξ ορισμού ανταγωνιστικές. Και με αυτό εννοώ ότι η Ελλάδα και η Τουρκία – ξεπερνώντας τις όποιες διαφορές τους – συνεργάζονται ήδη επιτυχώς σε ποικίλους τομείς όπως της ενέργειας, του τουρισμού, τον τραπεζικό και εμπορικό κλάδο, τη γεωργία κ.λπ.

Συνεπώς, όταν η Τουρκία προσεγγίζει τους γείτονές της στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, εμείς δεν πρέπει να το εκλαμβάνουμε ως απειλή. Το εκλαμβάνουμε ως μια ενδεχόμενη ενίσχυση της ειρήνης και της σταθερότητας στη γειτονιά μας.

Αλλά λέω «ενδεχόμενη» γιατί μια πολιτική – όπως η πολιτική «μηδενικών προβλημάτων» μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα μόνο εάν υλοποιηθεί, εάν εκδηλωθεί με θετικούς τρόπους. Πρέπει να ξεπερνά τα λόγια και να μετατρέπεται σε πράξεις. Κι εμείς ακόμη τις περιμένουμε.

Όσον αφορά τον ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή, είμαστε ήδη ένας πόλος σταθερότητας. Έχουμε μακροχρόνιες και βαθιές σχέσεις αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης με τον αραβικό κόσμο και έχουμε διαδραματίσει σημαντικό ανθρωπιστικό ρόλο τόσο στο Λίβανο όσο και στη Γάζα τα τελευταία χρόνια. Μια από τις πρώτες μου συναντήσεις μετά την ανάληψη των καθηκόντων μου ήταν με τους πρέσβεις των αραβικών χωρών στην Ελλάδα, ενόψει της προγραμματιζόμενης μου επίσκεψης στην περιοχή στις αρχές του 2010. Θα ήθελα επίσης να αναφέρω ότι κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του κ. Νταβούτογλου στην Αθήνα συζητήσαμε και την πιθανότητα να λάβουμε από κοινού κάποιες πρωτοβουλίες στη Μέση Ανατολή, όπως οι δυο μας χώρες επιτυχώς κατόρθωσαν στο παρελθόν, κι εδώ αναφέρομαι στην κοινή επίσκεψη στην περιοχή αυτή των τότε Υπουργών Εξωτερικών, Γιώργου Παπανδρέου και Ισμαήλ Τζεμ, σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη χρονική στιγμή το 2002.

Θέλω να τονίσω και πάλι ότι οι πολιτικές της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν αντικρούονται απαραίτητα, και θα είναι θετικό εάν η Τουρκία εξαλείψει τις εντάσεις που μπορεί να υπάρχουν με ορισμένες χώρες της περιοχής και αυξήσει τη συνεργασία της στην περιοχή αυτή. Εμείς είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε.

Δημοσιογράφος: Από πού αντλείτε την αισιοδοξία για επίλυση του ζητήματος της ονομασίας των Σκοπίων, από τη στιγμή που η σκοπιανή πλευρά δε δείχνει σημάδια διαλλακτικότητας και ευελιξίας; Μήπως η τακτική των απευθείας επαφών, που έχει εγκαινιάσει ο πρωθυπουργός αποστέλλει τα λάθος μηνύματα στη γειτονική χώρα;

κ. Δ. Δρούτσας: Δυστυχώς, τα Σκόπια δεν έχουν ανταποκριθεί στις εκκλήσεις και στις κινήσεις μας με το ανοιχτό πνεύμα και την ειλικρίνεια που θα θέλαμε. Αλλά η έκκληση και η επιθυμία μας για συνεργασία και οι προσπάθειές μας για την εξεύρεση λύσης είναι ειλικρινείς. Εξίσου ειλικρινής είναι και η επιθυμία μας να ενταχθούν τα Σκόπια σύντομα στην ευρωπαϊκή οικογένεια – είναι μέρος της «Ατζέντας 2014» που προωθήσαμε. Θέλουμε να βοηθήσουμε το λαό της γειτονικής χώρας να καταλάβει και να πιστέψει ότι η Ελλάδα και οι Έλληνες δεν είναι ο εχθρός ούτε και ήταν ποτέ. Η Ελλάδα μπορεί και θα είναι ο πιο αξιόπιστος εταίρος των Σκοπίων με την έναρξη των ενταξιακών τους διαπραγματεύσεων. Και όλοι μας γνωρίζουμε ότι η έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων είναι το εύκολο μέρος της ιστορίας. Το δύσκολο κομμάτι είναι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις αυτές καθεαυτές, λαμβάνοντας υπόψη ότι διαρκούν πολύ καιρό. Στο διάστημα αυτό χρειάζεσαι πραγματικούς εταίρους και φίλους, και η Ελλάδα μπορεί και θα είναι ένας τέτοιος φίλος όταν έρθει η ώρα.

Επαναλαμβάνω, θέλουμε να δούμε τους γείτονές μας να προχωρούν στην ευρωπαϊκή τους πορεία αλλά εάν θέλουν να το κατορθώσουν – και ειλικρινά πιστεύω ότι ο λαός της γειτονικής χώρας αξίζει μια ευκαιρία για να πραγματοποιήσει τις ευρωπαϊκές του φιλοδοξίες – απαιτείται προηγουμένως η λύση του ζητήματος του ονόματος. Πρόκειται για μια απόλυτη αναγκαιότητα και προϋπόθεση, η οποία εκφράστηκε και κατά τη διάρκεια του τελευταίου Συμβουλίου της ΕΕ.

Η θέση της Ελλάδας, η εθνική μας κόκκινη γραμμή είναι ξεκάθαρη, αντικειμενική και δίκαιη: για να πετύχουμε την οριστική επίλυση του ζητήματος, χρειάζεται να βρεθεί ένα όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό για χρήση έναντι όλων (erga omnes). Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε να αφήσουμε τα προβλήματα πίσω μας, άπαξ και δια παντός.

Περιμένουμε από τα Σκόπια να προσέλθουν κι εκείνα στις διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του ΟΗΕ με εξίσου εποικοδομητικό πνεύμα. Αυτό είναι το μήνυμά μας προς τα Σκόπια.

Στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της νέας κυβέρνησης, η οποία βασίζεται στην ανάληψη πρωτοβουλιών και στο ανοιχτό πνεύμα, ο Πρωθυπουργός Παπανδρέου ανέλαβε την πρωτοβουλία για κατ’ιδίαν συναντήσεις με τον ομόλογό του, κ. Γκρουέφσκι. Και αποψή μας είναι ότι τέτοιου είδους συναντήσεις μπορούν μόνο να συμβάλουν στην ενίσχυση των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.

Θα συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας. Ο κ. Γκρουέφσκι κρατά το μέλλον της χώρας του στα χέρια του. Μπορεί να γίνει ο ηγέτης που θα εξασφαλίσει ένα ευρωπαϊκό μέλλον για το λαό του, αυτό που όλοι μας θέλουμε. Η΄ μπορεί – εμμένοντας στις ακραίες θέσεις και τον αλυτρωτισμό του να γραφτεί στην ιστορία ως ο άνθρωπος που εμπόδισε τη χώρα του να πραγματοποιήσει την ευρωπαϊκή της ολοκλήρωση, στρεφόμενος προς τον εθνικισμό του βαλκανικού παρελθόντος.

Δημοσιογράφος: Ποια τα βραχυπρόθεσμα και ποια τα μακροπρόθεσμα οφέλη για τη χώρα μας από την Ατζέντα 2014 για τα δυτικά Βαλκάνια;

κ. Δ. Δρούτσας: Δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω. Εν συντομία – γιατί θα μπορούσε κανείς να γράψει ολόκληρο βιβλίο γι’αυτό – τα βραχυπρόθεσμα οφέλη περιλαμβάνουν καλύτερες εμπορικές σχέσεις, ενίσχυση της συνεργασίας σε κάθε τομέα από την παιδεία και τον πολιτισμό έως τον τουρισμό και την ενέργεια. Κάθε τομέα, το τονίζω! Αλλά κυρίως, η «Ατζέντα 2014» είναι ένας οδικός χάρτης που δείχει στο λαό της περιοχής προς ποια κατεύθυνση βαδίζουν και πώς να φτάσουν εκεί.

Επίσης, βραχυπρόθεσμα – κάτι που για μένα σημαίνει μέχρι το 2014 – ο πρωταρχικός μας στόχος είναι η εδραίωση της περιφερειακής σταθερότητας και της ειρήνης, η οποία θα επιτευχθεί καθώς κάθε χώρα θα καταβάλλει προσπάθειες για να εκπληρώσει τα ευρωπαϊκά κριτήρια και τις προϋποθέσεις, υιοθετώντας τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες και αποκομίζοντας σταδιακά τα οφέλη της ευρωπαϊκής προσαρμογής ώστε να τα απολαμβάνει ο λαός τους στην καθημερινή του ζωή. Φυσικά, όσο θα κατοχυρώνονται η ειρήνη και η σταθερότητα, θα διευκολύνεται και θα καθίσταται πιο αποτελεσματική η συνεργασία σε κάθε τομέα, δημιουργώντας έτσι ένα ασφαλές, διαφανές και γόνιμο περιβάλλον για την ανάπτυξη επιχειρήσεων και τη δημιουργία επενδυτικών ευκαιριών για τις ελληνικές εταιρείες σε ολόκληρη την περιοχή. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική συμβολή της οικονομικής διπλωματίας της Ελλάδας, την οποία θέλουμε να προωθήσουμε ενεργά.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα εγχείρημα ειρήνης και μάλιστα εξαιρετικά επιτυχημένο. Και πιστεύω ότι τα μεγαλύτερα μακροπρόθεσμα οφέλη για την Ελλάδα, καθώς και για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων είναι ότι θα ζούμε σε μια περιοχή σταθερότητας, ειρήνης και ευημερίας – μια πραγματικά ευρωπαϊκή γειτονιά.

Το μήνυμά μας προς τους γείτονές μας στα Δυτικά Βαλκάνια είναι απλό και ιδιαίτερα σημαντικό: Το μέλλον σας, το άμεσο μέλλον σας βρίσκεται στους κόλπους της ευρωπαϊκής οικογένειας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και στην πορεία σας προς την ΕΕ, η Ελλάδα θα είναι ο πιο αξιόπιστος εταίρος και φίλος σας.

Δημοσιογράφος: Έχετε την πρόθεση να πραγματοποιήσετε δομικές αλλαγές στις τεχνικές άσκησης της διπλωματικής πολιτικής. Σκέπτεστε για παράδειγμα δομικές αλλαγές στην οργάνωση και τη λειτουργία του διπλωματικού σώματος, νέα ιεράρχηση στα πόστα εκπροσώπησης. Επίσης ποια είναι η άποψη σας για την έντονη συζήτηση που αφορά στο έλλειμμα παρουσίας της Ελλάδας στα ισχυρά λόμπιs και think tanks.

κ. Δ. Δρούτσας: Σκοπεύουμε να διευρύνουμε τους ορίζοντες της Ελλάδας, τους ορίζοντες που είχαν στενέψει τα τελευταία χρόνια, υπό την προηγούμενη κυβέρνηση. Λάβαμε σαφή εντολή στις πρόσφατες εκλογές για να κάνουμε ακριβώς αυτό και ήδη έχουμε ξεκινήσει να το πραγματοποιούμε.

Υπάρχουν ορισμένες σταθερές που αποτελούν τα θεμέλια της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας – υπάρχει ευρεία συναίνεση σε μείζονα ζητήματα και αυτό είναι ένα εθνικό επίτευγμα που πρέπει να διαφυλάξουμε. Πρέπει συνεπώς να επιδιώξουμε τους στόχους μας στο πλαίσιο αυτών των σταθερών. Και μ’αυτό εννοώ ότι η διπλωματία δεν ασκείται σε πολιτικό κενό. Η διπλωματία υπηρετεί τις ανάγκες της κοινωνίας που αντιπροσωπεύει.

Και ποιες είναι αυτές οι ανάγκες; Πέραν των μειζόνων ζητημάτων που αντιμετωπίζουμε – το κυπριακό, τα ελληνοτουρκικά, το ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ – χρειάζεται να ασκήσουμε μια «πράσινη διπλωματία», μια οικονομική και πολιτιστική διπλωματία. Χρειάζεται να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο προωθούμε την εικόνα της χώρας και να αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα: την ιστορία και τον πολιτισμό μας, τον τουρισμό, τις επενδυτικές ευκαιρίες κλπ. Η σημερινή εξωτερική πολιτική, με άλλα λόγια, δεν μπορεί να ασκηθεί χρησιμοποιώντας μόνο τα εργαλεία του παρελθόντος.

Προς το σκοπό αυτό,  η Διπλωματική Ακαδημία και το Κέντρο Ανάλυσης και Σχεδιασμού επανέρχονται στον καίριο ρόλο τους ως εσωτερικές δεξαμενές σκέψης και φυσικά εμβαθύνουμε επίσης τη συνεργασία μας με άλλα think tanks και με την ακαδημαϊκή κοινότητα, εδώ και στο εξωτερικό. Υπάρχουν νέες ιδέες, και καλές ιδέες. Θέλουμε να τις ακούσουμε, να τις αναπτύξουμε και να τις εφαρμόσουμε στο πλαίσιο της πολιτικής μας. Μας περιμένει δύσκολη δουλειά και προσβλέπω στην υλοποίηση όλων αυτών των ιδεών. Μια από τις σημαντικότερες προτεραιότητές μας, φυσικά, είναι να μεγιστοποιήσουμε τα οφέλη που αποκομίζουμε από τη χρήση των νέων τεχνολογιών, σε συνδυασμό με τη δια βίου εκπαίδευση για το προσωπικό του Υπουργείου. Θα δείτε μια σειρά από νέα και ενδιαφέροντα στοιχεία.

Δημοσιογράφος: Βιώνουμε μια εποχή που καταγράφεται ως υποχώρηση της αμερικανικής ηγεμονίας. Οι νέοι παίκτες που αναδύονται, Κίνα, Ινδία, λατινική Αμερική επαναπροσδιορίζουν τα δεδομένα και δημιουργούν νέους γεωπολιτικούς συσχετισμούς Στη νέα δεκαετία που έρχεται ποιοι θα είναι κατά τη γνώμη σας οι κύριοι πόλοι αντιπαράθεσης και το διακύβευμα.

κ. Δ. Δρούτσας: Το κέντρο βάρους του διεθνούς συστήματος σίγουρα μετατοπίζεται και πιστεύω ότι είναι σαφές προς όλους ότι η τρέχουσα χρηματοοικονομική κρίση με τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που δημιουργεί συμβάλει στην αλλαγή αυτή.

Αλλά είναι εξίσου σαφές ότι, ενώ οι σχέσεις διασύνδεσης και αλληλεξάρτησης έχουν αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού, οι ΗΠΑ παραμένουν η σημαντικότερη στρατιωτική δύναμη και η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. 

Η ανάδυση της Κίνας ως παγκόσμιου οικονομικού παράγοντα και στρατιωτικής δύναμης ήταν πραγματικά εκπληκτική. Βλέπουμε επίσης την Ινδία να ακολουθεί παρόμοια πορεία, τη Ρωσία να διαδραματίζει ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο και τη Βραζιλία να προβάλλει το δικό της μοντέλο ανάπτυξης. Ένα από τα κυριότερα στοιχεία της διαμορφούμενης διεθνούς ισορροπίας είναι η αυξανόμενη συνολική βαρύτητα και ο ρόλος της Ασίας.

Υπάρχει όμως και η Ευρώπη, με την άρτι κυρωθείσα Συνθήκη της Λισαβόνας, που ευελπιστούμε ότι θα προσφέρει μια καλύτερη βάση για την προώθηση του συστήματος αξιών της – του ευρωπαϊκού συστήματος αξιών – που συνιστά και την πραγματική της ισχύ.

Κι αυτό το σύστημα αξιών στην ουσία τοποθετεί τη συνεργασία στην κορυφή της ατζέντας. Η παγκοσμιοποίηση φαίνεται τετελεσμένο γεγονός, αλλά αν θέλουμε να αποφύγουμε την οπισθοδρόμηση, εμείς – οι αναδυόμενοι πόλοι – θα πρέπει να συνεργαστούμε για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που μας περιμένουν: την οικονομία, τη διαχείριση των ενεργειακών και των υδάτινων πόρων, την τρομοκρατία και τις διογκούμενες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.

Δημοσιογράφος: Ποιο είναι το προσωπικό σας όραμα για τη θέση της Ελλάδος στο διεθνές στερέωμα;

κ. Δ. Δρούτσας: Το όραμά μου – το όραμα της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ – είναι η Ελλάδα να διαδραματίσει το ρόλο που της αξίζει στη διεθνή σκηνή. Η εξωτερική μας πολιτική, προσανατολισμένη στην ανάληψη πρωτοβουλιών, έχει σχεδιαστεί για να το πετύχει αυτό.

Θέλουμε να ξαναπιάσουμε το νήμα της εξωτερικής μας πολιτικής από εκεί που το εγκατέλειψε – η προηγούμενη κυβέρνηση – το 2004 και να αναζωογονήσουμε τη φωνή μας και την παρουσία μας στην ευρύτερη περιοχή μας. Στη γειτονιά μας, θέλουμε να ανακτήσουμε τον ηγετικό μας ρόλο και να βοηθήσουμε τους γείτονές μας να πραγματοποιήσουν τις ευρωατλαντικές τους φιλοδοξίες μέσω της Ατζέντας 2014. 

Ευρύτερα ακόμη, σε παγκόσμιο επίπεδο, θέλουμε να συμμετάσχουμε στη διαμόρφωση μιας διεθνούς πολιτικής. Δεν θέλουμε να είμαστε παθητικοί παρατηρητές. Θέλουμε να έχουμε ισχυρή φωνή στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, θέλουμε να είμαστε στην πρώτη γραμμή των διεθνών εξελίξεων, επειδή εκεί ακριβώς αξίζει να βρισκόμαστε, με εμπιστοσύνη στην εξωτερική μας πολιτική και να ενισχύσουμε τις οικουμενικές αξίες και το διεθνές δίκαιο στο οποίο βασίζονται. 

Η συμμετοχή στην ευρωζώνη, η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, η επιτυχής Ελληνική Προεδρία – συμπεριλαμβανομένης της Στρατηγικής της Θεσσαλονίκης – οι λαμπροί Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας, η εκλογή μας στο Συμβούλιο Ασφαλείας – όλες αυτές αποτελούν μέρος της κληρονομιάς της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Αυτή είναι η αληθινή εικόνα της Ελλάδας και του ελληνικού λαού. Αυτή είναι η παράδοση που θέλουμε να συνεχίσουμε.

Θα δώσουμε στην Ελλάδα τη φωνή και την παρουσία που της αξίζει. Το κάναμε στο παρελθόν. Είμαι σίγουρος ότι θα το πετύχουμε και πάλι. Η Ελλάδα είναι και πάλι στο προσκήνιο.

πηγη

1 thoughts on “Συνέντευξη ΑΝΥΠΕΞ, κ. Δ. Δρούτσα, στην εφημερίδα ‘Athens News’ και στον δημοσιογράφο, κ. Σπ. Μουρελάτο

  1. ΙΣΧΥΡΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ =ΙΣΧΥΡΗ ΚΑΙ ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ=ΙΣΧΥΡΕΣ ΕΝΟΠΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ.

Σχολιάστε