Ο Βασίλης Κόκκινος ήταν πρόεδρος του Ειδικού Δικαστηρίου στην πολύκροτη δίκη (το 1991) του μεγάλου σκανδάλου Κοσκωτά
Εφυγε από τη ζωή χθες, σε ηλικία 90 ετών, έπειτα από μακρά ασθένεια, ο Βασίλης Κόκκινος, αρεοπαγίτης και πρόεδρος του Αρείου Πάγου από το 1990 έως το 1996.
Ηταν ο ανώτατος δικαστικός λειτουργός, το όνομα του οποίου συνδέθηκε με το Ειδικό Δικαστήριο όπου οδηγήθηκε, ανάμεσα στους άλλους, και ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Ηταν το 1991, όταν εκδικάστηκε η υπόθεση της Τράπεζας Κρήτης, με κατηγορουμένους τον πρώην πρωθυπουργό, τον Δημήτρη Τσοβόλα, τον Αγαμέμνονα Κουτσόγιωργα, τον Γιώργο Πέτσο και τον Παναγιώτη Ρουμελιώτη.
Ο Βασίλης Κόκκινος, πρόεδρος του δικαστηρίου, είχε ψηφίσει υπέρ της ενοχής του Παπανδρέου και για τις τρεις κατηγορίες που αντιμετώπιζε, συντάσσοντας μάλιστα το σκεπτικό της μειοψηφίας, τελικά όμως ο κατηγορούμενος αθωώθηκε με εφτά ψήφους υπέρ και έξι κατά.
Ηταν τότε που ο Μένιος Κουτσόγιωργας έχανε τη ζωή του στο εδώλιο του κατηγορουμένου, κατά τη διάρκεια της δίκης, στο πιο ηχηρό σκάνδαλο της Μεταπολίτευσης.
Είχε αναφέρει ο Κόκκινος σε συνέντευξή του για την πολύκροτη δίκη:
«Για πρώτη φορά πήγε στο Ειδικό Δικαστήριο αρχηγός εν ενεργεία κόμματος γιατί ως τότε όλοι οι άλλοι κατηγορούμενοι που είχαν πάει στο Ειδικό Δικαστήριο ήταν “πολιτικά πτώματα”…
Οι συνθήκες ήταν έτσι διαμορφωμένες, ώστε να διαβάλλεται συνεχώς το κύρος του δικαστηρίου.
Θυμηθείτε ότι υπήρχαν τα παραδικαστήρια, διάφοροι πολιτικοί που οργάνωναν τηλεοπτικές εκπομπές, ολόκληρο δίκτυο επηρεασμού του δικαστηρίου, αλλά και αυτοί που το πρωί έρχονταν με πούλμαν, κάθονταν στο προαύλιο και φώναζαν “κρεμάλα στους δικαστές” και διάφορα τέτοια συνθήματα».
Η διαδρομή
Ο Βασίλης Κόκκινος γεννήθηκε το 1929 στην Αταλάντη.
Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εισήλθε στον δικαστικό κλάδο το 1956.
Προήχθη το 1969 στον βαθμό του προέδρου Πρωτοδικών, το 1973 στον βαθμό του εφέτη και το 1979 στον βαθμό του αρεοπαγίτη.
Η προαγωγή του από εφέτη σε αρεοπαγίτη έγινε κατ’ απόλυτη εκλογή, δηλαδή χωρίς να περάσει πρώτα από τον βαθμό του προέδρου Εφετών.
Μετά την επταετία, από τον Ιούλιο του 1974 έως τον Μάιο του 1975, παράλληλα με τα δικαστικά του καθήκοντα διετέλεσε δήμαρχος Ναυπλίου, διορισμένος από την κυβέρνηση εθνικής ενότητας.
Η δημαρχιακή θητεία του ολοκληρώθηκε με τις πρώτες ελεύθερες δημοτικές εκλογές.
Από το 1977 έως το 1979, ως εφέτης, διετέλεσε προϊστάμενος του Πρωτοδικείου Αθηνών.